Οι συνεντεύξεις που συνηθίζουν πλέον να δίνουν οι πολιτικοί είναι στην τηλεόραση ή στο Ιντερνετ γιατί απλούστατα το κοινό βρίσκει πιο εύκολο να τις παρακολουθήσει έστω και φευγαλέα
Θεωρώ, όμως, ότι η σημερινή του Μητσοτάκη στον Δανίκα «στο χαρτί» είναι εξόχως ενδιαφέρουσα, διαφορετική και έχει εμβαθύνει σε θέματα που συνήθως δεν προκύπτουν στη μισή ώρα του τηλεοπτικού χρόνου.

Θέλω να μείνω λοιπόν στις απαντήσεις του πρωθυπουργού όχι για τα σχεδόν αυτονόητα, όπως η επιθυμία του να πάει σε εκλογές στο τέλος της θητείας του και να διεκδικήσει μία ακόμα ή να πει την άποψή του και να υπερασπιστεί τον εαυτό του για τα τρέχοντα ζητήματα επικαιρότητας όπως ο ΟΠΕΚΕΠΕ (ενδιαφέροντα κι αυτά στη συνέντευξη), αλλά στο πώς βλέπει ή μάλλον πώς τον βλέπουν οι πολιτικοί του αντίπαλοι και τι σημαίνει αυτό για τη χώρα.

Και νομίζω ότι σε αυτή τη συγκυρία, τώρα που είμαστε δηλαδή στα μέσα της δεύτερης θητείας και η κυβέρνηση υπολείπεται δημοσκοπικά της αυτοδυναμίας -αν και θεωρητικά είναι νωρίς ακόμα να μιλάμε για εκλογές και αποτελέσματα-, έχει ιδιαίτερη σημασία η αντιπολίτευση και μάλιστα η αξιωματική.

Λέει λοιπόν ο πρωθυπουργός: «Το πρόβλημα με τον πολιτικό διάλογο σήμερα είναι όταν ο αντίπαλος με τον οποίο πρέπει να αντιπαρατεθούμε και ενίοτε να συνεννοηθούμε μετατρέπεται σε εχθρό, ο οποίος πρέπει πολιτικά και ενίοτε φυσικά να εξολοθρευτεί». Και συνεχίζει διερωτώμενος: «Μπορούμε να καθίσουμε τουλάχιστον να συνεννοηθούμε αντί να βλέπουμε ποιον θέλουμε να βάλουμε φυλακή; Δυστυχώς κάθε φορά που δοκιμάζω να το κάνω αυτό αισθάνομαι ότι σπρώχνω σε έναν τοίχο. Αυτό είναι μια συνειδητή επιλογή της αντιπολίτευσης, συμπεριλαμβανομένου και του ΠΑΣΟΚ».

Μην έχετε καμία αμφιβολία ότι οι αναφορές αυτές του Μητσοτάκη αφορούν κατά κύριο λόγο το ΠΑΣΟΚ του Ανδρουλάκη γιατί, όπως το λέει άλλωστε σε κάποιο άλλο απόσπασμα, πρόκειται για ένα κόμμα συστημικό, το οποίο έχει κυβερνήσει τη χώρα για δεκαετίες.

Για να μην… το κουράζουμε λοιπόν, τίθεται ευθέως το ερώτημα σε κάθε σκεπτόμενο και ανησυχούντα πολίτη που ενδιαφέρεται για την «επόμενη μέρα» στη χώρα και έχει τα μικρά ή μεγάλα συμφέροντά του στην Ελλάδα, είτε είναι η εργασία του είτε οι μπίζνες του: τι θα γίνει μετά τις εκλογές αν δεν προκύψει αυτοδύναμη κυβέρνηση;

Αν όλες οι δημοσκοπήσεις δεν είναι εντελώς λάθος, η Ν.Δ. του Μητσοτάκη είτε έτσι είτε αλλιώς θα είναι πρώτο κόμμα -εκτός απροόπτου- είτε με 25%, είτε με 30%, είτε με 35% και το ΠΑΣΟΚ δεύτερο είτε με 12%, είτε με 15%, είτε με 18% (!), και πάλι εκτός απροόπτου. Αν και με την κάθοδο Τσίπρα στις εκλογές με νέο κόμμα κανείς δεν ξέρει τι θα χάσει το ΠΑΣΟΚ, τι θα πάρει από την Κεντροαριστερά. Τι θα γίνει λοιπόν στη χώρα, πώς θα κυβερνηθεί όταν, σε αντίθεση με το τι συμβαίνει σε όλη σχεδόν την Ευρώπη, ο πρώτος συνεννοείται με τον δεύτερο, ενίοτε και με τον τρίτο και κάνουν μια κυβέρνηση.

