Αντιμέτωπη με δύο οξυμένα κοινωνικά προβλήματα, τους αγρότες στα μπλόκα και τις 50.000 εγχειρήσεις που εκκρεμούν στα δημόσια νοσοκομεία, η κυβέρνηση έπραξε το αυτονόητο

Μείωσε την τιμή του αγροτικού ρεύματος, γιατί η ΔΕΗ με την υψηλή της κερδοφορία μπορεί να επωμιστεί το σχετικό κόστος, και δρομολογεί τη δωρεάν λειτουργία των απογευματινών ιατρείων με χρήματα του Ταμείου Ανάκαμψης. Οταν έχεις την ευθύνη διακυβέρνησης μιας χώρας και καλείσαι να αντιμετωπίσεις κρίσεις αυτού του μεγέθους, δεν έχεις πολλές επιλογές. Το κράτος πρέπει να βοηθήσει οικονομικά τους αγρότες να ζήσουν και τους ασθενείς να βρουν την υγειά τους.

Είναι όμως αυτή η ενδεδειγμένη αξιοποίηση της υψηλής κερδοφορίας της ΔΕΗ και των κονδυλίων που προσφέρει στη χώρα μας το Eυρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης; Δηλαδή τι έχει ή τι θα έπρεπε να έχει προτεραιότητα; Η αντιμετώπιση μιας κρίσης ή η δημιουργία υποδομών και συνθηκών που θα αλλάξουν τον πρωτογενή τομέα στη χώρα μας προς όφελος των αγροτών, των καταναλωτών και της εθνικής οικονομίας. Η αποσυμφόρηση των χειρουργείων ή η αγορά σύγχρονου νοσοκομειακού εξοπλισμού και η πρόσληψη γιατρών και νοσηλευτών που θα εδραίωναν την ομαλή λειτουργία του ΕΣΥ και θα απέτρεπαν να δημιουργηθούν ουρές χιλιάδων ασθενών που χρειάζεται να εγχειριστούν; Με λίγα λόγια, τι είναι καλύτερο; Η αντιμετώπιση ενός έκτακτου περιστατικού την τελευταία στιγμή υπό συνθήκες αφόρητης πίεσης ή ο προσεκτικός σχεδιασμός και η αναζήτηση ρεαλιστικών λύσεων με νηφαλιότητα;

Δεν ξέρω αν θα συνεχιστούν και για πόσο οι αγροτικές κινητοποιήσεις. Θυμάμαι όμως ότι από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 μέχρι και σήμερα διοχετεύτηκε στους Ελληνες αγρότες ένα μεγάλο μέρος από τα συνολικά 120 δισ. ευρώ που πήρε η χώρα μας με τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα (ΜΟΠ), το πακέτο Ντελόρ, το πακέτο Σαντέρ, το Γ’ ΚΠΣ ή τα ΕΣΠΑ. Θυμάμαι επίσης την κριτική που γίνεται κατά καιρούς «για τις επιδοτήσεις που έγιναν τζιπ, ποτά και… Βουλγάρες» ή για το περίφημο «όλα τα κιλά, όλα τα λεφτά». Δηλαδή πώς οι ευρωπαϊκές επιδοτήσεις, αντί να επενδυθούν στις υποδομές, στον εκσυγχρονισμό της υπαίθρου, στην αναδιάρθρωση των καλλιεργειών, με την προσαρμογή τους στις νέες καταναλωτικές ανάγκες και στην εκπαίδευση των αγροτών, έγιναν «εισόδημα» και ξοδεύτηκαν άφρονα εκεί που δεν έπρεπε.

Φέτος έχουν βγει στους δρόμους, εκτός από τους Ελληνες, και οι Ευρωπαίοι αγρότες κατακλύζοντας με τρακτέρ το Βερολίνο, το Παρίσι, τη Ρώμη ή τις Βρυξέλλες. Αν ρίξουμε όμως μια ματιά στα αιτήματα των μεν και των δε, θα διαπιστώσουμε ότι ελάχιστα είναι τα κοινά σημεία. Οι Ευρωπαίοι έχουν και φθηνότερο ρεύμα και φθηνότερο πετρέλαιο, αλλά θέλουν να καλλιεργούν περισσότερες εκτάσεις (να μην είναι υποχρεωτική η αγρανάπαυση) και να χρησιμοποιούν περισσότερα φυτοφάρμακα. Στην ελληνική ύπαιθρο, όπου και να ταξιδέψεις, θα συναντήσεις χιλιάδες στρέμματα καλλιεργήσιμης γης που παραμένουν χέρσα, όχι από ανάγκη, αλλά από επιλογή.

Ανάλογη είναι και η κατάσταση στον τομέα της υγείας. Εκτοξεύτηκαν οι δαπάνες τη δεκαετία του 2000, αλλά αξιόπιστο σύστημα υγείας με στέρεες υποδομές δεν μπορέσαμε να φτιάξουμε. Οι πόροι δαπανήθηκαν χωρίς πρόγραμμα και χωρίς στόχους για να ικανοποιηθούν τα συντεχνιακά αιτήματα, τα συμφέροντα και να κλείσουν όπως-όπως οι «τρύπες». Η μεγάλη δεκαετής κοινωνική και οικονομική κρίση που ακολούθησε έπρεπε να μας έχει κάνει σοφότερους στην αντιμετώπιση των προβλημάτων. Είναι καιρός να σοβαρευτούμε. Να τελειώσουμε τώρα με τα άμεσα προβλήματα και να ξαναρχίσουμε αλλιώς. Ως πότε θα επαναλαμβάνουμε τα ίδια και τα ίδια λάθη;