Από τη σημερινή πλούσια ειδησεογραφία του έντυπου «Πρώτου Θέματος» στέκομαι σε δύο δημοσιογραφικά θέματα, στη συνέντευξη του υπουργού Φλωρίδη στον Δανίκα και στο «ρεπορτάζ Χρυσοχοΐδη» για τους νονούς της νύχτας, γιατί και τα δύο θέματα αναδεικνύουν μία βασική αρχή την οποία ποτέ δεν πρέπει να ξεχνάει κανείς, από τον μικροεπιχειρηματία έως τον πρωθυπουργό μιας χώρας.

Το πόσο σημαντικός είναι ο χειριστής σε μια υπόθεση για να προχωρήσει αυτή και να καταλήξει σε κάποιο αποτέλεσμα, δηλαδή πόσο σημαντικό είναι το πρόσωπο που του αναθέτεις να φέρει σε πέρας μια δουλειά.

Ο Φλωρίδης, ένας παλιός κεντρώος πολιτικός με μεγάλη εμπειρία στα δικαστικά ο ίδιος και η οικογένειά του (ο αδελφός, η σύζυγος και ο γιος του είναι δικαστές), κατέθεσε έναν νόμο με σκοπό να λύσει δύο βασικά ζητήματα της Ασφάλειας και της Δικαιοσύνης: το πρώτο να μπαίνει φυλακή όποιος καταδικάζεται σε φυλάκιση γιατί, όπως εξηγεί ο ίδιος, «αν κάποιος φάει φυλακή μέχρι και οκτώ χρόνια, δεν υπάρχει περίπτωση να πάει φυλακή. Αυτό συμβαίνει μόνο στην Ελλάδα».

Και, δεύτερον, στην Ελλάδα για να τελεσιδικήσει μια υπόθεση θέλει πάνω από τέσσερα χρόνια, ενώ στην υπόλοιπη Ευρώπη ενάμιση χρόνο. Αντε και ένα τρίτο θέμα, να ενοποιήσει τους ειρηνοδίκες με τους πρωτοδίκες, αλλαγή που επιχειρήθηκε για πρώτη φορά πριν από 112 χρόνια από τον Ελευθέριο Βενιζέλο και δεν έγινε έως σήμερα λόγω των γνωστών ελληνικών μικροσυμφερόντων, τα οποία όμως αποδεικνύονται πολύ ανθεκτικά στο πέρασμα των αιώνων. Τοπικισμοί, προσωπικά ρουσφέτια, πιέσεις βουλευτών και πολιτευτών, όλα αυτά τα οποία ταλανίζουν την ελληνική κοινωνία δίχως αρχή, μέση και τέλος.

Λέει ο Φλωρίδης στον Δανίκα «στην Ελλάδα κοιτάμε πιο πολύ τα δικαιώματα του εγκληματία από εκείνα του θύματος. Οι πολίτες όμως θέλουν να μην τους κλέβουν, να μην τους ληστεύουν, να μη βιάζουν τα παιδιά τους, να μη βανδαλίζουν τα σχολεία, να μην τους συκοφαντούν. Αν όμως σήμερα, όπως είναι ο νόμος, κάποιος τα διαπράξει αυτά δεν έχει σχεδόν καμία συνέπεια». Είναι δυνατόν να συμβαίνει αυτό, θα αναρωτηθεί κάποιος και δυστυχώς η απάντηση είναι «ναι». Είναι δυνατόν να περνάει κάποιος το φανάρι με κόκκινο, να σκοτώνει έναν άνθρωπο και να πηγαίνει φυλακή από τρεις μήνες έως λίγα χρόνια, αντί να καταδικάζεται για κακούργημα που επισύρει πολύ βαρύτερη ποινή; Πάλι η απάντηση είναι «ναι», όπως ίδια είναι η απάντηση για βαρύτατους ποινικούς που βγήκαν το 2019 με τον νόμο Παρασκευόπουλου, ενώ θα ήταν μέσα ακόμα για μερικές δεκαετίες.

Ας πάμε τώρα στην περίπτωση του οργανωμένου εγκλήματος, που κι αυτό άπτεται της ασφάλειας των πολιτών και είναι το δεύτερο μεγαλύτερο πρόβλημα της κοινωνίας μετά την ακρίβεια, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις. Σήμερα μαθαίνουμε από τα σχετικά ρεπορτάζ ότι ο Χρυσοχοΐδης ζήτησε από την Ανεξάρτητη Αρχή του ξεπλύματος χρήματος, που με επικεφαλής τον αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Χαρ. Βουρλιώτη κάνει εξαιρετική δουλειά, να ανοίξει τους λογαριασμούς και να ερευνήσει τα περιουσιακά στοιχεία των νονών του οργανωμένου εγκλήματος και… ως εκ θαύματος βρέθηκαν σε αυτούς και σε πρόσωπα που συνδέονται με αυτούς δεκάδες εκατομμύρια ευρώ, ακίνητα, επιχειρήσεις και μετρητά σε θυρίδες. Για την εξέλιξη του θέματος μάλιστα ενημερώθηκε από τον υπουργό και ο Μητσοτάκης προχθές. Ερώτημα κρίσης: πώς γίνεται την τελευταία πενταετία να μην έχουν ελεγχθεί όλα αυτά τα κρίσιμα για την εξεύρεση του νήματος της παρανομίας και της εγκληματικότητας; Ηταν φιλοσοφία και έμπνευση ενός ατόμου ή απλά ο συγκεκριμένος υπουργός και ξέρει τα στοιχειώδη και θέλει να κάνει τη δουλειά του; Γιατί η βασική αρχή και η κλασική πρακτική του «follow the money» ακολουθείται διεθνώς από την εποχή που πιάστηκε για φοροδιαφυγή ο Αλ Καπόνε.

Και οι δύο περιπτώσεις υπουργών είναι χαρακτηριστικές, αλλά φυσικά δεν είναι οι μόνες, η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει αρκετούς καλούς υπουργούς, υφυπουργούς και στελέχη που γνωρίζουν το αντικείμενό τους, με δεδομένο ότι υπάρχει η πολιτική βούληση, γιατί αυτή υπήρχε και στις προηγούμενες κυβερνητικές θητείες υπό τον ίδιο πρωθυπουργό. Οπως έχει και αρκετούς που αποδεικνύονται κατώτεροι των περιστάσεων, αλλά αυτά συμβαίνουν πάντοτε σε όλους τους χώρους στη δημόσια ζωή, όπως και στις ιδιωτικές επιχειρήσεις. Εχει σημασία όμως να αναδεικνύονται και να επισημαίνεται όταν γίνεται μια καλή αρχή σε έναν τομέα, όπως και το αντίθετο, για να υπάρχει αποτέλεσμα. Και η χώρα χρειάζεται αποτέλεσμα σε δεκάδες θέματα που έχει μείνει απελπιστικά πίσω από την υπόλοιπη Ευρώπη.