Και η όλη προσπάθεια που καταβάλλεται από την κυβέρνηση είναι πώς θα περιοριστεί η δεδομένη ζημιά και πώς θα αμβλυνθούν όσο γίνεται οι επιπτώσεις σε επιχειρήσεις και εργαζομένους για τουλάχιστον ένα χρόνο από σήμερα.

Στα επιμέρους, όμως, είχε ενδιαφέρον το γεγονός ότι ενώ ο κ. Τσίπρας προσπάθησε να αναδείξει για άλλη μία φορά το «δυνατό του σημείο», που είναι η οικονομία κατά παλιότερη δήλωσή του, στο τέλος μάς άφησε με την απορία αν κατάλαβε τίποτα για τη λειτουργία της οικονομίας, παρότι επί 4,5 χρόνια είχε τις τύχες της χώρας και όλων ημών στα χέρια του. Αγιο είχαμε τελικά!

Ενας άνθρωπος που δεν έχει ξεδιαλύνει ακόμα βασικές έννοιες, όπως ο ετήσιος προϋπολογισμός, τα κοινοτικά κονδύλια και με ποιον τρόπο αξιοποιούνται και εγγράφονται αυτά, πώς διαμορφώνεται η ύφεση ή η ανάπτυξη από τρίμηνο σε τρίμηνο και πώς συγκρίνονται με αντίστοιχα άλλων ετών κ.λπ. Βγήκε και υποστήριξε πως το 4ο τρίμηνο του 2019 η κυβέρνηση εμφάνισε ύφεση της οικονομίας και πως η κυβέρνηση οδηγούσε τη χώρα στα βράχια πολύ πριν την πανδημία. Αγνοώντας ή με κουτοπονηριά παραβλέποντας ότι ο ίδιος είχε δώσει το κοινωνικό μέρισμα τον Δεκέμβρη του 2018, το οποίο και έπεσε στην κατανάλωση ενισχύοντας με αυτό τον τρόπο την ανάπτυξη. Το κοινωνικό μέρισμα του 2019, όμως, το μοίρασε και πάλι εκ του πονηρού προεκλογικά τον Μάιο του 2019 άνευ ψηφοθηρικού αποτελέσματος και επομένως δεν ήταν συγκρίσιμα τα δύο τρίμηνα του 2018 με του 2019. Παρέβλεψε επίσης τη δυναμική της οικονομίας στο πρώτο δίμηνο του 2020 που είχε ως αποτέλεσμα τη χαμηλή ύφεση (0,9%) στο τρίμηνο, που είναι καλύτερη επίδοση από τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, ακόμα και από τις ισχυρές οικονομίες.

Ολα αυτά βέβαια έχουν μικρή σημασία και ο λαός τα έκρινε και αποφάνθηκε πριν από ένα χρόνο.

Εκτοτε έχουν έρθει τα πάνω κάτω όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά σε ολόκληρο τον πλανήτη, καθώς η πανδημία προκαλεί μια οικονομική κρίση που όμοιά της δεν έχει ξανασυμβεί ούτε καν στο Μεγάλο Κραχ του 1929.

Η απάντηση δε στο ερώτημα πότε και πώς θα βγούμε από αυτή τη νέα πρωτόγνωρη κατάσταση δεν έχει να κάνει με οικονομικά μοντέλα που μπορούν να εφαρμοστούν από τα κράτη για την ανάταξη της παγκόσμιας οικονομίας, αλλά με τα αποτελέσματα -και πόσο γρήγορα θα έρθουν- της επιστημονικής κοινότητας που προσπαθεί να βρει το φάρμακο και το εμβόλιο για την αντιμετώπιση του COVID-19.

Αν δεν εκλείψει ο φόβος μετάδοσης του ιού από τις κοινωνίες και δεν επιστρέψουμε στην κοινωνική και εργασιακή κανονικότητα που είχαμε προ πανδημίας, αν δεν ξαναποκτήσουμε τις ελευθερίες μετακίνησης, όλες οι προσπάθειες θα κατατείνουν στον περιορισμό της ζημιάς και όχι στην ανάπτυξη και την οικονομική ευημερία.

Η χώρα μας, παρότι βγήκε πρόσφατα από την περιπέτεια των πολύχρονων μνημονίων και θα περίμενε κανείς να υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά, μέχρι στιγμής μοιάζει να στέκεται καλά σε σχέση με άλλες χώρες, τουλάχιστον με τα μέχρι τούδε στοιχεία.

Σαφώς και στο δεύτερο τρίμηνο, όπου περιλαμβάνεται το ολικό lockdown, η ύφεση θα είναι πέριξ του 15%. Σε ετήσια βάση, όμως, υπάρχει πλέον μια αισιόδοξη εκτίμηση, και όχι μόνο από τις ελληνικές αρχές, ότι θα χάσουμε περίπου 8% και όχι 15%, όπως προέβλεπαν οι διεθνείς οίκοι στην αρχή της πανδημίας.

Και μπορεί και το 8% να είναι ένα τεράστιο ποσοστό, αλλά το μη χείρον βέλτιστον. Το γεγονός ότι η πλειονότητα του κόσμου εμπιστεύεται και στηρίζει τις κυβερνητικές επιλογές, όπως προκύπτει από τις μετρήσεις κοινής γνώμης, είναι μια τεράστια προίκα για την κυβέρνηση και της δίνει ευχέρεια κινήσεων και δράσεων. Αρκεί να την εκμεταλλευτεί σωστά για να μπορέσει να μας κρατήσει όρθιους και χωρίς διακρίσεις, όπως συνέβαινε επί μνημονίων.