«Ο φίλος μου η τεχνητή νοημοσύνη». Μια φράση που ακούγεται χαριτωμένη, αλλά κρύβει μέσα της κάτι ανησυχητικό. Η τεχνολογία, αρωγός της ανθρωπότητας σε αμέτρητους τομείς, φαίνεται ότι σε αυτόν τον ρόλο του «φίλου» προσφέρει -μαζί με τη βοήθεια- και ένα επικίνδυνο ποτήρι αποξένωσης. Σήμερα, ολοένα και περισσότεροι έφηβοι απευθύνονται στους λεγόμενους AI companions – ψηφιακούς χαρακτήρες που απαντούν με τρομακτική ομοιότητα, σαν να είναι πραγματικοί άνθρωποι. Ο έφηβος γράφει το πρόβλημά του, και ο «φίλος» απαντά. Συχνά, όχι με αυτό που πρέπει να ακούσει, αλλά με αυτό που θέλει να ακούσει. Η έρευνα της Common Sense Media είναι αποκαλυπτική: 72% των εφήβων έχει χρησιμοποιήσει τέτοιους ψηφιακούς συντρόφους – το ένα τρίτο μάλιστα για ζητήματα σχέσεων και κοινωνικής αλληλεπίδρασης.

Το πρόβλημα δεν είναι ότι η τεχνητή νοημοσύνη «μιλά» ή «ακούει». Το πρόβλημα είναι ότι, ειδικά σε μια ευαίσθητη ηλικία, η επικοινωνία αυτή υποκαθιστά τη σχέση με έναν πραγματικό άνθρωπο. Οι γονείς, οι φίλοι, οι εκπαιδευτικοί, ακόμα και οι διαφωνίες και οι συγκρούσεις που αναπόφευκτα προκύπτουν, είναι κομμάτι της ανάπτυξης. Η AI, όμως, είναι προγραμματισμένη να είναι ευχάριστη, να αποφεύγει την τριβή. Και αυτή η απουσία «ανθρώπινης» αλληλεπίδρασης οδηγεί σε έναν κόσμο όπου η παραμικρή διαφωνία μοιάζει εχθρική και η μοναξιά κρύβεται πίσω από μια οθόνη.

Βέβαια, δεν είναι μόνο οι έφηβοι. Σιγά σιγά, βλέπουμε ενήλικες να ακολουθούν το ίδιο μονοπάτι. Άνθρωποι που εμπιστεύονται ως «φίλο» την τεχνητή νοημοσύνη αποσύρονται από τον κοινωνικό τους περίγυρο. Ο ψηφιακός φίλος δεν κουράζεται, δεν διαφωνεί, δεν απαιτεί αμοιβαιότητα. Όμως δεν προσφέρει πάντα ούτε την ειλικρίνεια, ούτε τη στήριξη που χρειάζεται κάποιος για να σταθεί στα πόδια του.
Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να δαιμονοποιήσουμε την τεχνολογία. Το αντίθετο. Η AI μπορεί να είναι εργαλείο πληροφόρησης, να παρέχει γρήγορες απαντήσεις, να διευκολύνει επαγγελματικές και εκπαιδευτικές διαδικασίες. Μπορεί να είναι η σπίθα που θα ανοίξει νέους ορίζοντες στη γνώση. Αλλά ο κίνδυνος κρύβεται όταν αφήνουμε αυτή τη σπίθα να αντικαταστήσει τη φλόγα της ανθρώπινης επαφής. Ετσι, η αποξένωση δεν έρχεται από τη μια μέρα στην άλλη. Είναι ύπουλη. Στην αρχή, ένα chatbot σε κάνει να χαμογελάσεις σε μια δύσκολη μέρα. Μετά, απαντά σε μια απορία σου. Και, τελικά, γίνεται η πρώτη επιλογή για να μοιραστείς μια ανησυχία, μια χαρά, ένα μυστικό. Και κάπου εκεί, χωρίς να το καταλάβεις, οι άνθρωποι γύρω σου έχουν μείνει απέξω. Τα στατιστικά είναι ανησυχητικά: το 24% των εφήβων έχει μοιραστεί προσωπικά δεδομένα με AI «φίλους». Πέρα από τον προφανή κίνδυνο παραβίασης ιδιωτικότητας, αυτό δείχνει και κάτι βαθύτερο – ότι έχουν αρχίσει να ταυτίζουν τον ψηφιακό συνομιλητή με έναν άνθρωπο. Όμως, στην πραγματικότητα, μιλούν με έναν αλγόριθμο, προγραμματισμένο από εταιρείες με δικούς τους στόχους και κίνητρα.

Η κοινωνία χρειάζεται μια ειλικρινή κουβέντα για το θέμα. Οι γονείς πρέπει να ρωτούν, να ακούνε, να εξηγούν. Οι εκπαιδευτικοί να ενσωματώνουν την ψηφιακή παιδεία στα σχολεία. Και όλοι μας να θυμόμαστε ότι η ευκολία της τεχνολογίας δεν πρέπει να μας κάνει να παραμελούμε τις δυσκολίες της πραγματικής ανθρώπινης σχέσης. Γιατί, στο τέλος της ημέρας, ο ψηφιακός φίλος δεν θα σε αγκαλιάσει όταν το χρειάζεσαι, ούτε θα σου πει τη σκληρή αλήθεια που μπορεί να σου αλλάξει τη ζωή. Αυτό μπορούν να το κάνουν μόνο οι άνθρωποι. Και αν αφήσουμε την τεχνητή νοημοσύνη να πάρει οριστικά τη θέση τους, θα έχουμε κερδίσει έναν τέλειο συνομιλητή, αλλά θα έχουμε χάσει κάτι πολύ πιο σημαντικό – τον εαυτό μας ως κοινωνικά όντα.

Η τεχνολογία μπορεί να είναι ο αρωγός μας, αλλά δεν πρέπει να της δώσουμε το κλειδί της πόρτας που μας κρατά ενωμένους με τους άλλους. Γιατί αν την κλείσουμε, ίσως να μην ξανανοίξει εύκολα. Πώς θα γίνει αυτό; Μπαίνω αμέσως στο ChatGTP να το ρωτήσω – και θα σας πω…