Από τη 17η Νοέμβρη του 1973, από την εξέγερση του Πολυτεχνείου, από την κατάληψη των φοιτητών στο εμβληματικό κτίριο της Πατησίων, που κράτησε περίπου 4 ημέρες, για να διαλυθεί αυταρχικά, από τη δικτατορία των συνταγματαρχών, πέρασαν 50 χρόνια.

Ενόψει της 50ής επετείου της κατάληψης, η οποία άλλαξε για πάντα τον ρου της σύγχρονης ιστορίας της χώρας, η Kapa Research παρουσίασε το τι πιστεύουν οι πολίτες για την εξέγερση – τα μηνύματά της, τα οράματα της «γενιάς του Πολυτεχνείου», αλλά και τον συμβολισμό στο σήμερα.

Έτσι, μισό αιώνα μετά, με βάση πάντα τα ευρήματα της τελευταίας έρευνας, η σημασία και ο καταλυτικός ρόλος του Πολυτεχνείου στην εξέλιξη της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας -ευτυχώς- δεν αμφισβητούνται: για τη μεγάλη πλειοψηφία η εξέγερση θεωρείται ένα σημαντικό γεγονός (70%), που επηρέασε θετικά την πορεία της χώρας (72%). Βέβαια, οι ελπίδες και τα οράματα της εξέγερσης, που άφησαν το στίγμα τους στη μεταπολιτευτική περίοδο, έχουν απολέσει μέρος της δυναμικής τους: σήμερα θεωρούνται – έστω και οριακά – περισσότερο ξεπερασμένα (51%) παρά επίκαιρα (47%).

Αντίστοιχα, ο μύθος που συνοδεύει τη γενιά του Πολυτεχνείου – κατόπιν της υπερ-εκμετάλλευσης από τη μία και της κατασυκοφάντησης από την άλλη – έχει φθαρεί: το 65% κρίνει αρνητικά πια τον ρόλο της στα πράγματα, ενώ -για το 60%- τα οράματά της έχουν κατά κύριο λόγο διαψευστεί. Οι ευθύνες που αποδόθηκαν στη γενιά αυτή για την οικονομική κρίση του 2010 φαίνεται να έχουν επιφέρει καίριο πλήγμα στην υστεροφημία της. Μόλις το 30% συνολικά την αξιολογεί «θετικά» (9%) ή «μάλλον θετικά» (21%) ενώ το 33% απαντά «μάλλον αρνητικά» και το 32% «αρνητικά».

Επίσης, οι ερωτώμενοι κλήθηκαν να σχολιάσουν τι συμβολίζει το Πολυτεχνείο, όπου και εδώ οι απόψεις σχεδόν διίστανται. Το 47% απάντησε «την ενότητα», ενώ το 41% σημείωσε «τον διχασμό». Ένα 12% δεν απάντησε, ή σημείωσε ότι δεν γνωρίζει. Όχι επειδή το μήνυμα της εξέγερσης κάπου ξεθώριασε στη μνήμη τους, αλλά επειδή κυριολεκτικά δεν γνωρίζουν. Εντάξει, δεν είναι και ριάλιτι στην τηλεόραση για να ξέρουν επακριβώς την πλοκή του…

Απέναντι σε αυτό το 12%, που για τέτοιο ιστορικό γεγονός αυτή η άγνοια δεν αποτελεί μικρό ποσοστό, η εξέγερση του Πολυτεχνείου στη μνήμη όσων την έζησαν παραμένει ίσως η κορυφαία συλλογική εποποιία μιας ολόκληρης γενιάς, το Πολυτεχνείο, ευτυχώς, ζει. Η σύγκρουση των φοιτητών το 1973, μέσα από την καταπίεση και την ανελευθερία, μετατράπηκε σε σύμβολο μιας εξέγερσης όπου κυριάρχησε το αυθόρμητο, μετουσιώθηκε σε μια κορυφαία αντιδικτατορική εκδήλωση που ξεπέρασε τις όποιες διαφορές στρατηγικής για το χτύπημα στο δικτατορικό καθεστώς. Όποιος έχει ζήσει εκείνη την εποχή και γνωρίζει τι σήμαινε ζύμωση, γραμμή, βήματα για την κατάκτηση του κοινού στόχου που ήταν να πέσει η χούντα, ξέρει ότι δεν υπήρχε σωστό ή λάθος εκ των προτέρων για τις όποιες στρατηγικές επιλογές.

