Μπορεί τα νέα και οι ειδήσεις μαζί με τις εκτιμήσεις από το διεθνές περιβάλλον, να είναι μαύρες για το επόμενο διάστημα και οι αστάθμητοι παράγοντες πολλοί, εν τούτοις, στα καθ’ ημάς, δεν είναι όλα τόσο απαισιόδοξα. Τουλάχιστον, προς το παρόν.

Ναι, υπάρχει τεράστιο πρόβλημα με την ακρίβεια που απομειώνει την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών. Αλλά από την άλλη, βλέπουμε να εκτυλίσσεται ένα κυβερνητικό πρόγραμμα στήριξης των νοικοκυριών που είναι από τα μεγαλύτερα στην ΕΕ αναλογικά με τα διαθέσιμα δημοσιονομικά περιθώρια και σε συνάρτηση με το ΑΕΠ της χώρας. Αν αυτή η βοήθεια στα νοικοκυριά εξαφανίζει το πρόβλημα της ακρίβειας, αυτό δεν μπορεί να το ισχυριστεί κανείς. Όμως οι πολίτες δεν μένουν έρμαια στη λαίλαπα της ακρίβειας.

Από την άλλη, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε πως αν και τα επιτόκια των δεκαετών ομολόγων έχουν ξεπεράσει το 5% και όλοι φοβόμασταν πού θα φθάσει το εξωτερικό μας χρέος κι αν αυτό θα είναι βιώσιμο, στην πράξη βλέπουμε πως αυτό μειώνεται ως ποσοστό του ΑΕΠ. Ήδη παρατηρείται μια μείωση της τάξης του 22% που χονδρικά ισοδυναμεί με μισό PSI, αν θυμάστε το περίφημο «κούρεμα» που είχε γίνει το 2012 προκειμένου να καταστεί βιώσιμο.

Θα αναρωτηθείτε πώς έγινε αυτό το «μαγικό». Η απάντηση είναι απλή. Η μεγάλη ανάπτυξη που θα ξεπεράσει το 6%, σε συνδυασμό με τον υψηλό πληθωρισμό, μειώνει αυτόματα τη σχέση ΑΕΠ-Χρέος. Παράλληλα, επειδή το σύνολο του χρέους είναι κλειδωμένο με επιτόκια από 1-1,5% και είναι διαρθρωμένο σε βάθος 30ετίας, γίνεται κατανοητό πως η χώρα μας δεν αντιμετωπίζει προς στιγμήν πρόβλημα με το χρέος, όπως άλλες υπερχρεωμένες χώρες, όπως η Ιταλία.

Την ίδια ώρα, το ατέλειωτο ελληνικό καλοκαίρι συνεχίζεται και οι θερινοί τουριστικοί προορισμοί σφύζουν από τουριστική κίνηση, επισφραγίζοντας μια πολύ πετυχημένη χρονιά και με έσοδα περισσότερα από τα 18 δισ. της χρονιάς – ορόσημο που ήταν το 2019. Εσοδα που διαχέονται σε ολόκληρη την ελληνική οικονομία και αποτελούν στήριγμα σε εκατοντάδες χιλιάδες επαγγελματίες και εργαζόμενους στην τουριστική αλυσίδα και αποτελούν ένα καλό μαξιλάρι για τον δύσκολο, ούτως ή άλλως, χειμώνα που έρχεται.

Όμως και στον τομέα των επενδύσεων οι αποδόσεις της ελληνικής οικονομίας είναι αξιοσημείωτες. Ενώ λογικά θα περίμενε κανείς μια ανάσχεση λόγω της διεθνούς κατάστασης, κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει και κάθε τόσο μαθαίνουμε για άλλη μια σημαντική επένδυση.

Η προχθεσινή ανακοίνωση, για παράδειγμα, από την Google cloud έρχεται να προστεθεί στις άλλες των διεθνών κολοσσών, όπως η Microsoft και η Amazon, αλλά και πολλές άλλες εξίσου σημαντικές στον κλάδο της τεχνολογίας και της ψηφιακής μετάβασης που σταδιακά μας καθιστούν μια ανερχόμενη και πολλά υποσχόμενη δύναμη – όχι μόνο στην περιοχή, αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Οι καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας υψηλής ειδίκευσης που δημιουργούνται είναι χιλιάδες και συμβάλλουν στην προσπάθεια επιστροφής στην πατρίδα εκείνων των νέων που αναγκάστηκαν να πάρουν τον δρόμο της ξενιτειάς και της αναζήτησης καλύτερης τύχης στην περίοδο των μνημονίων.

Κάτι κινείται σε όλη την αγορά κι αυτό το 6% στην ανάπτυξη δεν οφείλεται μόνο στον τουρισμό, αλλά σε όλη τη δυναμική της οικονομίας που έχει εκτιναχτεί κι ελπίζουμε να έχει διάρκεια και στα επόμενα χρόνια.

Δεν χρειάζεται επομένως να μεμψιμοιρούμε διαρκώς, γιατί δεν είναι όλα μαύρα. Υπάρχουν βάσιμες ελπίδες πως θα τα καταφέρουμε και θα βγούμε δυνατότεροι και από αυτή την κρίση. Αρκεί να μην έχουμε δυσμενείς εξελίξεις με κάποιο θερμό επεισόδιο με την Τουρκία και να μην κάνει πράξη τις απειλές με τα πυρηνικά ο Πούτιν. Όσο για το μεγάλο asset της χώρας που είναι η κυβερνητική σταθερότητα και τις επερχόμενες εκλογές, θέλω να ελπίζω πως ο λαός θα δώσει την καλύτερη λύση για να μην απειληθούν τα κεκτημένα των τελευταίων ετών, σε όλα τα επίπεδα.