Mόνη επιτυχία της κυβέρνησης είναι η απόλυτη σύγχυση. Ομως η κλεψύδρα του χρόνου τελειώνει. Θα δεχτεί τελικά ο πρωθυπουργός να ξοδέψει το προσωπικό πολιτικό του κεφάλαιο ή θα προτιμήσει να πετάξει την καυτή πατάτα ξανά στο εκλογικό σώμα

Τελικά, η μόνη επιτυχία κατά 100% της πρώτης φοράς αριστερής κυβέρνησης είναι η πλήρης και διαρκής σύγχυση όλων των Ελλήνων για το τι πρόκειται να συμβεί στην καταπονημένη μας χώρα και σε όλους εμάς που ζούμε εδώ. Οποιον και να ρωτήσεις πού πάει η κατάσταση, σηκώνει τα χέρια και δηλώνει άγνοια, ενώ σταμάτησαν να εκφέρουν άποψη και οι από φύσεως αισιόδοξοι που υποστήριζαν, περισσότερο από ένστικτο, ότι στο τέλος κάτι θα γίνει και θα «ξανασωθούμε».

Μια άλλη «επιτυχία» της κυβέρνησης είναι να μη βρίσκει ακόμα και ο πιο καλόπιστος παρατηρητής έναν, έστω έναν, τομέα της δημόσιας ζωής, ένα υπουργείο, όπου σε αυτούς τους τέσσερις μήνες να έχει γίνει ένα θετικό έργο, μια απόφαση ή πρωτοβουλία που να ανακουφίζει τον πολίτη.

Οποιο υπουργείο και να πιάσει κανείς θα διαπιστώσει από επικίνδυνους πειραματισμούς έως καταφανείς εγκληματικούς ερασιτεχνισμούς. Παιδεία, ασφάλεια, άμυνα, μεταναστευτικό, ανεξάρτητες αρχές, βιομηχανία, εμπόριο,ναυτιλία, τουρισμός και πάνω απ’ όλα οικονομία έχουν να καταδείξουν μοναδικές μαύρες σελίδες. Παρά ταύτα τα δημοσκοπικά ευρήματα δείχνουν αξιοσημείωτη στήριξη στις «προσπάθειες» της κυβέρνησης. Βλέπετε, διανύουμε και μια περίοδο όπου δεν έχουν φτάσει ακόμα τα ειδοποιητήρια με τις νέες υποχρεώσεις από την Εφορία, ούτε δικαιώθηκαν οι φόβοι των… αντιφρονούντων.

Ομως, κακά τα ψέμματα, όπως όλα στη ζωή, έτσι και στην προκείμενη περίπτωση το τέλος βρίσκεται πολύ κοντά. Σε 10-15 μέρες θα ξέρουμε οριστικά τι θα συμβεί. Η κλεψύδρα του χρόνου τελειώνει και μοιραία θα μάθουμε τα νέα είτε είναι καλά (αν μπορεί κανείς να παραβλέψει τη ζημιά που έχει ήδη γίνει) είτε κακά.

Δεν ξέρω, όπως κανείς άλλωστε, πόσο κοντά είμαστε σε συμφωνία με τους δανειστές κι αν μπορούν να γεφυρωθούν οι αβυσσαλέες διαφορές μεταξύ των δύο πλευρών στο μικρό διάστημα που απομένει μέχρι τις αρχές Ιουνίου. Αντιλαμβάνομαι όμως πως, όταν και αν επέλθει αυτή η πολυπόθητη συμφωνία, θα σημάνει αυτόματα και την έναρξη των πολιτικών εξελίξεων, που κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει μέχρι πού μπορούν να φτάσουν, αλλά και την επιδρομή στο διαθέσιμο εισόδημα και στην αγοραστική δύναμη όλων ημών φτωχών και πλουσίων.

Ας μην τρέφουμε αυταπάτες. Οι συντελεστές του ΦΠΑ σε προϊόντα και υπηρεσίες θα αναλάβουν να κλείσουν το δημοσιονομικό κενό που έχει διευρυνθεί από την 4μηνη απραξία υπό το πρόσχημα των διαπραγματεύσεων, οι οποίες -ας μη γελιόμαστε- έγιναν ουσιαστικές μόνο τις τελευταίες ημέρες μετά το κάζο Βαρουφάκη στη Ρίγα. Ολο το προηγούμενο διάστημα κάναμε ότι διαπραγματευόμασταν και δοκιμάζαμε τα όρια των Ευρωπαίων δανειστών. Και όταν διαπιστώσαμε πως δεν παίζουν και δεν υποκύπτουν σε εκβιασμούς, ανέλαβε προσωπικά το θέμα ο πρωθυπουργός κάνοντας στην άκρη τον υπουργό του στα οικονομικά. Κατάλαβε δηλαδή πως ο Βαρουφάκης τορπιλίζει ανά πάσα ώρα και στιγμή τη συμφωνία, πλην όμως δυσκολεύεται και να τον αλλάξει γιατί κάτι φοβάται στον πληθωρικό σταρ υπουργό.

Ετσι, θα επωμιστεί ο ίδιος προσωπικά το κόστος των νέων βαρύτατων μέτρων που θα συνοδεύουν τη συμφωνία και θα επιμεριστούν στους καθημαγμένους συνέλληνες. Και το ερώτημα είναι αν θα δεχτεί να ξοδέψει το προσωπικό πολιτικό του κεφάλαιο, που είναι ακόμα σε καλά επίπεδα, ή αν θα προτιμήσει να πετάξει την καυτή πατάτα για άλλη μία φορά στο εκλογικό σώμα.

Στην περίπτωση πάντως που θα αποκλείσει τις κάλπες, είναι βέβαιο ότι η ρήξη που δεν έγινε με τους δανειστές θα γίνει με το ίδιο του το κόμμα. Θα διαχωρίσει τη θέση του από τους ακραίους βουλευτές και τα στελέχη του κόμματός του, θα επέλθει κάποιου είδους διάσπαση (μικρή ή μεγάλη, δεν το ξέρει ούτε ο ίδιος γιατί δεν έχει μετρηθεί η συγκολλητική δύναμη της εξουσίας!) και κυβερνητικό άνοιγμα προς άλλες πολιτικές δυνάμεις που εμφανίζονται πρόθυμες να συνδράμουν στην εθνική προσπάθεια. Μια καινούρια πολιτική σελίδα αλλά και συνάμα ένα ακόμα πείραμα για την εφαρμογή των δεσμεύσεων, καθώς η Ιστορία έδειξε πως τα τελευταία χρόνια αποδεχόμασταν, συμφωνούσαμε και νομοθετούσαμε μέτρα, αλλά στη συνέχεια δεν τα εφαρμόζαμε, πλην των φόρων, οι οποίοι δεν μας έλειψαν ποτέ.