Το 2023 θα είναι μια «αλλιώτικη» χρονιά για τους ‘Ελληνες. Οι εκλογές που θα διεξαχθούν φέτος ανά πάσα στιγμή αποφασίσει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης θα επηρεάσουν σε μεγάλο βαθμό τη φετινή πορεία της χώρας σε βασικές επιλογές, όπως είναι η οικονομία, η εξωτερική πολιτική, η εθνική άμυνα. Δυστυχώς, στους πολύ σημαντικούς αυτούς τομείς η χώρα δεν διαθέτει εθνικό σχέδιο διότι τα κόμματα δεν συμφώνησαν ποτέ μεταξύ τους. Εξαιτίας αυτής της μόνιμης διαφωνίας, οι εκλογές που σε οποιαδήποτε δυτική χώρα επηρεάζουν μόνο την καθημερινότητα του πολίτη, στην Ελλάδα επηρεάζουν δυστυχώς τις στρατηγικές επιλογές και τη γεωπολιτική θέση της χώρας.

Πέραν των εκλογών, η πορεία της οικονομίας θα εξαρτηθεί από τις μεταβαλλόμενες γεωπολιτικές συνθήκες, τον πόλεμο στην Ουκρανία, τις σχέσεις Δύσης και Κίνας, τις σχέσεις Δύσης και Μέσης Ανατολής, τις σχέσεις Δύσης και αραβικού κόσμου. Η κατάσταση είναι ρευστή διεθνώς και το πώς θα εξελιχθούν αυτές οι σχέσεις επηρεάζει την καθημερινότητά μας, μέσω του επιπέδου των τιμών ενέργειας και των τιμών των πρώτων υλών και τροφίμων, μέσω της ομαλότητας στο διεθνές εμπόριο και την εφοδιαστική αλυσίδα και φυσικά μέσω του πληθωρισμού.

Οι εξελίξεις αυτές οδηγούν τις κεντρικές τράπεζες να ακολουθούν πολιτικές αύξησης των επιτοκίων, οι οποίες στην περίπτωση της Ευρώπης κάνουν πολύ μεγάλη ζημιά διότι προκαλούν ύφεση, ανεργία και φτώχεια, χωρίς να έχουν κανένα όφελος.

Αν σε όλα αυτά προσθέσουμε και την επιθετικότητα της Τουρκίας και το ενδεχόμενο κάποιας στρατιωτικής σύρραξης στο Αιγαίο, το μείγμα μπορεί να θεωρηθεί εκρηκτικό.

Τα σενάρια λοιπόν για την ελληνική οικονομία ποικίλλουν, από το καλύτερο -αν όλες οι εστίες έντασης εξαλειφθούν- που περιλαμβάνει ταχύ ρυθμό ανάπτυξης, υποχώρηση του πληθωρισμού, αποκλιμάκωση των τιμών ενέργειας και απόκτηση της περιβόητης «επενδυτικής βαθμίδας» που θα φέρει χρήμα για επενδύσεις στη χώρα από ξένους επενδυτές, μέχρι το χειρότερο -στην περίπτωση που η γεωπολιτική κρίση κορυφωθεί- που θα οδηγήσει σε ύφεση, διακοπή κάθε επενδυτικής πρωτοβουλίας, υψηλό πληθωρισμό και φτωχοποίηση μεγάλου μέρους του πληθυσμού, ακόμη και πόλεμο.

Κατά πάσα πιθανότητα δεν θα συμβεί κανένα από τα ακραία σενάρια, ούτε το καλύτερο ούτε το χειρότερο, αλλά κάποιο ενδιάμεσο, το οποίο θα προκαλέσει πολύ χαμηλό ρυθμό ανάπτυξης ή πολύ ελαφρά ύφεση, διατήρηση του πληθωρισμού σε υψηλό μονοψήφιο ή χαμηλό διψήφιο ποσοστό, δυσκολίες εξυπηρέτησης των καθημερινών οικονομικών αναγκών και πολιτικές στήριξης των εισοδημάτων από την κυβέρνηση – όποια κι αν είναι αυτή.

