Την εποχή της κρίσης, και ιδιαίτερα στο διάστημα 2010-15, πάνω από 500.000 Ελληνες εγκατέλειψαν τη χώρα μας ψάχνοντας κάποια καλή προοπτική στο εξωτερικό. Ηταν οι εποχές που η ανεργία, ιδιαίτερα στους νέους, πλησίαζε και ξεπερνούσε το 40%. Είμαι της άποψης ότι ενώ βραχυπρόθεσμα η φυγή αυτή στέρησε από την Ελλάδα ένα εξαιρετικό ανθρώπινο δυναμικό, σήμερα, 10 χρόνια μετά, υπάρχουν πολλά στελέχη που με νέες εμπειρίες από άλλες αγορές, με νέες ικανότητες και παραστάσεις, με πολλές επαφές είναι έτοιμα να επιστρέψουν στην πατρίδα. Αλλωστε, όλοι μας αναφερόμαστε σήμερα, μεταξύ άλλων, στον Αλμπερτ Μπουρλά, ο οποίος φεύγοντας από την Ελλάδα τη δεκαετία του 1990 διέπρεψε στην Αμερική και σήμερα -όλος υπερηφάνεια- δημιουργεί θέσεις εργασίας στην αγαπημένη του (μας) Θεσσαλονίκη. Κάθε χρόνο το IMD World Competitiveness Center της Ελβετίας διεξάγει μια έρευνα που την ονομάζει World Talent Ranking (Παγκόσμια Κατάταξη Ταλέντου). Πρόκειται για μια δημοσίευση που αξιολογεί τον βαθμό στον οποίο οι οικονομίες αναπτύσσονται, προσελκύουν και διατηρούν επαγγελματίες υψηλής ειδίκευσης.

Η δημοσίευση αυτή αφορά 63 χώρες και τα αποτελέσματα του 2019 τοποθετούν την Ελλάδα 4 θέσεις πάνω από το 2018, στην 40ή θέση. Οι 13 πρώτες ήταν Ελβετία, Δανία, Σουηδία, Αυστρία, Λουξεμβούργο, Νορβηγία, Ισλανδία, Φινλανδία, Ολλανδία, Σιγκαπούρη, Γερμανία, ΗΠΑ, Καναδάς. Με βάση την έρευνα, η μεθοδολογία της Παγκόσμιας Κατάταξης Ταλέντου ορίζει την Ανταγωνιστικότητα Ταλέντου βάσει τριών κυρίως παραγόντων: α) Επενδύσεις και Ανάπτυξη (Investment and Development). Η Ελλάδα βρίσκεται χαμηλά στο συνολικό κονδύλι παιδείας/ΑΕΠ, στην εκπαίδευση των εργαζομένων στις επιχειρήσεις, στις υποδομές Υγείας, ενώ σκοράρει εξαιρετικά υψηλά στη σχέση καθηγητών ανά μαθητή, έχοντας τον δεύτερο καλύτερο δείκτη από τις 63 χώρες. β) Πόσο αρέσει η χώρα (appeal). Η Ελλάδα μας, δυστυχώς, βρίσκεται στην 60ή θέση στο brain drain και στην 58η θέση στη δυνατότητα να προσεγγίσει ταλέντα (brain gain). Ταυτόχρονα, μέχρι τώρα οι πολύ υψηλοί φόροι μάς τοποθετούσαν στην 44η θέση. Σκοράρει καλά στο κόστος ζωής, στις αμοιβές των στελεχών, ενώ περιέργως πώς στην ποιότητα ζωής βρίσκεται στην 42η θέση. γ) Ετοιμότητα (readiness).

Η Ελλάδα, δυστυχώς, σκοράρει πολύ χαμηλά στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση καθώς και στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Αντίθετα, σκοράρει πολύ υψηλά στην ύπαρξη εξειδικευμένου εργασιακού δυναμικού και στην ύπαρξη πολλών Ελλήνων με μεταπτυχιακό τίτλο. Πού είμαστε λοιπόν σήμερα; Διάβαζα το καλοκαίρι μια συνέντευξη του Μάνου Πανώριου, Managing Partner της Stanton Chase Athens, ο οποίος τόνιζε: «Εχουμε επιτύχει να επαναπατρίσουμε στην ελληνική αγορά σημαντικά στελέχη από προηγμένες αγορές, που ίσως μπορούν να μεταλαμπαδεύσουν γνώση και εμπειρία από πιο οργανωμένα πολυεθνικά περιβάλλοντα, προσθέτοντας αξία στο ελληνικό επιχειρείν. Αποτελεί, μάλλον, γενική παραδοχή ότι τα τελευταία δύο χρόνια, με τη σταδιακή σταθεροποίηση και ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, αυξήθηκε η διάθεση των Ελλήνων του εξωτερικού για επιστροφή, με την υψηλή φορολόγηση, όμως, να αποτελεί βασική τροχοπέδη στην προσέλκυσή τους.

