Ομολογώ ότι είμαι τελείως μπερδεμένος. Με τις πενιχρές γνώσεις μου και την ολίγη νοημοσύνη μου προσπαθώ να βγάλω άκρη, αλλά δεν τα καταφέρνω. Παλεύω να κατανοήσω αυτά που λέγονται και γράφονται για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, αλλά οι μικρές δυνάμεις μου δεν επαρκούν.

Πολλοί, θεωρούμενοι ειδικοί ισχυρίζονται ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα δεν χαρακτηρίζεται από στοιχεία ελεύθερου ανταγωνισμού και ότι λειτουργεί ως ένα συμπαγές και συντονισμένο μονοπώλιο. Οι τράπεζες χρεώνουν όλες λίγο-πολύ το ίδιο επιτόκιο στα δάνεια και μάλιστα με πολύ υψηλότερα spreads από τις τράπεζες της Ευρωζώνης και κατηγορούνται ότι κερδοσκοπούν προκλητικά εις βάρος των δανειοληπτών, οι οποίοι δεν έχουν περιθώρια επιλογής καθώς οι εναλλακτικές λύσεις είναι ανύπαρκτες. Μεγάλος ντόρος επίσης γίνεται και για τα επιτόκια καταθέσεων τα οποία και αυτά βρίσκονται σε απαράδεκτα χαμηλά επίπεδα-στην ουσία μηδενικά- με αποτέλεσμα η διαφορά μεταξύ επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων να είναι η μεγαλύτερη στην ευρωζώνη, άρα και τα περιθώρια κερδοφορίας των ελληνικών τραπεζών να θεωρούνται προκλητικά.

Το άλλο πονεμένο βεβαίως θέμα είναι οι τραπεζικές προμήθειες, για τις οποίες επίσης πολύς λόγος έγινε και δεν γνωρίζω αν μέχρι σήμερα υπήρξε κάποια ουσιαστική αναδίπλωση εκ μέρους των τραπεζών.

Ως γνωστόν, ο Δονκιχωτικός Υπουργός Οικονομικών κάλεσε τους τραπεζίτες για να τους μαλώσει, αλλά και πάλι δεν γνωρίζω τι ακριβώς κατάφερε, πέραν ορισμένων διμερών ανακοινώσεων σε νερόβραστο και καθώς πρέπει ύφος, και το θέμα περεπέμφθη τεχνηέντως εις τας περιφήμους ελληνικάς καλένδας, αφού και ο συμπαθής υπουργός έκανε το κομμάτι του προς τους ψηφοφόρους.

Όσοι εμφανίζονται ως ειδικοί και ειδήμονες επί του θέματος θεωρούν ότι η λύση του προβλήματος είναι η δημιουργία νέων τραπεζών, ώστε να υπάρξει ανταγωνισμός και άρα καλύτερες τιμολογήσεις.

Σήμερα ως γνωστόν το ελληνικό τραπεζικό σύστημα αποτελείται από τις τέσσερις μεγάλες συστημικές τράπεζες, μία μικρή και άκρως προβληματική (Αττικής) και μερικές καινούργιες, πολύ μικρές και άνευ σημασίας. Οι τέσσερις αυτές συστημικές τράπεζες κατάφεραν με τη διακριτική παρουσία του κράτους και το σχέδιο Ηρακλής, να εξυγιανθούν λίγο πολύ από τα κόκκινα δάνεια με τα οποία ήταν φορτωμένες, αφού εισέπραξαν και τρεις ανακεφαλαιοποιήσεις δια χρημάτων Ελλήνων φορολογουμένων, άρα και πελατών τους.

