Επιτρέπεται στην εφαρμογή GPS να «βλέπει» πού είστε και να ξέρουν το όνομά σας μέσω της εφαρμογής αναγνώρισης προσώπων που έχετε κατεβάσει.

Το περιστατικό αυτό δεν είναι τελείως φαντασιακό. Συνέβη στην Κίνα στα μέσα του περασμένου Μαρτίου και είναι ενδεικτικό των προσπαθειών που κάνουν διάφορα κράτη να αυξήσουν την παρακολούθηση των πολιτών τους με στόχο τον περιορισμό της διάδοσης του Covid-19. Μια προσπάθεια που άρχισε αμέσως μόλις συνειδητοποιήθηκε το μέγεθος της απειλής του ιού παγκοσμίως. Όμως η προσπάθεια αυτή έχει ξεσηκώσει πολλές συζητήσεις, αμφισβητείται από πολλούς ενώ οι πιο ψύχραιμοι, θέτουν εύλογα ερωτήματα.

Η ανάγκη, τα μέσα και οι στόχοι

Αυτή την στιγμή όλες σχεδόν οι χώρες της Ευρώπης βρίσκονται σαφώς στην φάση Β’ της αντιμετώπισης του Covid-19, που συνίσταται στην τμηματική χαλάρωση των περιορισμών προς όφελος του ανοίγματος της οικονομίας για να περιοριστούν οι επιπτώσεις από την πανδημία ειδικά πλέον κατά το αναμενόμενο 2ο κύμα του ιού.

Η τεχνολογία αντέδρασε αμέσως στην πρόκληση και από τις αρχές της πανδημίας, πληθώρα εταιριών άρχισαν να εργάζονται ώστε να παρουσιάσουν αποτελεσματικές εφαρμογές που θα μπορούσαν να βοηθήσουν. Μέσο όλων αυτών των εφαρμογών είναι, το smart phone. Πρόκειται εφαρμογές ιχνηλάτησης (tracking apps) που ο ενδιαφερόμενος χρήστης κατεβάζει στο κινητό του

Δύο είναι τα βασικά μέσα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν και ευτυχώς και τα δύο είναι άμεσα διαθέσιμα: το GPS και το Bluetooth. Και τα δύο χρησιμοποιούνται με στόχο να ενημερώσουν τους χρήστες ότι ήρθαν σε κοντινή επαφή για κάποια χρονικό διάστημα με άτομο φορέα του ιού. Το μεν GPS βασίζεται στα διασταυρούμενα ίχνη των χρηστών μεταξύ τους, το δε Bluetooth στην εγγύτητα των smart phones.

Οι στόχοι αυτών των εφαρμογών ιχνηλάτησης μπορούν να συνοψιστούν στους εξής:

· Να προσδιορίζουν ποιος είναι φορέας του ιού και να εμποδίζουν την μετάδοσή του μέσω των επαφών του,

· Να καταγράφουν και να ελέγχουν τον βαθμό τήρησης των περιοριστικών μέτρων,

· Να προβλέπουν πώς θα εξαπλωθεί η πανδημία,

· Να ελέγχουν ότι οι ασθενούντες από τον ιό παραμένουν στην κατοικία τους,

Αγαθές προθέσεις, εύλογες όμως και οι ανασφάλειες.

Ειδικά όσον αφορά σε όσους έχουν νοσήσει από τον ιό αλλά ενδεχομένως και όσους είναι ύποπτοι πως θα νοσήσουν πχ μετά από επαφή με τους πρώτους, αναγκαστικά τα σχετικά στοιχεία που θα συλλέγονται θα κατευθύνονται ως οφείλουν προς κάποιες εξειδικευμένες προς τούτο κυβερνητικές υπηρεσίες για να αναλαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα σε επίπεδο είτε προσωπικής πληροφόρησης είτε αποφυγής συγκεκριμένων εστιών μετάδοσης.

Ακούγεται πολύ λογικό και έτσι είναι. Όμως ένα βασικότατο ερώτημα που τίθεται είναι αν οι κυβερνήσεις απολαμβάνουν της εμπιστοσύνης των πολιτών ως προς την ορθή χρήση των εισερχόμενων προσωπικών στοιχείων των χρηστών. Και εδώ δυστυχώς τα πράγματα δεν είναι καλά για αυτές. Αλλά ούτε και για τις εταιρείες, που προτείνουν τέτοιες εφαρμογές. Η εμπιστοσύνη των πολιτών ως προς την χρήση προσωπικών δεδομένων είναι πολύ χαμηλή και αυτό δεν προβλέπετε να αλλάξει. Το θέμα της ορθής χρήσης των στοιχείων είναι το κύριο θέμα που αντιμετωπίζουν οι εφαρμογές αυτές. Υπάρχουν όμως και άλλα:

