Οσα χρόνια δουλεύω στη δημοσιογραφία (αισίως 40), μετά το μέσον της δεύτερης θητείας μιας κυβέρνησης αρχίζει… το ανάποδο τιμόνι
Επέρχονται η φθορά και η γκρίνια, ο κόσμος «δεν ακούει» τα ίδια πράγματα που «άκουγε» πριν από λίγους μήνες, είναι πολύ πιο δύσπιστος και αρπάζεται πολιτικά με λιγότερο σημαντικά λάθη, σφάλματα ή και σκάνδαλα που γίνονταν από την ίδια κυβέρνηση. Γι’ αυτό άλλωστε και έως σήμερα δεν έχουμε δει μια κυβέρνηση ή έναν πρωθυπουργό να κερδίζει και τρίτη τετραετία στη σειρά.

Ακούω λοιπόν αλλά και διαβάζω τώρα που μένει ακόμα ουσιαστικά βαριά-βαριά ένα 18μηνο, το πολύ, για τις εκλογές ότι «όπου να ’ναι πέφτει η κυβέρνηση, φεύγει ο Μητσοτάκης, δεν τον θέλει ο κόσμος, ούτε οι ολιγάρχες, ούτε τα συμφέροντα, ούτε τα Νεφελίμ και τα Ελοχίμ, άσε που έχει συνεννοηθεί και ο Πάνος Καμμένος ότι τον Νοέμβριο έρχονται, όπως έλεγε στο τηλέφωνο με έναν γκανγκστεράκο».

Ποιος τον θέλει και ποιος δεν τον θέλει ή κάθε πότε αλλάζει γνώμη για την κυβέρνηση και τον Μητσοτάκη το παρακολουθώ ως δημοσιογράφος, έχει το ενδιαφέρον του, αλλά έως εκεί. Για μένα λίγη αξία έχει γιατί όταν είναι να πέσει μια κυβέρνηση επειδή ήρθε η ώρα της πέφτει και δεν τη βαστάνε όλη η διαπλοκή και η ολιγαρχία μαζί (όρα κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου). Οπως και το αντίθετο, δεν πά’ να τη βαράμε όλα τα media μαζί και χώρια, αν δεν θέλει ο κόσμος, αυτή δεν πέφτει.

Αφήνω τα media, υπό την έννοια ότι είναι δικαίωμα του καθενός να γράφει και να λέει -στο πλαίσιο του νόμου- ό,τι θέλει. Αν δεν αρέσουν σε κάποιον αυτά που λέει μια εφημερίδα, ένα κανάλι ή ένα σάιτ, δημοκρατία έχουμε ας μην το παρακολουθεί. Ο κόσμος δεν είναι χαζός, πιστεύω, μπορεί να παρασύρεται, αλλά στο τέλος ισιώνει και καταλαβαίνει (βλέπε ξυλόλιο κ.λπ.).

Για να πέσει μια κυβέρνηση πρέπει, πρώτον, να γίνουν εκλογές και, δεύτερον, να βγει μια άλλη με βάση τον εκλογικό νόμο. Μέχρι πρότινος στη νεότερη μεταπολιτευτική Ιστορία το σύνηθες και υγιές ήταν να εναλλάσσονται απλά και ξεκάθαρα τα δύο μεγάλα κόμματα στην εξουσία. Βαρέθηκε και αποστρέφεται πλέον τη Ν.Δ. ο κόσμος και έρχεται το ΠΑΣΟΚ ή το 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ. Λάθος, ψεύτικο, αυταπάτη, ό,τι θέλετε πέστε, αλλά ο λαός αυτούς ήθελε, αυτούς πίστεψε και ήρθαν και κυβέρνησαν. Ψήφισε τον ΣΥΡΙΖΑ δύο φορές ο κόσμος με 36%, το ίδιο συνέβη και μετά, με τη Ν.Δ. να παίρνει 39% και 41% τις δύο τετραετίες.

