Παρακολουθώντας κανείς τα αστυνομικά δελτία των τελευταίων χρόνων, με μια σειρά από εγκλήματα που έχουν να κάνουν με βιασμούς ανηλίκων, εκπορνεύσεις ανηλίκων, ασέλγειες σε παιδιά, γυναικοκτονίες, ενδοοικογενειακή βία, σεξουαλικές παρενοχλήσεις, εκδικητική πορνογραφία, παιδική εγκληματικότητα, παρενοχλήσεις στους εργασιακούς χώρους, βιαιότητες σε ζώα κ.λπ., θα έλεγε κανείς πως έχουμε μετατραπεί ως κοινωνία σε μια ζούγκλα που ελάχιστα διαφέρει από τα Σόδομα. Είναι όμως έτσι ή η ευρεία διακίνηση αυτών των πληροφοριών μέσα από τα social media μεγεθύνει την εικόνα;

Αναρωτιέμαι αν τέτοια στενάχωρα και θλιβερά γεγονότα, που πολλές φορές δεν τα αντέχει ο νους, δεν συνέβαιναν και παλιότερα και απλά δεν τα μαθαίναμε. Δεν ξέρω σε ποια έκταση αλλά έχω την αίσθηση πως σε όλες τις κοινωνίες, όπως και στη δική μας, συνέβαιναν τέτοια ειδεχθή και αποτρόπαια εγκλήματα αλλά τα περισσότερα «κουκουλώνονταν» γιατί ο φόβος της διαπόμπευσης ήταν μεγαλύτερος από αυτά που περνούσαν τα θύματα των κακοποιητικών συμπεριφορών.

Εμεναν σε κλειστούς τοίχους και τα θύματα σήκωναν αβοήθητα τον σταυρό του μαρτυρίου τους. Οι βιαζόμενοι και οι βιαζόμενες, οι κακοποιημένες γυναίκες και παιδιά και οι εκβιαζόμενες γυναίκες δεν άντεχαν τη βάσανο να πάνε στην αστυνομία, να καταγγείλουν και στη συνέχεια να σταθούν απέναντι στον θύτη τους σε κάποια αίθουσα δικαστηρίου για να εξιστορήσουν τα δεινά τους.

Σήμερα, η κατάσταση, σε έναν βαθμό, έχει αλλάξει και όλο περισσότερα θύματα κακοποιητικών συμπεριφορών, υψώνουν το ανάστημα τους και λένε «ως εδώ».

Σαφώς κι είναι πολύ περισσότερα τα θύματα από αυτά που βλέπουμε να δημοσιοποιούνται, αλλά φρονώ πως ως κοινωνία είμαστε πιο υπεύθυνοι, ευαισθητοποιημένοι και πιο αλληλέγγυοι με τα θύματα. Κι είναι σημαντικός ο ρόλος των διαφόρων κινημάτων και οργανώσεων που περιθάλπουν τα θύματα και τους δίνουν τη δύναμη και τη φωνή να καταγγείλουν και να πάρουν πίσω τις ζωές τους. Οι «νταήδες» που με τη σωματική τους υπεροχή ή τη δύναμη που τους δίνει η θέση εξουσίας, αντιμετωπίζονται πλέον όπως τους αρμόζει. Ως εγκληματίες. Κι είναι αυτοί οι αποδιοπομπαίοι και οι κατάπτυστοι και όχι τα θύματά τους.

Είμαστε, θαρρώ, σε καλό δρόμο γιατί έχουν γίνει αρκετά βήματα στις αντιλήψεις της κοινωνίας γι’ αυτά τα εγκλήματα, αλλά μένει να γίνουν πολλά ακόμα για να απομονωθούν και να εξοβελιστούν από την κοινωνία όλοι αυτοί οι ανώμαλοι με τα άρρωστα μυαλά τους. Όπως πρέπει να γίνουν και πολλά άλλα, στον Ποινικό κώδικα, με την αυστηροποίηση των ποινών και τη γρήγορη εκδίκαση αυτών των εγκλημάτων.

Πάντως, παρά τον ορυμαγδό των φρικτών αυτών ειδήσεων και αποκαλύψεων που είναι γροθιά στο στομάχι, δεν νομίζω πως γίναμε ξαφνικά μια άλλη κοινωνία, μια άλλη χώρα. Τα στατιστικά άλλωστε της αστυνομίας δεν μαρτυρούν κάποια γενικευμένη έξαρση. Οφείλουμε όμως ως κοινωνία και ως πολιτεία να είμαστε σε εγρήγορση, να πατάσσουμε χωρίς δεύτερη σκέψη όλες εκείνες τις εστίες εγκληματικότητας και βίας έναντι ανυπεράσπιστων γυναικών και παιδιών, γιατί τέτοια φαινόμενα δεν πρέπει να μένουν στο σκοτάδι και την ατιμωρησία, στην εποχή της άκρατης δημοσιοποίησης -ακόμα και ασήμαντων γεγονότων- μέσω των social media.