Προσωπικά, δεν έζησα Πολυτεχνείο, επομένως υπάρχει λόγος σοβαρός, που ήμουν νέος χλιαρός. Αυτά μου ‘τύχαν, δυστυχώς, αλλά ποτέ δεν έπαψε να με απασχολεί αυτή η εποποιία και τα διδάγματά της, όπως και πολλούς άλλους – πάλι ευτυχώς. Το 1983, δέκα χρόνια μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου, ο Μανόλης Αναγνωστάκης αναρωτιόταν μέσα από τις στήλες της «Αυγής»: «Ποιοι είναι οι “κληρονόμοι” σήμερα του μηνύματος του Πολυτεχνείου, μια παράταξη, ένα κόμμα, μια ομάδα ή εν γένει ο ελληνικός λαός;». Το ερώτημα -δυστυχώς, εν προκειμένω- παραμένει ακόμη αναπάντητο. H εφετινή επέτειος του Πολυτεχνείου συμπίπτει με το ποιοι θα κατέβουν από τον ΣΥΡΙΖΑ στην καθιερωμένη πορεία, εάν θα πάει ο νέος πρόεδρος, η νεολαία, η παλαιά φρουρά, τι θα γίνει εάν συναντηθούν κ.λπ. Και ενώ ήδη στην κατάθεση στεφάνων έριξαν καφέδες στον Ανδρουλάκη. Πολιτικές και φασίζουσες μικρότητες, με άλλα λόγια, κι όλα αυτά ενώ πέρασαν 50 χρόνια από εκείνο το παγωμένο βράδυ του Νοεμβρίου του 1973, τότε που ο K. Λαλιώτης και ο Δ. Σταμέλος διάβαιναν τον καγκελόφρακτο αυλόγυρο του Πολυτεχνείου με τη λευκή σημαία στο χέρι για να διαπραγματευθούν την αναίμακτη αποχώρηση των εγκλείστων. Όλα αυτά, λίγες ώρες προτού το τανκ ισοπεδώσει την πόρτα που τους χώριζε από την Ιστορία. Σήμερα, το ορόσημο μιας εποχής, όπου όλα ήταν διαφορετικά, δυσκολεύεται όλο και πιο πολύ να διατηρήσει τη λάμψη του ως κορυφαίο αντιδικτατορικό γεγονός. Ο αγώνας της γενιάς του Πολυτεχνείου ως το 1981 «συνεχιζόταν», μετά «δικαιώθηκε», κατόπιν «προδόθηκε», κατά πολλούς. Σε κάθε περίπτωση, το Πολυτεχνείο είναι όλα αυτά που ήδη γνωρίζουμε, το Πολυτεχνείο ζει, όπου ακόμα και με τις διαφωνίες γύρω από τον μύθο του δεν μπορεί να ξεχαστεί. Για όλες εκείνες τις μανούλες που έχασαν τα μπουμπούκια τους καθ’ όλη τη διάρκεια της επταετίας.

«Τα νεαρά ζευγάρια σαν αστέρια / σ’ ομορφαίνουν μαύρη πολιτεία / Για μια στιγμή κρατιούνται από τα χέρια / σκοτώνονται στην άλλη τη γωνία / Στον δρόμο περπατούν αγκαλιασμένοι / κρυφομιλούν σε κάποιο καφενείο / κι όλοι οι νεκροί είναι πάλι αναστημένοι / σαν γονατίζουν στο Πολυτεχνείο / Παιδιά και τον αντέξατε τον δύσκολο καιρό / Δεν έχει ο έρωτας αρχή κι ο κόσμος τελειωμό», στους στίχους του Λειβαδίτη, που μελοποίησε ο Μίκης. Κι όπως έχει γράψει ο Πορτοκάλογλου, «Χούντα δεν θυμάμαι, μα ούτε ελευθερία, της μεταπολίτευσης καημένη γενιά…».