Η εκτίμηση αυτή, που ανήκει σε επιφανή οικονομολόγο, θα διαπιστωθεί την επόμενη μέρα της λήξης συναγερμού και όσο αργότερα έρθει αυτή η μέρα τόσο πιο αργόσυρτη θα είναι η επιστροφή σε μια νέου τύπου κανονικότητα, η οποία πόρρω θα απέχει απ’ αυτά που ξέραμε πριν από τον κορωνοϊό.

Κάθε μήνας καραντίνας στην οικονομία στοιχίζει στη χώρα μας 2,5% του ΑΕΠ ή περίπου 5 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης.

Ποσό τεράστιο για τα δεδομένα της αδύναμης και πολυτραυματισμένης οικονομίας μας και με πολλούς ακόμα άγνωστους χ, δεδομένου ότι η επιτυχία της οριζοντίωσης της καμπύλης κρουσμάτων του ιού είναι μεν μια επιτυχής μάχη, αλλά ο πόλεμος δεν έχει τελειώσει ακόμα.

Οι φόβοι λοιπόν που παραμένουν ζωντανοί και εν πολλοίς θα κρίνουν την επόμενη μέρα είναι οι εξής – όχι μόνο για τη χώρα μας αλλά και για όλες τις χώρες του πλανήτη:

– Είναι βέβαιο ότι τα σημερινά μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης θα είναι αποτελεσματικά και θα περιορίσουν την εξάπλωση της νόσου;

– Είναι βέβαιο ότι ο ιός δεν θα διατηρήσει τη μολυσματικότητά του με τις ζέστες του καλοκαιριού;

– Είναι βέβαιο πως μέσα στους επόμενους 6-8 μήνες θα βρεθεί ένα αποτελεσματικό εμβόλιο που θα δοκιμαστεί και θα μπορεί να παραχθεί και να διατεθεί σε όλο τον κόσμο;

– Οι οικονομίες των χωρών για πόσο καιρό αντέχουν να χρηματοδοτούν κλειστές επιχειρήσεις και νοικοκυριά;

– Οι τράπεζες πόσο μπορούν να αντέξουν χωρίς ρευστότητα και χωρίς εισπράξεις από δάνεια;

Ερωτήματα στα οποία τούτη τη στιγμή κανείς δεν μπορεί να απαντήσει για να κάνει σενάρια της επόμενης μέρας. Ολα βρίσκονται στον αέρα και το μόνο που μένει είναι να μετράμε κρούσματα και θανάτους σε όλο τον κόσμο.
Οι οικονομικές θεωρίες όλων των αποχρώσεων για το restart μετά από μεγάλες καταστροφές και βαθιές υφέσεις μιλούν για γενναίες αποφάσεις από τα κράτη, περιλαμβάνοντας ενίσχυση της ρευστότητας με τύπωμα χρήματος, μειώσεις φόρων, αύξηση δημοσίων δαπανών, χαμηλότοκα δάνεια, επενδυτικά κίνητρα, κίνητρα για την απασχόληση και τη δημιουργία θέσεων εργασίας κ.ά.

Αυτό ισχύει κυρίως όταν μια χώρα εμπλακεί σε πόλεμο ή σε μια αναπάντεχη φυσική καταστροφή. Τι γίνεται όμως όταν όλος ο πλανήτης αντιμετωπίζει το ίδιο πρόβλημα και όλες οι χώρες έχουν ανάγκη από ρευστότητα, δάνεια, επενδύσεις και θέσεις εργασίας; Οταν δηλαδή το γενικότερο διεθνές περιβάλλον είναι στις ίδιες μαύρες αποχρώσεις; Από πού μπορεί να περιμένει κανείς χείρα βοηθείας και αλληλεγγύη;

Θα πει κάποιος πως ευτυχώς εμείς ανήκουμε σε ένα ισχυρό κλαμπ, αυτό της Ευρωπαϊκής Ενωσης, δεν είμαστε φτερό στον άνεμο όπως ενδεχομένως άλλες χώρες. Ναι, ανήκουμε στην Ε.Ε., αλλά όπως αποδεικνύεται στην πράξη για άλλη μια φορά, αυτή η Ευρώπη είναι μίζερη, δυσκίνητη, αναποφάσιστη, γραφειοκρατική και εν τέλει εξυπηρετεί κυρίως τους έχοντες και κατέχοντες. Είναι χωρισμένη σε πληβείους και πατρικίους. Και οι πατρίκιοι δεν είναι διατεθειμένοι να μοιραστούν τις ζημιές των άλλων. Το απέδειξε η προχθεσινή απόφαση του Eurogroup με το πακέτο των 530 δισ. που αναγκάστηκαν όλοι να αποδεχθούν χάριν της ενότητας και το οποίο είναι μόλις το 1/3 των αναγκών όπως τις έχει καταγράψει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Και μάλιστα τα 230 δισ. από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (δηλαδή το ευρωπαϊκό ΔΝΤ), ο οποίος με βάση το καταστατικό του μπορεί να δώσει δάνεια έως το 2% του ΑΕΠ της κάθε χώρας, αλλά με μνημόνιο. Τουτέστιν, όποια από τις πληττόμενες χώρες βάλει χέρι σ’ αυτό το ταμείο θα πρέπει να απολογηθεί στους πολίτες της γιατί μετά την καραντίνα τους βάζει στον κορσέ ενός μνημονίου, όσο light κι αν λένε ότι θα είναι. Μνημόνιο θα είναι και πάλι και τα λεφτά θα πρέπει να επιστραφούν και δημοσιονομικοί έλεγχοι θα γίνονται για το πού διοχετεύονται.

Αλλες χώρες, όπως οι ΗΠΑ, έχουν την ευχέρεια να τυπώσουν όσο χρήμα απαιτείται για την αντιμετώπιση της κρίσης, όπως το έκαναν και το 2008, αλλά η δική μας ΕΚΤ δεν μπορεί να το κάνει γιατί δεν το επιτρέπει ο κανονισμός της που τον είχαν φτιάξει οι πλούσιες χώρες του Βορρά. Και που φυσικά επ’ ουδενί δέχονται να αλλάξει αυτός ο κανονισμός τώρα λόγω έκτακτων συνθηκών.
Μετά ταύτα, φρονώ ότι αυτή η καραντίνα ήρθε για να μείνει.