Η μεγαλύτερη κατάρα από γενέσεως του ελληνικού κράτους είναι οι αδελφοκτόνοι πόλεμοι, οι οποίοι συνεχίζονται σχεδόν αδιάκοπα είτε με όπλα, είτε με συκοφαντίες και εξοντωτικές νομικές διαδικασίες, είτε με δολοφονίες χαρακτήρων.

Υπάρχει ένα άσβεστο μίσος και μια αιμοβόρα αντιπαράθεση από τα μικρά μέχρι τα μεγάλα κόμματα, μια ανατροφοδοτούμενη μισαλλοδοξία και ένα κυνήγι μαγισσών με στόχο πάντα την επικράτηση του ενός στρατοπέδου έναντι του άλλου, αδιαφορώντας όλοι μαζί γι’ αυτή καθαυτή την πατρίδα, το παρόν και το μέλλον της.

Τα τελευταία 10 χρόνια ζούμε άλλη μία χρεοκοπία από τις πολλές που έχει υποστεί ο τόπος από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους.

Ανάλογες χρεοκοπίες έγιναν και σε άλλες τρεις ευρωπαϊκές χώρες. Αυτές όμως κατάφεραν να αφήσουν την κρίση πίσω τους μέσα σε 2-3 χρόνια, ενώ εμείς παλεύουμε ακόμα και θα παλεύουμε για πολλά ακόμα χρόνια. Πώς το κατάφεραν η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και η Κύπρος; Η απάντηση είναι απλή. Αντιμετώπισαν το πρόβλημα με συναίνεση των κομμάτων σε αυτά που έπρεπε να κάνουν προκειμένου να εκπληρώσουν τις επιταγές των μνημονίων και άφησαν για αργότερα το ξεκαθάρισμα των μεταξύ τους λογαριασμών.

Τι έγινε στην Ελλάδα; Από την πρώτη στιγμή ξεσηκώθηκαν όλα τα κόμματα εναντίον αυτού στα χέρια του οποίου έσκασε το πρόβλημα. Τον λιθοβόλησαν μέχρι εξοντώσεως χωρίς την παραμικρή διάθεση να βάλουν πλάτη στη χώρα που βούλιαζε. Αφού τον διέλυσαν ανέλαβαν κάποιοι άλλοι από τους λιθοβολητές να σώσουν κι αυτοί με τη σειρά τους τη χώρα, έχοντας απέναντι τους υπόλοιπους που έμειναν έξω από την εξουσία και οι οποίοι ήταν και οι πλέον θορυβώδεις αντεξουσιαστές, μέχρι φυσικά να αναλάβουν κι αυτοί με τη σειρά τους την εξουσία.

Και αυτοί οι τελευταίοι, δηλαδή οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, αφού εγκλημάτησαν με τις αυταπάτες τους επί έξι μήνες, όταν αναγκάστηκαν να αναθεωρήσουν τις ιδέες και τις θέσεις τους και προ του κινδύνου να οδηγηθούμε στον όλεθρο, είδαν για πρώτη φορά τα άλλα δύο κόμματα, Ν.Δ και ΠΑΣΟΚ, να βάζουν πλάτη και να συναινούν στη διάσωση της χώρας με τεράστιο πολιτικό κόστος. Θα περίμενε κανείς πως αυτήν την πολιτική γενναιότητα, να βάλουν τη χώρα πάνω από το κομματικό τους συμφέρον, θα την εκτιμούσαν οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Αμ δε!

Από την επομένη της υπογραφής του τρίτου μνημονίου, οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ δεν έκαναν τίποτε άλλο από το να καταστρώνουν και να εφαρμόζουν σχέδια εξόντωσης των πολιτικών τους αντιπάλων. Εμπρηστικές δηλώσεις, εξεταστικές επιτροπές, πύρινοι λόγοι για σκάνδαλα υπαρκτά και μη, απειλές, εργαλειοποίηση της Δικαιοσύνης, ποδηγέτηση των ανεξάρτητων θεσμών και ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς προκειμένου να μη μείνει καμία γέφυρα επικοινωνίας και συνεννόησης.

Και φτάνουμε στο σήμερα, στην προεκλογική περίοδο. Και τι βλέπουμε; Ολες οι εκκρεμείς υποθέσεις που βρίσκονται στα χέρια της Δικαιοσύνης επί 3-4 χρόνια σκάνε τώρα και μάλιστα σε δόσεις. Βλέπουμε να πετούν με περισσή ευκολία ως βορά στην αρένα τους πολιτικούς τους αντιπάλους με μεθοδεύσεις που προκαλούν θυμηδία και στους πλέον αδαείς πολίτες, προκειμένου να τους σπιλώσουν και ει δυνατόν να τους καταστήσουν υπόδικους μέχρι να φτάσουμε στις εκλογές.

Να δώσουν επιχειρήματα στα στελέχη τους που θα βγαίνουν στα τηλεοπτικά παράθυρα, να δείχνουν με το δάχτυλο τους πολιτικούς αντιπάλους για το «μεγαλύτερο σκάνδαλο του αιώνα» που μέχρι στιγμής από τη δικαστική έρευνα συνοψίζεται σε κάποιες αμφιβόλου αξιοπιστίας μαρτυρικές καταθέσεις από ανθρώπους που πιάστηκαν οι ίδιοι με τη γίδα στην πλάτη, που κάπου άκουσαν, αλλά δεν το είδαν με τα μάτια τους, ότι ο τάδε υπουργός πήρε 200.000 ευρώ! Φανταστείτε περί τίνος θα μιλούσαμε αν δεν ήταν και το σκάνδαλο του αιώνα!

Μετά ταύτα, μπορούμε μήπως να περιμένουμε συναίνεση την επομένη μέρα των εκλογών για να αντιμετωπίσει επιτέλους σοβαρά η χώρα το πρόβλημα που μας καίει όλους; Μάλλον όχι. Με εξεταστικές και δικαστικές έρευνες θα πορευόμαστε για πολλά χρόνια.