Μπορεί το ειδησεογραφικό ενδιαφέρον των τελευταίων ημερών να εστιάζεται κυρίως στα προεκλογικά πυροτεχνήματα ένθεν κακείθεν, με σκανδαλολογία, αποδοκιμασίες και εσωκομματικούς πολέμους μεταξύ των υποψηφίων, πλην όμως στην πραγματική ζωή, δηλαδή αυτή που βιώνουμε οι πολίτες, κυριαρχεί μονότονα η μιζέρια σε όλα τα επίπεδα.

Οσο κι αν προσπαθεί η κυβέρνηση -για ευνόητους λόγους- να προπληρώνει τα παντός είδους επιδόματα και δωράκια, η πραγματική εικόνα της οικονομίας παραμένει σταθερά προβληματική. Δεν αρκεί η αποκλιμάκωση των επιτοκίων των ομολόγων και η άνοδος του Χρηματιστηρίου για να αλλάξουν την πραγματική εικόνα που αφορά τους πολίτες και τα προσωπικά τους οικονομικά, αλλά και τις προοπτικές τους για το μέλλον. Την εβδομάδα που πέρασε είδαν το φως δύο έρευνες με ευρήματα άκρως ανησυχητικά και σε ακριβώς αντίθετη φορά από την κυβερνητική υπεραισιοδοξία.

Η έρευνα της PWC διαπιστώνει, για παράδειγμα, ότι το 26% των ελληνικών επιχειρήσεων που θεωρητικά άντεξαν την πολυετή κρίση και δεν έβαλαν λουκέτο είναι σήμερα «ζόμπι». Δηλαδή έχουν πεθάνει αλλά επιμένουν να ζουν ανάμεσα στις ζωντανές, απειλώντας κι αυτές με την ύπαρξη και το μέλλον τους. Το κόστος κεφαλαίου παραμένει ιδιαίτερα αυξημένο και πάντως υψηλότερο από την απόδοση, ενώ το χαμηλό επίπεδο επενδύσεων υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα.

Οι επιχειρήσεις τα τελευταία χρόνια, υπογραμμίζει η έρευνα, μείωσαν κατά 11% τα λειτουργικά τους έξοδα και το κυριότερο μείωσαν κατά 57% τις επενδύσεις τους προκειμένου να αυξήσουν τη ρευστότητά τους. Τι σημαίνει αυτό; Οτι μέρα με τη μέρα υποσκάπτεται η πολυπόθητη ανάπτυξη, κάτι που άλλωστε φαίνεται από τις αποδόσεις της εθνικής οικονομίας.

Στο 1,9% και πολύ κάτω από τους στόχους έκλεισε η ανάπτυξη την περασμένη χρονιά, ενώ, όπως τονίζεται στη μελέτη του το ΙΟΒΕ, εξίσου ασθενική και ίσως ακόμα χαμηλότερα θα κυμανθεί και την τρέχουσα χρονιά. Το κοινό στοιχείο, δε, και στις δύο έρευνες δεν είναι τίποτε άλλο από το χαμηλό επίπεδο νέων επενδύσεων που υποσκάπτουν την ανάπτυξη.

Και πώς να έρθουν επενδύσεις μέσα σε ένα τόσο αντι-επιχειρηματικό περιβάλλον; Η υψηλή φορολογία, η ασύλληπτη γραφειοκρατία, το υψηλό κόστος χρήματος, αλλά και το προβληματικό τραπεζικό σύστημα έχουν δημιουργήσει ένα εκρηκτικό μείγμα και μια δίνη που θα μας τραβάει όλο και πιο κάτω αν δεν ληφθούν επειγόντως μέτρα και δεν γίνουν εθνικός στόχος οι επενδύσεις πολλών δισ. Κάποιοι μιλούν ακόμα και για 60 δισ. προκειμένου να δούμε ένα σοκ που θα οδηγήσει σε υγιή ανάπτυξη.

Αυτό, βέβαια, προϋποθέτει πολιτική βούληση και συναινέσεις από το πολιτικό μας προσωπικό. Να αποδεχτούν όλοι επιτέλους πως αν θέλουμε να βγούμε από το τέλμα, πρέπει η χώρα να εφαρμόσει πολιτικές μείωσης της φορολογίας, παροχή κινήτρων για νέες επενδύσεις, διευκόλυνση των επενδύσεων από τα πάσης φύσεως γραφειοκρατικά γρανάζια που διώχνουν τους υποψήφιους και πριμοδότηση εκείνων των επενδύσεων που δημιουργούν απασχόληση σε καλά αμειβόμενες θέσεις. Αν δεν γίνουν πέντε απλές και ουσιαστικές κινήσεις, τότε θα σερνόμαστε όλοι μαζί και θα τρέμουμε κάθε τόσο από τις απαιτήσεις των δανειστών και τις εκθέσεις των διεθνών οίκων.

Δυστυχώς όμως και αυτή τη χρονιά -με μια τόσο μακρά προεκλογική περίοδο- όχι μόνο δεν πρόκειται να δούμε τέτοιες πρωτοβουλίες, αλλά και θα περισσέψει ο λαϊκισμός με πλειοδοσία παροχών σε ψηφοφόρους από τα κρατικά ταμεία που σε καμία περίπτωση δεν αντέχουν. Χώρια τις άκρατες ανεδαφικές υποσχέσεις που ναρκοθετούν και την επομένη των εκλογών όποια κυβέρνηση κι αν εκλεγεί και με οποιαδήποτε ατζέντα.