Είναι οφθαλμοφανές πλέον, ακόμα και στους πιο αδαείς, πως η απερχόμενη κυβέρνηση θα αφήσει πίσω της πολλά αρνητικά κατάλοιπα στην οικονομία.

Κανείς πλέον (πέραν της κυβερνητικής προπαγάνδας) δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι οι προεκλογικές παροχές δεν αφήνουν μια τρύπα της τάξεως τουλάχιστον του 0,6% του ΑΕΠ η οποία καθιστά δύσκολο έως ανέφικτο το στόχο για πλεόνασμα 3,5%. Και πέραν αυτού, κληροδοτεί στην επόμενη κυβέρνηση μια ανάπτυξη κατώτερη του στόχου του 2,3%, σημαντικές εκκρεμότητες με δικαστικές αποφάσεις με αναδρομικά συνταξιούχων και δημοσίων υπαλλήλων, κεκαλυμμένη ανεργία με υποαπασχόληση, καταβαραθρωμένη ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, εχθρότητα στο επιχειρείν, βαρύτατη φορολογία, υπερχρεωμένα νοικοκυριά, ασθενές τραπεζικό σύστημα, αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο , ανύπαρκτες επενδύσεις κλπ.

Παρέλκει η αναφορά στην κοινωνία, το κοινωνικό κράτος, τις υποδομές, την ασφάλεια, την παιδεία και τον εθνικό διχασμό που έχει απλωθεί σαν πανούκλα με την τοξική πρακτική του ΣΥΡΙΖΑ.

Όμως πέραν όλων αυτών των αρνητικών, οφείλουμε να ομολογήσουμε πως τις τελευταίες μέρες ανοίγει μια χαραμάδα αισιοδοξίας και κυρίως μετά τις δηλώσεις του Μάριο Ντράγκι, πως δεν χάθηκαν όλα, καθώς φαίνεται να δημιουργείται μια ευνοϊκή συγκυρία που σαν χώρα δεν πρέπει να την αφήσουμε ανεκμετάλλευτη κι αυτή τη φορά.

Πρόκειται για το σχέδιο συνέχισης της ποσοτικής χαλάρωσης με χαμηλά επιτόκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής τράπεζας και την προσφορά φθηνού χρήματος με στόχο την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας στην Ευρωζώνη αφού το παγκόσμιο περιβάλλον είναι ανησυχητικό.

Επομένως όπως επισημαίνουν διεθνείς αναλυτές και τραπεζίτες, αν η Ελλάδα ακολουθήσει τη σωστή οικονομική πολιτική χωρίς αμφιταλαντεύσεις, τα ομόλογα της μπορεί να αναβαθμιστούν σε επενδυτική βαθμίδα σε σύντομο χρονικό διάστημα και να είναι έτσι δυνατή η αγορά τους από το Ευρωσύστημα, μειώνοντας δραστικά τις αποδόσεις τους και συμβάλλοντας έτσι στην βελτίωση των δημοσιονομικών προοπτικών.
Με άλλα λόγια τώρα είναι η ευκαιρία, η Ελλάδα μέσα από γενναίες μεταρρυθμίσεις,αποκρατικοποιήσεις, μειώσεις φόρων και εισφορών να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα της και δημιουργήσει ένα ελκυστικό για επενδύσεις περιβάλλον.

Ήδη τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων κινούνται σε πρωτοφανή χαμηλά επίπεδα και διευκολύνουν αφάνταστα στην έξοδο στις αγορές ενώ παράλληλα παρατηρούμε και μια αξιοπρόσεκτη άνοδο στη χρηματιστήριο καθώς επιστρέφουν κεφάλαια τόσο με την προσδοκία αλλαγής στην κυβέρνηση όσο και με τις νέες προοπτικές που διαγράφονται για την ελληνική οικονομία. Όλες αυτές οι προσδοκίες με την αίρεση “εάν και εφόσον…”
Και σ’ αυτήν την αίρεση περικλείονται αν θα έχουμε αυτοδύναμη κυβέρνηση, εάν αυτή πιάσει δουλειά αμέσως και αρχίσει να εφαρμόζει όλα αυτά που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα της και τα οποία επιδοκιμάζονται από τις αγορές και δεν θα χρειαστεί να μπουν σε παζάρι συμβιβασμού με κάποιο κυβερνητικό εταίρο, αν δεν προκύψει αυτοδυναμία.

Φυσικά το μεγάλο ζητούμενο δεν είναι μόνο να φτιάξουν οι αριθμοί της οικονομίας αλλά να αρχίσουν να επουλώνονται οι βαθιές πληγές της πολύχρονης κρίσης από τις ζωές των πολιτών. Κι αυτό σαφώς δεν μπορεί να γίνει από τη μια στιγμή στην άλλη. Όμως πρέπει από την αρχή να δει και ο πολίτης λίγο φως και στο οικογενειακό του ισοζύγιο. Γιατί μπορεί οι δανειστές να δώσουν μια περίοδο χάριτος και ανοχής στη νέα κυβέρνηση, όμως οι πολίτες δεν έχουν τέτοια πολυτέλεια. Κάνουν υπομονή και σφίγγουν τα δόντια δέκα χρόνια και πλέον δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια ανοχής.

Αν αρχίσουν να ακούν πάλι πως βρήκαν καμμένη γη και άδεια ταμεία και πως θα πρέπει να περιμένουν κι άλλο να πάρει πρώτα μπροστά η οικονομία και μετά να πάρουν κι αυτοί το…κοινωνικό τους μέρισμα, πολύ φοβούμαι πως η τωρινή θετική προσδοκία θα μετατραπεί πολύ σύντομα σε οργή και αγανάκτηση.