Είναι η θέση που διατύπωσε την περασμένη Κυριακή στην προγραμματική συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ και δύο πράγματα μπορεί να συμβαίνουν. Ή έχουμε να κάνουμε με τον νέο Χριστόφορο Κολόμβο που το 1492 εκτίμησε ότι «αν ταξιδέψουμε δυτικά θα φτάσουμε στην Ινδία» και δικαιώθηκε ή ο πρώην πρωθυπουργός περιπαίζει τα στελέχη του κόμματος και τους πολίτες αμφισβητώντας τη νοημοσύνη τους.

Στη λογική των πολλών, τα πράγματα στην πολιτική είναι αρκετά καθαρά. Κέντρο, Αριστερά, Δεξιά έχουν διακριτές θέσεις και όσο πιο κοντά βρίσκεσαι σε κάποια από αυτές, τόσο απομακρύνεσαι από τις άλλες. Και επειδή καμία δεν συγκεντρώνει την απαραίτητη πλειοψηφία που χρειάζεται για να φτάσει στην εξουσία, κάθε φορά εκδηλώνεται προσπάθεια σύνθεσης απόψεων και προτάσεων με τους όμορους πολιτικούς χώρους. Αλλες φορές με επιτυχία και φτάνουμε στον σχηματισμό κυβέρνησης και άλλες φορές όχι και οδηγούμαστε σε ανασύνθεση του πολιτικού τοπίου. Πρώτη φορά όμως χαράσσεται στρατηγική προσέγγισης ενός πολιτικού χώρου απομακρυνόμενος ταυτόχρονα από αυτόν.

Στην πραγματικότητα μιλάμε για το στρατηγικό δίλημμα που αντιμετωπίζει τα τελευταία χρόνια το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Θα αφήσει τα στελέχη και τον κομματικό πυρήνα του 4% με τις ακραίες αριστερές θέσεις και θα κινηθεί προς τον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς, τον οποίο διεκδικεί το ΚΙΝ.ΑΛ., ή θα πράξει το ακριβώς αντίθετο, συρρικνώνοντας το πολιτικό του πεδίο; Μέχρι τώρα βλέπουμε τον κ. Τσίπρα να διστάζει.

Είναι έξυπνος πολιτικός και διαπιστώνει ότι βρίσκεται αντιμέτωπος με μια δύσκολη εξίσωση. Το παλιό ΠΑΣΟΚ διστάζει να προσχωρήσει και η αριστερή πτέρυγα (η τοποθέτηση Φίλη στη συνδιάσκεψη έχει μεγάλο ενδιαφέρον) επιμένει στο αρχέτυπο του αριστερού κόμματος, το οποίο μπορεί τη «δεύτερη φορά» να φέρει την πραγματική Αριστερά στην εξουσία και να μας μείνει… αξέχαστη, αλλά αυτό δεν μπορεί να ξαναγίνει με δεξιές πολιτικές. Πασχίζει και πολύ καλά κάνει ο κ. Τσίπρας. Και ανοίγματα στη Φώφη Γεννηματά έκανε, και στη σύνοδο των σοσιαλιστικών κομμάτων της Ε.Ε. πήγε ως παρατηρητής, και με τους αριστερούς συντρόφους αποφεύγει να συγκρουστεί, παρά τις προκλήσεις που δέχεται για θέματα ιδεολογίας, οργάνωσης, πολιτικών θέσεων και επιλογής προσώπων.

Τι την ήθελε λοιπόν αυτή την αντιφατική προσέγγιση που στερείται αξιοπιστίας και μάλλον εξοργίζει, παρά πείθει τους συντρόφους της μιας και της άλλης πλευράς; Δεν είναι τόσο απλό όσο το «αυγό του Κολόμβου» (θυμίζω ότι ο μεγάλος θαλασσοπόρος έστησε αμέσως όρθιο ένα αυγό σπάζοντας τη μία άκρη όταν κανείς άλλος δεν μπορούσε), για να παραδίδει μαθήματα πολιτικού ανορθολογισμού σε μπαρουτοκαπνισμένα στελέχη και των δύο πλευρών.

Προφανώς λίγο μας ενδιαφέρει ο τρόπος με τον οποίο ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ παραμυθιάζει τα στελέχη του και ποιους τελικά μπορεί να πείσει. Εκείνο που μας απασχολεί είναι ότι ο κ. Τσίπρας με αυτές τις «αθώες» και υπεραπλουστευμένες πολιτικές θεωρίες θέλει να επιστρέψει στη διακυβέρνηση. Αυτή η τακτική βρίσκεται στο κομματικό του DNA από την εποχή της ΚΝΕ.

Μιλάει για άλλα και εννοεί τα αντίθετα. Το μεγαλύτερο παράδειγμα, το «Οχι» του δημοψηφίσματος του 2015 που μέσα σε μια νύχτα έγινε «Ναι», η αποστροφή του προς τη Δεξιά αλλά η συνεργασία και οι αγκαλιές με τον Πάνο Καμμένο, οι εμπρηστικές τοποθετήσεις κατά του μεγάλου κεφαλαίου αλλά οι καλές σχέσεις με τους επιχειρηματίες, η υπεράσπιση των κατατρεγμένων αλλά και η δήλωσή του «και να σας έδινα 2.000 ευρώ θα τα σπαταλούσατε» (για να θυμηθώ, μέρες που είναι, την τραγωδία στο Μάτι). Αυτή η αντίφαση, προσβλητική για την κοινή γνώμη, διατρέχει όλο τον πολιτικό βίο του κ. Τσίπρα και του προσέδωσε τον χαρακτηρισμό «κωλοτούμπας».

Δεν πιστεύω ότι η εξουσία θα επιστρέψει ξανά σε εκείνον, ούτε με την τακτική του «ώριμου φρούτου», όπως ίσως νομίζει. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν το πρόβλημά του, πτώση προσωπικής δημοτικότητας και κομματικών ποσοστών, αλλά και εκεί επιμένει στο… αδιέξοδο: «Θα φτάσουμε στην εξουσία κι ας χάνουμε στις δημοσκοπήσεις». Μπορεί να πιστεύει ό,τι θέλει, ακόμη και ότι θα κερδίσει το Κέντρο αν στρίψει αριστερά, αλλά τώρα δεν είμαστε στο 2015.