Αποτελεσματικότητα και συμμετοχή

Για παράδειγμα, πόσο αξιόπιστο μπορεί να είναι ένα δεδομένο μέσω του Bluetooth όταν το ύποπτο άτομο βρίσκεται για λίγη ώρα κοντά σε ένα άλλο και ταυτόχρονα τα χωρίζει ένας τοίχος πχ ενός διαμερίσματος; Το Bluetooth θα λειτουργήσει σημαίνοντας συναγερμό, όμως ο ιός είναι αδύνατον να μεταδοθεί. Ή πόσο αξιόπιστη μέσω GPS μπορεί να είναι μια «επικίνδυνη στενή επαφή δυο ατόμων που τυχαίνει να βρίσκονται απλώς σε διαφορετικό όροφο του ίδιου κτίσματος; Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει πως και τα δύο αυτά συστήματα είναι σε θέση να δώσουν ορθά και εκμεταλλεύσιμα στοιχεία στην μεγάλη πλειονότητά τους, όμως διαπιστώνονται και περιπτώσεις που τα στοιχεία αυτά μπορεί να μην είναι απόλυτα αξιόπιστα και να οδηγήσουν σε λανθασμένες αποφάσεις ή ενημέρωση των εμπλεκομένων.

Επίσης, για να είναι ουσιωδώς χρήσιμες, πρέπει να χρησιμοποιηθούν από ένα ικανό ποσοστό του πληθυσμού μιας χώρα. Μόνο τότε τα στοιχεία που συλλέγονται θα είναι πραγματικά υποβοηθητικά στις αρχές.

Με ποια κριτήρια λοιπόν οι απαντήσεις;

Με ποια κριτήρια θα μπορούσε ένας πολίτης να διαμορφώσει μια ορθολογική απάντηση στο ερώτημα αν τελικά θα πρέπει να κατεβάσει αυτές τις εφαρμογές;

Ένας τρόπος είναι να αποπειραθεί να απαντήσει με απόλυτα συναισθηματικούς όρους εστιάζοντας μόνο στις τυχόν ατέλειες των συστημάτων ή –κυρίως- στον φόβο κακής χρήση προσωπικών δεδομένων. Μπορεί να είναι κάτι τέτοιο χρήσιμο στην παρούσα τουλάχιστον συγκυρία;

Σε μια τέτοια κρίσιμη στιγμή θα ήταν λάθος να αφεθούν να αποφασίσουν μόνοι τους μόνο με βάση τις ήδη δημιουργημένες από το παρελθόν δίκαιες εν πολλοίς αμφιβολίες ή την επιρροή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Είναι ευθύνη των κυβερνήσεων να πείσουν ενημερώνοντας και επιβάλλοντας ένα ξεκάθαρο λειτουργικό πλαίσιο ελέγχου. Άμεσα γιατί Covid-19 δυστυχώς δεν περιμένει.

Από την άλλη όμως ίσως και ο κάθε πολίτης να πρέπει να ενεργοποιηθεί και από μόνος του και μάλιστα προς τέσσερις κατευθύνσεις: Πρώτον, να απαιτήσει από τις κυβερνήσεις τα εχέγγυα εκείνα της χρηστής χρήσης των εφαρμογών αυτών αλλά και της οριστικής διακοπής τους μετά το πέρας της πανδημίας. Δεύτερον, να ενημερωθεί αυστηρά και με λογική για τις δικλείδες ασφαλείας που προσφέρουν οι εφαρμογές αυτές. Τρίτον να σκεφτεί σοβαρά, παρ’ όλες τις εύλογες ανησυχίες περί ιδιωτικότητας, αν θα υιοθετήσει τις εφαρμογές αυτές σε όποιες χώρες εφαρμοστούν, έστω με τα μειονεκτήματά τους. Τέταρτον, να τις διακόψει μετά το τέλος της πανδημίας.

Είναι σαφές ότι οι αποφάσεις αυτές δεν είναι εύκολες. Ίσως όμως να είναι οι μόνες λογικές και ψύχραιμες σε μια εποχή απαιτητική και δύσκολη , αλλά ας ευχηθούμε σύντομης διάρκειας, που όμως έχει το τεράστιο θετικό, πως άπαντες, ειδικά όσοι παίρνουν αποφάσεις είτε σε κυβερνητικό, είτε σε οικονομικό, είτε σε κοινωνικό επίπεδο θα έχουν πολλά και κρίσιμα νέα ερωτήματα να απαντήσουν. Για το καλό όλων.

ΥΓ: Ευτυχώς στην χώρα μας κυρίων λόγω των πολύ καλών επιδόσεων δεν έχει τεθεί τέτοιο θέμα. Ευχή όλων το αναμενόμενο δεύτερο κύμα του να μην έχει την ένταση του πρώτου, ώστε να αποφευχθούν επιπλέον διλήμματα.