Σιγά-σιγά και όσο πλησιάζει η ώρα της κάλπης, φαίνεται ότι… ως διά μαγείας αρχίζει και ξεκαθαρίζει η κατάσταση, διαμορφώνεται ένα πολιτικό τοπίο τόσο από την κοινή γνώμη (της οποίας την άποψη μπορούμε να εικάσουμε μόνο διά των δημοσκοπήσεων, την ακριβή αλήθεια θα τη μάθουμε στις κάλπες) όσο και από τους πολιτικούς αρχηγούς

Πρώτα απ’ όλα, ξεκάθαρος από την πρώτη μέρα ήταν για το τι θέλει ο πρωθυπουργός. Ο κ. Μητσοτάκης -και αυτό είναι εύκολα εξηγήσιμο γιατί το κόμμα του είναι πρώτο- μίλησε για την ανάγκη αυτοδυναμίας προκειμένου να κυβερνήσει ελεύθερα και χωρίς συμβιβασμούς και εκβιασμούς (σε συνέντευξή του, εδώ, στο «Πρώτο Θέμα» προ μηνός). Ο πρωθυπουργός άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ και όχι με τον Βελόπουλο, αν αυτό προκύπτει από τις κάλπες και φυσικά εφόσον μπορεί να συνεννοηθεί με τον κ. Ανδρουλάκη.

Ξεκάθαρος είναι πλέον και ο κ. Τσίπρας (στη σημερινή συνέντευξή του), που μιλάει για συγκυβέρνηση εφόσον είναι ο ΣΥΡΙΖΑ πρώτο κόμμα, όχι μόνο για πρακτικούς λόγους (βασικά δεν βγαίνουν τα κουκιά), αλλά ίσως και για λόγους δημοκρατικής ευαισθησίας, αφού κυβέρνηση χωρίς τον νικητή των εκλογών δεν στέκεται… ούτε μία βδομάδα.

Μένει να το ξεκαθαρίσει και ο «τρίτος πόλος», δηλαδή ο κ. Ανδρουλάκης, ο οποίος -ίσως και αδίκως- έχει καταφέρει να… μπερδέψει το σύμπαν, μία έτσι, μία αλλιώς, μία με συγκυβέρνηση χωρίς πρωθυπουργό τον Μητσοτάκη ή τον Τσίπρα, έχει μείνει μια θολούρα, που καλό θα είναι κι αυτός να το τελειώνει. Γιατί, απλούστατα, η κοινή γνώμη οδηγείται στο συμπέρασμα ότι η ψήφος στο ΠΑΣΟΚ δεν θα είναι η λύση για να γίνει μια σταθερή κυβέρνηση, αλλά το έναυσμα για ακυβερνησία.

Αν ισχύουν, πάντως, οι δημοσκοπήσεις, φαίνεται ότι και οι πολίτες, όσο περνούν οι εβδομάδες και έρχεται η ώρα για την κρίσιμη απόφαση της ψήφου, καταλήγουν στην ανάγκη να υπάρξει σταθερότητα με μια αυτοδύναμη κυβέρνηση που θα συνεχίσει την πορεία που πήρε η χώρα τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Είναι ξεκάθαρη η εικόνα αυτή, καταρχήν, γιατί συμφωνούν και οι οκτώ δημοσκοπικές εταιρείες που δημοσιεύουν έρευνες κάθε μήνα. Πρώτο κόμμα σε όλες είναι η Ν.Δ. με ποσοστά που, εάν η Βουλή είναι πεντακομματική ή, έστω, εξακομματική, υπολείπονται 1 με 2 μονάδες από την αυτοδυναμία, κάτι απολύτως εφικτό στη δεύτερη κάλπη.

Ολες οι έρευνες συμφωνούν στα ποσοστά που προβλέπουν για όλα τα κόμματα, με απόκλιση περίπου 2 μονάδων στα τρία πρώτα, ποσοστό που είναι μέσα στα όρια του στατιστικού λάθους. Αν υπάρχει ένα «συστημικό λάθος» που δεν μπορεί να εντοπίσει η στατιστική επιστήμη μέλλει να αποδειχτεί, αλλά προσωπικά θεωρώ ότι είναι αδύνατον, αφού βιώνουμε συνθήκες πολιτικής κανονικότητας και όχι αναταραχής όπως το 2015. Ισως γι’ αυτό και βλέπουμε μικρά ποσοστά στα μικρότερα, ακραία κόμματα. Πάντα υπάρχει το ερώτημα βέβαια πώς θα εκφραστεί η καθαρή ακροδεξιά αντισυστημική ψήφος, ειδικά μετά τον νόμο απαγόρευσης του Κασιδιάρη.

Ετσι λοιπόν, με αυτές τις παραδοχές, θα ήταν σκόπιμο να τελειώνουμε με την πολιτική εκκρεμότητα το επόμενο τρίμηνο για να βρουν η οικονομία και η αγορά τον δρόμο τους και πάλι και να μη χαθεί πολύτιμος χρόνος.