Αν λοιπόν τέσσερις μεγάλες τράπεζες δεν αρκούν για να δημιουργηθεί ένα ανοιχτό ανταγωνιστικό τραπεζικό σύστημα στη χώρα, πόσες αλήθεια χρειάζονται στην Ελλάδα των 10 εκατ. κατοίκων και με το μικρό σχετικά ΑΕΠ;

Και τι μας εξασφαλίζει ότι αν θεωρητικά προσετίθεντο μία ή δύο ακόμη τράπεζες, δεν θα συνέπλεαν και αυτές με τις ήδη υπάρχουσες, όσον αφορά επιτόκια-προμήθειες κ.λπ. αφού η τωρινή κατάσταση τα έχει όλα και συμφέρει; Θα τολμούσε σήμερα μία νέα τράπεζα να σπάσει την αγορά, αφού τα κέρδη είναι ήδη σημαντικά και η αγορά μονοπωλείται από τους μεγάλους;

Μη ξεχνάμε άλλωστε ότι ο εκλιπών μεγάλος τραπεζίτης Γιάννης Κωστόπουλος της ALPHA, είχε πει το περίφημο ότι στην ελληνική αγορά χωράνε μόλις 2,5 τράπεζες!
Η λύση λοιπόν κατά την γνώμη μου δεν βρίσκεται στην προσθήκη νέων τραπεζών στο σύστημα, αλλά βρίσκεται στη δημιουργία συνθηκών ανταγωνισμού στην υφιστάμενη σήμερα κατάσταση. Κάτι που βεβαίως εύκολα λέγεται αλλά πολύ δύσκολα επιβάλλεται.

Όμως μία συντεταγμένη πολιτεία με ισχυρή κυβέρνηση οφείλει να διαθέτει- και διαθέτει- μηχανισμούς εποπτείας και ελέγχου των αγορών. Υπάρχουν Ρυθμιστικές Αρχές και Επιτροπές Ανταγωνισμού, καθώς και το αρμόδιο Υπουργείο, που θεωρητικώς παρακολουθούν και αποτρέπουν ή τιμωρούν φαινόμενα συντονισμένων πρακτικών (δηλ. φαινόμενα καρτέλ), ή μονοπωλιακών καταστάσεων. Και λέω ότι θεωρητικώς ελέγχουν, διότι η αντιμονοπωλιακή εποπτεία μάλλον αφορά όλους τους άλλους πλην του τραπεζικού συστήματος, το οποίον είναι πολύ δυνατό για να τα βάλει κανείς μαζί του, ακόμα και το ίδιο το κράτος! Γι’ αυτό άλλωστε δεν μπόρεσε να πετύχει τίποτα και ο μειλίχιος κ. Σταϊκούρας και τελικά αναγκάστηκε να το ρίξει στο φιλότιμο των τραπεζιτών.

Αφού (λέει) οι τράπεζες ανακεφαλαιοποιήθηκαν τρεις φορές με χρήματα Ελλήνων φορολογουμένων, έχουν ηθική υποχρέωση να τους επιστρέψουν τώρα κάτι, υπό μορφήν μειωμένων χρεώσεων και προμηθειών…. Χαριτωμένο!

Αλλά όταν η πολιτεία αναγκάζεται να το ρίξει στο φιλότιμο, τότε αυτό σημαίνει ότι δεν τολμά να επιβάλει τα συνήθη νομικά ή τιμωρητικά μέτρα που επιβάλλει σε κάθε άλλη περίπτωση, και αυτό και μόνο αποδεικνύει την δύναμη του τραπεζικού συστήματος. Άρα δεν μπορεί να γίνει τίποτ’ άλλο από το να περιμένουμε την εκδήλωση του φιλοτίμου των τραπεζιτών.

Σας διαβεβαιώ ότι οι τραπεζίτες είναι φιλότιμοι άνθρωποι. Είναι όμως και πολύ έξυπνοι και νομίζω ότι κάτι θα δώσουν για να ικανοποιήσουν την Κυβέρνηση και την κοινή γνώμη. Αυτό το κάτι που θα δώσουν θα το πάρουν βεβαίως πίσω από κάπου αλλού, για να ισοφαρίσουν. Μέχρι να το ανακαλύψουμε όμως εμείς, και να αρχίσουμε πάλι να φωνάζουμε, θα έχουν περάσει μερικά χρόνια και μερικοί Υπουργοί.

Και τότε πάλι θα επιστρατευθεί εκ νέου το φιλότιμο το οποίον τελικά ποτέ δεν πεθαίνει, διότι είναι μια καθαρά νεοελληνική πατέντα. Εξ ου και αμετάφραστο στις ξένες γλώσσες.