Το αίτημα ένταξης της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, και η πολύ σύντομη υλοποίηση της ένταξης, αποτελούν ένα γεγονός με κρίσιμη σημασία και για το ΝΑΤΟ αλλά και για την Ευρωπαϊκή Ένωση, με επιπτώσεις τόσο στο μέτωπο του πολέμου στην Ουκρανία όσο και στο γεωπολιτικό συσχετισμό δυνάμεων. Ας το πούμε έτσι: ο πόλεμος υπήρξε καταλύτης, αλλά ο καταλύτης δεν θα σταματήσει να λειτουργεί όταν τελειώσει ο πόλεμος.

Δυο παραδοσιακά ουδέτερες, γεωγραφικά κρίσιμες, οικονομικά και πολιτισμικά ισχυρές και τεχνολογικά προηγμένες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης εγκαταλείπουν την ουδετερότητα και τη στήριξη τους στην «ήπια ισχύ» και προστίθενται σε μια αμυντική οργάνωση και σε μια συνολική αναδιοργάνωση του ευρωπαϊκού σχεδίου, ενδυναμώνοντας και τα δύο.

Το ΝΑΤΟ διπλασιάζει σε μήκος, λόγω Φινλανδίας, τα χερσαία σύνορα του με τη Ρωσία –από 1215 σε 2555 χιλιόμετρα- και αποκτά, χάρις και στις δυο χώρες, αλλά κυρίως τη Σουηδία, στρατιωτικό υλικό υψηλότατης ποιότητας και ακρίβειας. Οι βαλτικές χώρες, επίσης γειτονικές, πρώην «δορυφορικές» και «στο μάτι» της Ρωσίας αποκτούν ένα εξαιρετικά σημαντικό «προκεχωρημένο φυλάκιο»: οι ειδικοί είχαν εγκαίρως προειδοποιήσει ότι, χωρίς δυνατότητα επέμβασης από το σουηδικό έδαφος, αέρα και θάλασσα, η υπεράσπιση των βαλτικών χωρών θα ήταν εξαιρετικά δύσκολη σε περίπτωση ρωσικής επίθεσης. Η Ρωσία, από την πλευρά της, δεν απειλείται, αλλά βρίσκεται, υπό μια έννοια, περικυκλωμένη από την εναντίον της άμυνα. Προφανώς δεν είναι κάτι που την ευχαριστεί, αλλά δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν το προκάλεσε η ίδια και δεν το περίμενε: οι αντιδράσεις Πούτιν-Λαβρόφ, μόλις επισημοποιήθηκε το αίτημα ένταξης, ήταν μάλλον αμήχανες και σίγουρα «μαγκωμένες» (το διάβημα θα έχει «σοβαρές συνέπειες», λες και αυτό και αυτό είναι συζητήσιμο), ενώ τα περιθώρια επιθετικών κινήσεων είναι υπαρκτά αλλά μάλλον περιορισμένα: παράλληλα, και ασφαλώς όχι άσχετα, με τη φινο-σουηδική πρωτοβουλία, τα μαντάτα είναι άσχημα για τη Ρωσία και στο μέτωπο του πολέμου (υποχώρηση στο Ντονμπάς, μεγάλες απώλειες σε ανθρώπινο δυναμικό), ενώ, τις ίδιες πάντα μέρες, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποδέσμευσε άλλα 500 εκατομμύρια από τον προϋπολογισμό της για στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία.

Αλλά και στο πολιτικό και οικονομικό πεδίο η επικείμενη ένταξη σπρώχνει τα πράγματα προς τα μπροστά. Σχεδόν άμεσα Φινλανδία και Σουηδία θα προσχωρήσουν στην όχι πολυάριθμη, μέχρις στιγμής, και με αριθμητικά επικεφαλής, για τους γνωστούς λόγους, την Ελλάδα, ομάδα χωρών που δαπανούν πάνω από το 2% τους ΑΕΠ τους για στρατιωτικές δαπάνες. Ειρωνεία της Ιστορίας: τη γενίκευση του κανόνα του 2%, αλλά για το ΝΑΤΟ, επεδίωκε, με τον αμίμητο τρόπο του, ο Τραμπ και «πετυχαίνει», χωρίς να το θέλει, ο Μπάιντεν. Ούτε αυτή η αύξηση είναι κάτι «ευχάριστο» -τίποτα δεν μπορεί να είναι ευχάριστο σε καιρό πολέμου-, αλλά είναι αναγκαία εκ των γεγονότων. Προοιωνίζεται δε μια, επίσης όχι ευχάριστη για κάθε μη φίλερι άνθρωπο αλλά αναπόδραστη λόγω της στάσης της Ρωσίας, «μετατόπιση ρόλου» για την Ένωση: η ισχύς της δεν θα περνά και δεν θα αναδεικνύεται πλέον μόνο, ούτε καν κυρίως, μέσα από την οικονομία και το εμπόριο. Το μεγάλο, εξαιρετικά δύσκολο, αλλά κυριολεκτικά υπαρξιακό στοίχημα είναι να μην ξεστρατίσει η Ευρώπη, ακόμα και μέσα στο καμίνι του πολέμου, αλλά κυρίως αργότερα, από τους εν ειρήνη και για την ειρήνη στόχους τους, με πρώτους την προστασία του περιβάλλοντος, του πολιτισμού και της ανθρωπιάς.

Μένει το αγκάθι της Τουρκίας, η οποία, σε πρώτο τουλάχιστον χρόνο, και με τη γνωστή της «διπλωματικότητα», έθεσε θέμα αν όχι μη επικύρωσης της ένταξης των δυο χωρών (απαιτείται υπερψήφιση από όλα τα μέλη του ΝΑΤΟ), πάντως παρεμπόδισης της. Ασφαλώς παραπλανητικό, αν όχι υποκριτικό, είναι το ενδιαφέρον της Τουρκίας για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας –σε λίγο η χώρα του Ερντογάν θα εμφανιστεί και ως φάρος της απανταχού δημοκρατίας- λόγω του ασύλου που παραδοσιακά δίνουν οι υπό ένταξη χώρες σε αγωνιστές της ελευθερίας, μεταξύ των οποίων και σε Κούρδους, αλλά και σε Τούρκους αντικαθεστωτικούς. Το κλειδί είναι αλλού: το καθεστώς Ερντογάν δυσκολεύει, ώστε να πάρει. Το ενδιαφέρει όχι μόνο η Τουρκία να γίνει, δια της τεθλασμένης, ισχυρότερος παίκτης εντός της ΝΑΤΟ και για τις διαφορές της με την Ελλάδα, αλλά και, ειδικά σε σχέση με τις υπό ένταξη χώρες, να «επανεξεταστεί» το εμπάργκο όπλων που τής είχαν επιβάλει Σουηδία και Φινλανδία, λόγω τουρκικής στρατιωτικής επίθεσης κατά Κούρδων, το 2019, στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στη Συρία.

Το πιθανότερο είναι ότι η «επανεξέταση» θα επιτευχθεί. Ώστε, μαζί ή με απρόθυμη την Τουρκία, η άμυνα του ΝΑΤΟ και της Ένωσης να ισχυροποιηθεί –με την ελπίδα ότι δεν θα χρειαστεί να χρησιμοποιηθεί.