Το πλέον ανησυχητικό είναι τα μέτρα που κάθε τόσο ανακοινώνει η κυβέρνηση για συνέχιση της στήριξης επιχειρήσεων και εργαζομένων που εκτείνονται σχεδόν στον μισό επόμενο χρόνο. Ανησυχητικό είναι οι πρωτοβουλίες παράτασης επιδομάτων, οι ρυθμίσεις επί ρυθμίσεων για την καταβολή φόρων και εισφορών στα ασφαλιστικά ταμεία, γεγονός που προδίδει μια ζοφερή πρόβλεψη και για το επόμενο διάστημα πολλών μηνών. Κι αυτές οι υποχρεώσεις συσσωρεύονται, δεν σβήνουν!

Και το ερώτημα που προκύπτει είναι πόσο μπορούν να αντέξουν τα κρατικά ταμεία με πενιχρές εισπράξεις και συνεχώς διογκωμένες δαπάνες για να κρατηθεί η κοινωνία και οι επιχειρήσεις όρθιες;

Γιατί, όσα μαξιλάρια και αν υπάρχουν, όσα ευρωπαϊκά κονδύλια και αν εισρεύσουν από το Ταμείο Ανάκαμψης και το ΕΣΠΑ, καμιά οικονομία δεν μπορεί να σταθεί επί μακρόν χωρίς παραγωγή, επενδύσεις και νέες δουλειές, πληρώνοντας συνεχώς επιδόματα, συντάξεις, μισθούς, αναδρομικά, εξοπλιστικά και μη εισπράττοντας στην ουσία αυτά που της αναλογούν από μια κανονική οικονομική δραστηριότητα.

Μια κανονικότητα που δυστυχώς. όπως όλα δείχνουν, θα αργήσει να έρθει όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και σε όλο τον πλανήτη. Και γι’ αυτό άλλωστε οι κυβερνήσεις όλου του κόσμου αναθεωρούν συνεχώς τα προγράμματα και τους προϋπολογισμούς τους προκειμένου να αντιμετωπίσουν τα συνεχώς διευρυνόμενα προβλήματα στις κοινωνίες τους.

Αυτό όμως ελάχιστα μπορεί να μας παρηγορήσει και να ελαφρύνει την κατάσταση την οποία καλούμαστε ως Ελληνες να αντιμετωπίσουμε στο προσεχές διάστημα πολλών μηνών.

Μπορεί την πρώτη περίοδο του κλεισίματος της οικονομίας και με την οριζόντια στήριξη της πλειονότητας επιχειρήσεων και εργαζομένων αλλά και την αναβολή της πληρωμής των υποχρεώσεών μας να μη φάνηκε τόσο έντονα το πρόβλημα.

Ελπίζαμε μάλιστα πως το κακό θα σταματούσε μέχρι το φθινόπωρο και με τη νέα χρονιά όλα θα ήταν διαφορετικά και αισιόδοξα. Πιστέψαμε στη θεωρία του ελατηρίου, που θα μας πετούσε από την ύφεση σε μεγάλη ανάπτυξη που ενδεχομένως να κάλυπτε σε μια χρονιά το χαμένο έδαφος. Φευ όμως, τα πράγματα εξελίσσονται με βάση το χείριστο σενάριο. Η πανδημία επανήλθε πολύ πριν από τους υπολογισμούς των επιστημόνων και μάλιστα με μεγαλύτερη σφοδρότητα. Τώρα μάλιστα δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για γενικό lockdown εκτός από τοπικού χαρακτήρα μέτρα και όλο το βάρος της αντιμετώπισης του νέου κύματος κορωνοϊού πέφτει στην ατομική ευθύνη ενός εκάστου εξ ημών (στην οποία προσωπικά δεν έχω καμιά εκτίμηση).

Η τουριστική χρονιά παρά τις περί αντιθέτου προβλέψεις ρίχνει πρόωρα αυλαία και οι χιλιάδες δραστηριοποιούμενοι στον τομέα πέφτουν κι αυτοί πρόωρα στην ανάγκη στήριξής τους από το κράτος.

Η ιδιωτική κατανάλωση βαίνει συνεχώς μειούμενη, τα εισοδήματα περιορίζονται, οι εργαζόμενοι στον υπόλοιπο ιδιωτικό τομέα ξαναπερνούν σε φάση περικοπών, καθυστερήσεων πληρωμών αλλά και αλλαγής εργασιακών σχέσεων, με ελαστικά ωράρια, εκ περιτροπής απασχόληση και τηλεργασία. Ο δείκτης της ανεργίας αναμένεται να εκτοξευτεί και πάλι προς το 20%, ενώ οι μόνιμες δουλειές πλήρους απασχόλησης είναι πλέον είδος εν ανεπαρκεία και ακολουθούν τον δείκτη ιδιωτικών άμεσων επενδύσεων.

Ανεξάρτητα λοιπόν από τις προθέσεις και τη βούληση της κυβέρνησης να κρατήσει όρθια την κοινωνία, πολύ φοβούμαι πως αυτό είναι έως και ακατόρθωτο για τα δύο επόμενα χρόνια, ακόμα και αν στο μεταξύ έχει βρεθεί το εμβόλιο κι έχει εμβολιαστεί ο μισός πληθυσμός.
Τα μόνα μας όπλα μπροστά στη νέα δεινή κατάσταση που διαμορφώνεται είναι η υπομονή και η ελπίδα. Μόνο που αυτά δεν είναι και ιδιαίτερα αποτελεσματικά για την περίπτωσή μας και ίσως και να έχουν εξαντληθεί από την πολυετή κρίση που βιώνουμε οι περισσότεροι από εμάς.