Η πρόσφατη κρίση του COVID-19 δημιουργεί επιπλέον πεδίο στη θετική διάθεση των Ελλήνων του εξωτερικού να επανεξετάσουν την επιστροφή τους, σε συνδυασμό με τη σχετική ασφάλεια που φαίνεται πως παρέχει η χώρα μας ως αποτέλεσμα της θετικής αντιμετώπισης του πρώτου κύματος του ιού. Είμαστε σε επικοινωνία με πολλούς υποψηφίους σε παγκόσμιο επίπεδο και πάντα προσπαθούμε να προσελκύσουμε ικανά στελέχη, στοχεύοντας στο added value που μπορούν να προσφέρουν με την ευρύτητα των εμπειριών και της γνώσης που φέρουν». Καθώς μιλούσα πρόσφατα μαζί του, μου επεσήμανε και νέους θετικούς παράγοντες, όπως το γεγονός ότι μεγάλες αγορές του εξωτερικού δεν έχουν πλέον ανάπτυξη και ότι αρκετοί Ελληνες του εξωτερικού εργάζονται μέσω τηλεργασίας από την Ελλάδα και σιγά-σιγά καταλαβαίνουν την -πολύ καλύτερη- ελληνική πραγματικότητα. Οι συνθήκες είναι ώριμες. Κάτι σίγουρα αλλάζει… Πολύ πρόσφατα για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της υψηλής φορολογίας ψηφίστηκε ένας νέος νόμος. Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, δίνεται η δυνατότητα -σε όσους επιστρέφουν στην Ελλάδα- απαλλαγής από τον φόρο εισοδήματος και από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης του 50% του εισοδήματος που θα αποκτούν στην Ελλάδα για 7 χρόνια μη εφαρμογής της ετήσιας αντικειμενικής δαπάνης για κατοικία και επιβατικό αυτοκίνητο ιδιωτικής χρήσης.

Με πολύ γρήγορους υπολογισμούς ένας εργαζόμενος στο εξωτερικό, που λαμβάνει 3.000 ευρώ καθαρά τον μήνα, θα λαμβάνει στην Ελλάδα τουλάχιστον 4.000 ευρώ καθαρά. Φυσικά το οικονομικό κίνητρο δεν είναι το μόνο για να γυρίσει κάποιος στην πατρίδα μας. Οπως τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε μια πρόσφατη τηλεδιάσκεψή του με Ελληνες του εξωτερικού: «Πολύ μεγαλύτερη σημασία έχουν οι μακροπρόθεσμες προοπτικές της χώρας, εάν έχουμε αφήσει οριστικά πίσω μας την κρίση, εάν υπάρχει πολιτική σταθερότητα, εάν τελικά υπάρχουν αξιοκρατία, ένα αποτελεσματικό κράτος και μια οικονομία η οποία μπορεί να προσφέρει περισσότερες ευκαιρίες απασχόλησης από αυτές που προσφέρει σήμερα». Προσωπικά, θαυμάζω πολύ τους ανθρώπους που έμειναν στη χώρα μας και που το πολεμήσανε και το πολεμάνε ακόμα και τώρα. Χαίρομαι πολύ όταν διαβάζω στο «Πρώτο Θέμα» για τρεις νέους ανθρώπους (όλοι κάτω των 30 χρόνων) με πολύ καλές σπουδές στο εξωτερικό, οι οποίοι επέστρεψαν στην Ελλάδα και αποφάσισαν να επενδύσουν και να ιδρύσουν μια startup στον χώρο της ενοικίασης αυτοκινήτων με εξαιρετικό concept. Η εταιρεία αυτή, η Flex Car, σε σύντομο χρονικό διάστημα πάτησε καλά στα πόδια της και μέσα από την εξωστρέφειά της ετοιμάζεται για την αγορά της Ιταλίας. Γνώρισα από κοντά τους ανθρώπους αυτούς και χαίρομαι που πίστεψαν στην Ελλάδα και στην προοπτική της. Η Ελλάδα μας προοδεύει. Η Ελλάδα μας μπορεί. Οι προκλήσεις είναι τεράστιες.

Το πακέτο Πισσαρίδη, εάν υλοποιηθεί σωστά, μπορεί να αλλάξει τη χώρα μας. Εγραφα πριν από έναν χρόνο: «Οι προσδοκίες μεγαλώνουν. Η ελπίδα όλων μας να γίνουμε μια κανονική χώρα με κανόνες και υπευθυνότητα είναι ζωντανή. Η ευθύνη όλων μας είναι πολύ μεγάλη. Η ευκαιρία πολύ σημαντική. Ας την αξιοποιήσουμε. Τα τελευταία δέκα χρόνια μάς δοκίμασαν σε όλα τα επίπεδα».

Οι τελευταίοι εννέα μήνες μάς ανάγκασαν να αλλάξουμε και να προσαρμοστούμε. Σε τέσσερις-πέντε μήνες από σήμερα η ζωή μας θα επανέλθει σταδιακά σε μια κανονικότητα. Μάθαμε πολλά. Με επώδυνο τρόπο. Ας μην ξεχάσουμε. Ας θέσουμε ως εθνικό μας στόχο να κάνουμε την Ελλάδα μας πρωταγωνίστρια στην προσέλκυση και την επιστροφή των ανθρώπων μας – σε μια χώρα που θα μπορεί να τους παρέχει ό,τι τους παρέχει η εργασία στην ξενιτιά. Και ας μην ξεχνάμε ποτέ ότι η λέξη «νοσταλγία» είναι ελληνική, μεταφρασμένη αυτούσια σε πολλές γλώσσες.