Σήμερα η εικόνα δεν είναι παρόμοια. Λαμβάνοντας υπόψη όλες τις δημοσκοπήσεις που κυκλοφορούν επισήμως (και όχι τις γνωστές από… πρεσβείες) η Ν.Δ. έστω για τους αντιπολιτευόμενους, που λένε ότι καταρρέει, είναι στο 25% και για τους υπόλοιπους πιο ψύχραιμους είναι στο 28%. Για το δεύτερο κόμμα δεν έχουμε τέτοιες διαφορές μεταξύ φιλικά και μη διακείμενων παρατηρητών, το ΠΑΣΟΚ είναι στο 14%-15%. Μετά αρχίζουν τα στοιχήματα αν ο Τσίπρας, εφόσον κάνει κόμμα, θα πάρει 10%, 12% ή παραπάνω ώστε να φτάσει ή και να ξεπεράσει το ΠΑΣΟΚ.

Θέτω λοιπόν εγώ ένα απλό ερώτημα (για χάρη του δικού μας debate), μια και σήμερα θα μιλήσει εφ’ όλης της ύλης ο πρωθυπουργός στην ετήσια ΔΕΘ. Αν ο Μητσοτάκης κάνει εκλογές και πάρει τα ποσοστά που βλέπουμε, πιθανώς καλύτερα παρά χειρότερα -γιατί όλοι γνωρίζουμε τι συμβαίνει προεκλογικά με την πόλωση και ειδικά όταν τίθενται θέματα διακυβέρνησης-, ποιος θα μπορέσει να τον ρίξει; Ο Ανδρουλάκης με τα μισά ποσοστά ή ο Τσίπρας με λίγο περισσότερα ή λίγο λιγότερα; Ποιος θα του πει να φύγει γιατί δεν τον θέλουν κάποιοι επιχειρηματίες ή ένας αρχηγός κόμματος που μετά από δύο θητείες βρίσκεται στα μισά ποσοστά τού εν ενεργεία πρωθυπουργού;

Μου κάνει δύσκολο να το φανταστώ, δεν λέω απίθανο, αλλά πάντως να παραδεχτούμε ότι όταν στο παρελθόν έγιναν οικουμενικές κυβερνήσεις το πρώτο κόμμα δεν είχε σχεδόν double score από το δεύτερο, όπως συμβαίνει σήμερα. Φυσικά, η εικόνα θα είναι τελείως διαφορετική αν η Ν.Δ. περάσει πολύ πιο κάτω από τον πήχυ που θα διαμορφωθεί τότε. Τότε θα έχουμε άλλο πρόσωπο, πιθανώς τρίτο κοινής αποδοχής, αλλά για πόσο κρατάνε οι κυβερνήσεις συνεργασίας στην Ελλάδα…

Το δεύτερο σενάριο που ακούω είναι η αλλαγή πρωθυπουργού εν κινήσει με κάποιον δελφίνο, αγαπημένο σενάριο όσων επιθυμούν να φύγει ο νυν πρωθυπουργός. Μου φαίνεται η απόλυτη συνταγή της αποτυχίας έχοντας υπόψη τι συνέβη ιστορικά, αν και θα είχε μεγάλο ενδιαφέρον να βλέπαμε το αποτέλεσμα όχι κατά την περίοδο της εν κινήσει αλλαγής σκυτάλης, αλλά στις κάλπες.

Ξαναλέω ότι το «μπλέξαμε», εφόσον κάτι από όλα αυτά ισχύσει και δεν έχουμε μια καθαρή διακυβέρνηση γιατί σήμερα δεν υπάρχει ισχυρός δεύτερος πόλος απέναντι στη Ν.Δ. Και γιατί θεωρώ ότι οι περισσότεροι εξ ημών θυμούνται πώς πορεύονταν και πού κατέληγαν οι διακομματικές κυβερνήσεις.

Εως τότε θα έλεγα ότι μεσολαβούν τουλάχιστον 16 μήνες καθαρής θητείας και ο Μητσοτάκης με την κυβέρνησή του έχει πολλά ακόμα να κάνει, να βελτιώσει την εικόνα της, να ξεφύγει από τη σκανδαλολογία της εποχής και φυσικά να θέσει τα βασικά πολιτικά διλήμματα.

Αν για όλα όσα κατηγορείται σήμερα ο ίδιος και η κυβέρνησή του, μπορεί «με έναν νόμο και ένα άρθρο» να τα λύσει κάποιος άλλος, όπως λένε οι αντίπαλοί του. Αν κάποιο άλλο κόμμα ή κάποιος υπουργός του που θέλει να τον αντικαταστήσει μπορεί να λύσει το μείζον ζήτημα της ακρίβειας και άλλων πολλών, όντως πραγματικών, προβλημάτων της καθημερινότητας.