Ο εντυπωσιακός αριθμός του ενός εκατομμυρίου πολιτών ξεχύθηκε στις 8 Φλεβάρη του 2004 στους δρόμους με κατεύθυνση τα «πράσινα» εκλογικά τμήματα. Ουδείς – ίσως μόνο ο Γιώργος Παπανδρέου και ένας μικρός κύκλος στελεχών του ΠΑΣΟΚ- περίμενε ότι η εκλογή αρχηγού από τη βάση, για πρώτη φορά, θα συγκέντρωνε επταψήφιο αριθμό μελών και φίλων στις εσωκομματικές κάλπες. Το παντοδύναμο τότε ΠΑΣΟΚ έχασε ένα μήνα μετά τις εθνικές εκλογές και «το πάρτι στις 7 του Μάρτη».

Η εκλογή από τη βάση ταυτίστηκε έκτοτε με τη δύναμη της δημοκρατικής συμμετοχής και των «ανατροπών» στις ανοιχτές εσωκομματικές διαδικασίες για την ανάδειξη νέας ηγεσίας. Οι προβλέψεις για την επικράτηση της μίας ή της άλλης υποψηφιότητας έχαναν τη σχέση τους με τα «συνήθη θαύματα» και γλιστρούσαν από τα χέρια και των πλέον έμπειρων στελεχών- ειδικά εκείνων που αδυνατούσαν να διαβάσουν τα «ψιλά γράμματα» της συγκυρίας.

Ο Παπανδρέου ξαναδοκίμασε τη συνταγή της εκλογής από τη βάση το 2007, κέρδισε στην αναμέτρηση τον Ευάγγελο Βενιζέλο που αρχικά εμφανίστηκε ως το ξεκάθαρο φαβορί για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ και παρέμεινε αρχηγός μέχρι τον Μάρτη του 2012- τότε εκλέχτηκε ο Ε. Βενιζέλος (μοναδικός υποψήφιος). Η συνταγή πέρασε την πόρτα της Νέας Δημοκρατίας τον Νοέμβριο του 2009. Και πάλι οι προβλέψεις διαψεύστηκαν εν πολλοίς- έδιναν αρχικά νίκη της Ντόρας Μπακογιάννη, αλλά κέρδισε τη «γαλάζια» εκλογική μάχη ο Αντώνης Σαμαράς. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έσπασε με θόρυβο τα προγνωστικά το 2016, ο Νίκος Ανδρουλάκης κατάφερε μαζί με τους συνυποψηφίους του να τραβήξει τους προβολείς και 270 χιλιάδες κόσμου στην κάλπη το 2022 και ο Αλέξης Τσίπρας τον ίδιο χρόνο κατάφερε να «επιβάλει» παρά τις αντιδράσεις τη συνταγή (της εκλογής από τη βάση) στο κόμμα του. Το αποτέλεσμα δεν είχε εκπλήξεις- ούτε άλλο βέβαια υποψήφιο αρχηγό στον ΣΥΡΙΖΑ.

Είναι ενδιαφέρον το ερώτημα για το αν η «μεταπολιτική», όπως θα έλεγε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, διείσδυσε στον ΣΥΡΙΖΑ και μέσω της εκλογής από τα μέλη (δεν έχουν φίλους στο καταστατικό τους) και ψάχνει να βρει και εκείνη το δίκιο της- αυτά θα έχουν χρόνο να τα συζητήσουν μετά το δεύτερο γύρο, της προσεχούς Κυριακής.

Το σίγουρο πάντως  είναι ότι στον ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε εξέλιξη μια σκληρή αντιπαράθεση για τα «κλειδιά» του κόμματος– Στέφανος Κασσελάκης ως το ξεκάθαρο φαβορί και  Έφη Αχτσιόγλου ως το απόλυτο φαβορί μέχρι την «εισβολή» του πρώτου στο πεδίο, διεκδικούν τη διαδοχή του Αλέξη Τσίπρα σκορπώντας ανησυχία στους «συντρόφους» τους για την «επόμενη μέρα». Και δεν έχουν άδικο, αν σκεφτεί κανείς ότι στελέχη που παρακολουθούν τα δρώμενα στην Κουμουνδούρου δεν αποφεύγουν να μιλήσουν για το ενδεχόμενο διάσπασης.

Σε κάθε περίπτωση είναι καθοριστικής σημασίας η εκλογή της Κυριακής- όχι μόνο για τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά και για το ευρύτερο πολιτικό σκηνικό. Είναι καταρχάς καθοριστικής σημασίας διότι ως το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης -που έχει υποστεί στρατηγική και μεγάλη εκλογική ήττα-  οφείλει να ασκήσει το θεσμικό του ρόλο όσο πιο γρήγορα γίνεται με σοβαρό και υπεύθυνο τρόπο. Δεν είναι εύκολη υπόθεση- ακόμη και οι πλέον … φανατικοί τζογαδόροι αποφεύγουν να παίξουν στοιχήματα στην παρούσα φάση για τη δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ υπό τη νέα ηγεσία.

Σε κάθε περίπτωση η «μεγάλη εικόνα» δεν περιγράφεται μόνο από τις διεργασίες, τις κάλπες και τις εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ. Περιγράφεται από την δυναμική και την αποτελεσματικότητα που θα καταγράψει η κυβερνητική παράταξη μέσα στην τετραετία, από την επιβεβαίωση ή την διάψευση της ανοδικής πορείας του ΠΑΣΟΚ και από τις τάσεις που θα αναπτυχθούν στο ευρύτερο κεντροαριστερό κοινό.

Οι ευρωεκλογές αποτελούν ως εκ τούτου τον πρώτο κρίσιμο «σταθμό», όπου οι πολίτες -αυτή είναι η αλήθεια- δεν εκλέγουν μόνο τους εκπροσώπους τους στην ευρωβουλή αλλά εκφράζουν κάθε φορά και την άποψή τους σε σχέση με τις επιδόσεις της κυβερνητικής παράταξης και των βασικών «παικτών» στην αντιπολίτευση. Αυτό έγινε τον Μάη του 2019, αυτό θα γίνει στην πραγματικότητα και στις ευρωεκλογές του 2024, που δεν αργούν…