Στην περίπτωση που η ελληνική οικονομία διατηρήσει έστω και χαμηλό ρυθμό ανάπτυξης, θα είναι καλύτερα από την υπόλοιπη Ευρώπη στην οποία η ύφεση είναι αναπόφευκτη. Δεδομένου όμως ότι το εισόδημα των Ελλήνων είναι το δεύτερο χαμηλότερο στην Ε.Ε. των «27» (περνάμε μόνο τους Βούλγαρους), τα πράγματα δεν θα είναι εύκολα. Δεν αποκλείεται βέβαια να δούμε μεγάλη αύξηση των τιμών των μετοχών στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, που θα οδηγείται από τις τράπεζες οι οποίες θα βγάζουν ανέλπιστα κέρδη από την αύξηση των επιτοκίων των δανείων, αλλά η άνοδος του Χρηματιστηρίου δεν αφορά τον πολίτη, αφού οι Ελληνες εδώ και δεκαετίες δεν επενδύουν στις μετοχές ελλείψει χρήματος αλλά και λόγω των ζημιών που είχαν πάθει τις προηγούμενες δεκαετίες.

Μοναδική ελπίδα για τους αποταμιευτές θα είναι τα έντοκα γραμμάτια, αν το υπουργείο Οικονομικών -μη μπορώντας να πείσει τις τράπεζες να αυξήσουν τα επιτόκια καταθέσεων- αποφασίσει να προχωρήσει σε εκδόσεις μικρής διάρκειας με αυξημένα επιτόκια.

Πάντως υπό τις συνθήκες ενός «μεσαίου» σεναρίου, όλα θα «σέρνονται». Οι επενδύσεις θα αργούν, οι μεταρρυθμίσεις θα αναβάλλονται, οι στηρίξεις από τον Προϋπολογισμό θα είναι περιορισμένες μετά τις εκλογές, οι δαπάνες διαβίωσης των νοικοκυριών θα καλύπτονται με δυσκολία και φυσικά η εξυπηρέτηση των περισσότερων δανείων από μικρομεσαίες επιχειρήσεις και νοικοκυριά θα είναι από εξαιρετικά δύσκολη μέχρι αδύνατη και το αποτέλεσμα θα είναι μια αύξηση των κόκκινων δανείων την οποία θα έχουν προκαλέσει αυτή τη φορά οι ίδιες οι τράπεζες.

Το αποτέλεσμα των εκλογών θα παίξει κάποιο ρόλο στις εξελίξεις, αλλά τον καθοριστικό ρόλο θα τον παίξουν οι διεθνείς εξελίξεις και ειδικά οι γεωπολιτικές.

Η μεγάλη ελπίδα μας -όπως πάντα- θα είναι τα χρήματα που θα έρθουν από τον τουρισμό, αλλά και αυτά θα εξαρτηθούν τόσο από τις γεωπολιτικές εξελίξεις όσο και από τη δυνατότητα των τουριστών να ξοδέψουν λεφτά για διακοπές, μια δυνατότητα που τουλάχιστον για τους περισσότερους Ευρωπαίους δεν θα υπάρχει λόγω ύφεσης και πληθωρισμού που τρώει το διαθέσιμο εισόδημά τους.

Ελπίζοντας λοιπόν ότι η χρονιά δεν θα αποδειχτεί κακή, πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι σε κάθε περίπτωση για μια χρονιά με δυσκολίες, χωρίς πολύ μεγάλες προσδοκίες για έσοδα και αποδόσεις και με μετρημένες δαπάνες. Και σε αυτή την πραγματικότητα πρέπει το κάθε νοικοκυριό και η κάθε μικροεπιχείρηση να προσαρμοστούν για να επιβιώσουν χωρίς μεγάλα προβλήματα.