Διαβάζοντας κανείς το πόρισμα της λεγόμενης «επιτροπής σοφών» για το ασφαλιστικό ζήτημα, η κατάθλιψη είναι σίγουρη αν δεν έχει ήδη επισυμβεί απ’ όλα τα άλλα που έχουν σωρευτεί στον καθέναν τα τελευταία έξι χρόνια

Με δυο λόγια, οι «σοφοί» που μελέτησαν το δεδομένο πρόβλημα καταλήγουν ότι, αν υπάρχουν κάποιες ελπίδες να σταθεί το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας τα επόμενα χρόνια, θα πρέπει όλοι κατ’ ελάχιστον να δουλεύουμε έως τα 67 χρόνια -και όσοι αντέχουν και περισσότερο-, η σύνταξη που θα βγαίνει θα ισοδυναμεί με το 45%-55% του μισθού, στην οποία θα συμπεριλαμβάνεται και η επικουρική, την κρατική σύνταξη των 360 ευρώ θα την παίρνουν οι άποροι και εκεί πάνω θα χτίζουν τη δική τους όλοι οι άλλοι μέσα από τις κρατήσεις τους, δεν θα την παίρνουν όσοι έχουν κάποια περιουσία, χωρίς να διευκρινίζεται επί του παρόντος τι νοείται περιουσία. Στις δε υφιστάμενες συντάξεις, δηλαδή αυτών που ήδη έχουν συνταξιοδοτηθεί, προτείνεται νέο ψαλίδι έως 18% για όσους ακόμα παίρνουν πάνω από το ιλιγγιώδες ποσό των… 1.000 ευρώ!

Οι προτάσεις αυτές πάνω στις οποίες θα στηριχθεί και το σχετικό νομοσχέδιο που θα έρθει στη Βουλή τον επόμενο μήνα αποτελούν κυριολεκτικά σοκ για όλους. Νυν και μελλοντικούς συνταξιούχους.

Μια άνευ προηγουμένου εξίσωση προς τα κάτω των πάντων, ανεξάρτητα από το τι δουλειά έκαναν στον εργασιακό τους βίο και πόσες εισφορές πλήρωσαν, καταργώντας στην πράξη την κλίμακα έστω και της μερικής ανταποδοτικότητας, πάνω στην οποία είχε στηριχθεί όλη η ασφαλιστική μερίδα κάθε ασφαλισμένου.

Δηλαδή μια ισοπεδωτική εξίσωση προς τα κάτω όλων των συνταξιούχων, στα πρότυπα των κομμουνιστικών καθεστώτων, όπου ο μισθός και η σύνταξη ήταν ενιαίοι, είτε κάποιος ήταν εργάτης στη φάμπρικα είτε πυρηνικός επιστήμονας.

Η κατάσταση που πάει να διαμορφωθεί είναι στην κυριολεξία δραματική, ανάλγητη και προσιδιάζει στη φράση «σκοτώνουν τα άλογα όταν γεράσουν». Στην προκειμένη περίπτωση, τα σκοτώνουν μέρα-μέρα.

Φυσικά ουδείς εχέφρων μπορεί να ισχυριστεί ότι το σύστημα μπορεί να αντέξει για πολύ ακόμα αν δεν ληφθούν δραστικά μέτρα. Γιατί ως λαός και ως κοινωνία πρέπει κάποια στιγμή να αναλάβουμε τις ευθύνες μας και όχι μόνο να διαμαρτυρόμαστε όταν έρχεται ο λογαριασμός και η ώρα να πληρώσουμε.

Οταν, λοιπόν, το 2001 ο τότε υπουργός Εργασίας Τάσος Γιαννίτσης ετοίμασε το δικό του νομοσχέδιο που στηρίχτηκε σε μια άλλη επιτροπή σοφών, υπό τον κ. Γιάννη Σπράο, και ουσιαστικά τα μέτρα που πρότεινε τότε, σε σύγκριση με αυτά που ήρθαν τώρα, ήταν αστεία, ξεσηκώθηκε το σύμπαν. Πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι κατέβαιναν καθημερινά στους δρόμους και απειλούσαν να ρίξουν την κυβέρνηση Σημίτη, αν δεν έπαιρνε πίσω εκείνο το νομοσχέδιο. Μπροστά στην «πανεθνική απαίτηση», λοιπόν, να μείνει ως έχει το ασφαλιστικό μας σύστημα, η τότε κυβέρνηση έκανε πίσω και ο Γιαννίτσης βρέθηκε εκτός κυβέρνησης για να καταλαγιάσει η πάνδημη οργή!

Σήμερα όμως, με παρέλευση 15 χρόνων και διάφορα μπαλώματα που έγιναν στο μεταξύ, η κατάσταση έφτασε στο μη περαιτέρω. Αμφιβάλλω όμως αν έστω και ένας από αυτούς που τότε κατέβαιναν στους δρόμους έχει κάνει την αυτοκριτική του και έχει μετανιώσει γιατί δεν αφήσαμε τον Γιαννίτση να κάνει αυτό που έπρεπε.

Ετσι, αν δεν ληφθούν και τώρα σκληρά μέτρα, σε ένα-δυο χρόνια θα κοπούν εντελώς και αυτές οι γλίσχρες συντάξεις που δίνονται τώρα.

Αυτή είναι αλήθεια όσο κι αν μας πονάει. Και ειρωνεία της τύχης, αυτοί που το 2001 ήταν μπροστάρηδες στους αγώνες και τις διαδηλώσεις καλούνται τώρα να πάρουν τρισχειρότερες και απάνθρωπες αποφάσεις γι’ αυτούς που τους ακολουθούσαν στους δρόμους της επαναστατικής γυμναστικής.

Εκτός κι αν το όραμα της Ριζοσπαστικής Αριστεράς για τη δημιουργία μιας κοινωνίας ισότητας πραγματώνεται τώρα χωρίς την ανάγκη ένοπλης επανάστασης, αλλά με νόμους, ξεκινώντας από τους συνταξιούχους και σε επόμενο στάδιο με τους εργαζομένους! Ελπίζω μόνο τα σύνορα να παραμείνουν ανοιχτά και να μην κλείσουν όπως στα κομμουνιστικά καθεστώτα!