Οταν ο Ανδρουλάκης, που πιθανότατα θα έχει χάσει με δέκα μονάδες διαφορά από τον Μητσοτάκη, λέει σήμερα ότι οι παράνομες επιδοτήσεις του ΟΠΕΚΕΠΕ έκρυβαν πολιτικό χρήμα, δηλαδή ότι δωροδοκήθηκαν υπουργοί, πιστεύετε ότι θέλει ή μπορεί να συνεργαστεί σε μία συγκυβέρνηση;

Αρα συνειδητά το ΠΑΣΟΚ, που σήμερα αρνείται να συνεργαστεί έστω και στην από κοινού ψήφιση διαφόρων επικεφαλής Ανεξάρτητων Αρχών (Προσωπικών Δεδομένων, ΑΔΑΕ κ.λπ.), παρά τις επίμονες κρούσεις του ίδιου του Μητσοτάκη στον Ανδρουλάκη, αντιλαμβάνεται κανείς ότι απλά δεν θέλει επ’ ουδενί λόγο όχι να συγκυβερνήσει με όρους και προϋποθέσεις, αλλά… ούτε να ανταλλάσσει καλημέρα.

Τι θα συμβεί στην Ελλάδα όποτε ο Μητσοτάκης πάει σε εκλογές και δεν καταφέρει να πάρει αυτοδυναμία; Θα σέρνεται σε συγκυβέρνηση με τον Βελόπουλο, την οποία λογικά και δεν θα την κάνει γιατί μάλλον θα πρέπει να ρωτάμε τον Πούτιν για τα νομοσχέδια, ή εντέλει θα καταλήξουμε στο γνωστό ξαναζεσταμένο φαγητό… μια οικουμενική, για 12-18 μήνες σύρσιμο και μετά εκλογές μία, δύο ή και τρεις φορές;

Δεν νομίζω ότι είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς τι θα συμβεί στην οικονομία όταν θα χαθεί η πολιτική σταθερότητα και, πολύ περισσότερο, στα εθνικά, τα οποία βρίσκονται στην πιο λεπτή τους φάση από τη Μεταπολίτευση.

Ασφαλώς και έχει το δικαίωμα η αντιπολίτευση να ασκεί σκληρή κριτική σε όλα και όσο θέλει, στον ΟΠΕΚΕΠΕ, στα εθνικά, στην οικονομία και την ακρίβεια και φυσικά να υπερβάλλει και να σκληραίνει τη στάση της ώστε να κερδίζει πόντους και να αποδομεί την κυβέρνηση.

Το θέμα είναι όμως ότι ένας πολίτης περιμένει άλλη αντιπολίτευση από την Κωνσταντοπούλου, τον Βελόπουλο και τα αριστερά κόμματα και άλλη από τον πάλαι ποτέ έναν από τους δύο σταθερούς πυλώνες του πολιτικού συστήματος, το ΠΑΣΟΚ. Λογικά ένα άλλο ΠΑΣΟΚ, δομημένο, με σύγχρονο σοσιαλδημοκρατικό λόγο και σταθερές θέσεις σήμερα -δύο θητείες μετά Ν.Δ.- θα ήταν στον προθάλαμο της εξουσίας. Ή έτσι θα έπρεπε να είναι, ασχέτως αν στο τέλος θα κέρδιζε τις εκλογές. Και αν δεν τις κέρδιζε, θα ήταν μια δημοσκοπική ανάσα από την κυβέρνηση και θα επέβαλλε τους όρους του στη διακυβέρνηση. Μπορεί και απαιτώντας άλλον πρωθυπουργό για να συγκυβερνήσει. Τώρα φοβάμαι ότι θα παλέψει να μη χάσει από τον Τσίπρα.