Με βάση τις τελευταίες εξελίξεις, οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι η πιο καθοριστική διαφορά τους είναι πως ο νυν πρωθυπουργός μαθαίνει γρήγορα από τα λάθη του και κάνει ό,τι μπορεί να τα διορθώσει, ενώ ο τέως συνεχίζει με ακατανόητη επιμονή να επαναλαμβάνει όσα στο παρελθόν τον οδήγησαν στην πτώση.

Σχεδόν τέσσερα χρόνια στα «θρανία της αντιπολίτευσης» και ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει σαν να μην έμαθε τίποτα. Εξακολουθεί να βάζει απέναντί του την κοινή λογική, μεγάλα τμήματα της κοινωνίας, επαγγελματίες, ομάδες εργαζομένων, χωρίς κανέναν ουσιαστικό λόγο. Μοναδική εξήγηση, κάποιες ιδεοληψίες που ακολουθούν το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης από την εποχή του 3%, που καθόλου δεν συνάδουν με τη νέα προσπάθεια επιστροφής στην εξουσία.

Παράδειγμα πρώτο, δεν μπορεί να υπάρξει καμία ερμηνεία στην προχθεσινή απόφαση να ψηφίσει «παρών» στη Βουλή για το Market Pass που αποφάσισε και υλοποιεί η κυβέρνηση. Καταρχάς, η κοινή γνώμη δυσκολεύεται να κατανοήσει τι σημαίνει το «παρών» σε ένα τέτοιο θέμα. Η τοποθέτηση ενός πολιτικού κόμματος στη Βουλή και στον δημόσιο λόγο δεν μπορεί παρά να είναι ή υπέρ ή κατά. «Παρών» τι σημαίνει, άραγε; Προφανώς ο ΣΥΡΙΖΑ και ο αρχηγός του υποψιάζονται -και δεν έχουν άδικο σε αυτό- ότι η κυβέρνηση με τη χορήγηση του επιδόματος επιχειρεί να μετριάσει τις συνέπειες της ακρίβειας για τα νοικοκυριά και να ωφεληθεί εκλογικά. Είναι όμως αυτός λόγος να μην ψηφίσει «ναι»; Δηλαδή, να μη στηριχθούν τα νοικοκυριά έστω και με αυτό το μικρό βοήθημα; Αν τους φαίνεται λίγο στην Κουμουνδούρου, ας προτείνουν μεγαλύτερο. Ή πάλι μπορούν να καταφύγουν στο παλιό, γνωστό σλόγκαν «πάρτε τα και μαυρίστε τους», αφού διαβλέπουν χαρακτηριστικά ψηφοθηρίας στην κυβερνητική απόφαση. Στο επιτελείο του Τσίπρα δεν έχουν ακόμη καταλάβει πως όταν μια κυβέρνηση ξεφουσκώνει κανένα ψηφοθηρικό μέτρο δεν μπορεί να τη σώσει; Υπάρχουν τόσο ιστορικά παραδείγματα, με πιο πρόσφατο εκείνο με τη 13η σύνταξη που οι ίδιοι έδωσαν τον Μάιο του 2019 λίγο πριν το βατερλό των ευρωεκλογών που οδήγησε στην οδυνηρή ήττα της 7ης Ιουλίου.

Δεύτερο παράδειγμα, το επίδομα των 600 ευρώ στους αστυνομικούς και τους λιμενικούς που ανακοίνωσε ο Μητσοτάκης. Στην αρχή είπε «όχι», μετά «ναι», και στο τέλος προκάλεσε εσωτερική κρίση και διχασμό για το ποια θέση έπρεπε να υποστηρίξει. Επειδή μια ελάχιστη μειοψηφία, στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, κουβαλάει χρόνια τώρα… μίσος για τους ένστολους εργαζομένους, θεωρούν ότι δεν δικαιούνται καμιά οικονομική βοήθεια και πρέπει να πεθαίνουν της πείνας. Μπορεί όμως αυτό να αποτελεί θέση ενός κόμματος εξουσίας; Είναι όλοι οι αστυνομικοί, οι λιμενικοί -και πιθανόν αύριο οι στρατιωτικοί- ψηφοφόροι του Μητσοτάκη; Προφανώς όχι.

Η εμμονή του ΣΥΡΙΖΑ στα λάθη του παρελθόντος συνεχίζεται και σε θέματα πολιτικής τακτικής. Διαπιστώνεται καθημερινά μια δυσανεξία και ενόχληση με τις εταιρείες δημοσκοπήσεων. Υπάρχει μια συνεχής προσπάθεια υπονόμευσης της αξιοπιστίας τους με διάφορους τρόπους. Ενοχλεί την Κουμουνδούρου το γεγονός ότι 3,5 χρόνια μετά τις προηγούμενες εκλογές η δημοσκοπική ψαλίδα παραμένει κοντά στις 8 μονάδες με την αξιωματική αντιπολίτευση να καταγράφει, παραδόξως, υψηλότερες απώλειες από την κυβέρνηση. Και αντί αυτό να αποτελέσει «καμπανάκι» κινδύνου και να οδηγήσει στις αναγκαίες αλλαγές, τους φταίνε τα… γκάλοπ! Δεν τους προβληματίζει το κακό μήνυμα, αλλά τους φταίει ο «ταχυδρόμος». Και εδώ υπάρχει το ιστορικό προηγούμενο των εκλογών του 2019. Ολες οι δημοσκοπήσεις έδειχναν τον ΣΥΡΙΖΑ να ηττάται με μεγάλη διαφορά, αλλά εκείνοι πίστευαν το αντίθετο. Τελικά, είδαμε ποιοι δικαιώθηκαν από τα αποτελέσματα.

Αυτή την εποχή όλα τα γκάλοπ δείχνουν περίπου την ίδια εικόνα. Δεν μπορεί να είναι όλα «στημένα» από την κυβέρνηση και σε κάθε περίπτωση αν ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κάποιο που δείχνει τα αντίθετα, ας το πει.