Εχουμε βραχυκυκλωθεί τις τελευταίες μέρες με την κοινοβουλευτική παράνοια για τη δημιουργία μιας επίπλαστης και νοθευμένης πλειοψηφίας, με όλα εκείνα τα φιντάνια που θέλουν να το παίζουν και εθνικοί αντιπρόσωποι και δεν δώσαμε προσοχή σε άλλη μια παρανοϊκή κατάσταση που εξελίσσεται παράλληλα.

Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης και όχι κάποιο τυχαίο στέλεχος βγήκε μέσα στην εβδομάδα όχι μία, αλλά δύο φορές για να μας πει ότι υπάρχει κίνδυνος νέας ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών αν δεν επιλυθεί το θέμα των κόκκινων δανείων, τονίζοντας μάλιστα με έμφαση πως σε μια τέτοια περίπτωση, επειδή ουδείς ιδιώτης θα φανεί πρόθυμος να ρίξει κι άλλα κεφάλαια, τον λογαριασμό θα τον πληρώσουν και πάλι οι φορολογούμενοι.

Δηλαδή θα αναγκαστεί το κράτος να βάλει τα λεφτά από το μαξιλάρι ασφαλείας που έχει δημιουργηθεί για το ενδεχόμενο οι αγορές να μη μας δανείζουν.

Τι κρύβεται, όμως, πίσω από αυτή την απειλή του κυρίου αντιπροέδρου; Οι πληροφορίες και οι διαρροές κάνουν λόγο για ενδοκυβερνητικές κόντρες γύρω από το θέμα των κόκκινων δανείων και για παιχνίδι εξουσίας των υπουργών.

Εχουμε λοιπόν τον κ. Φλαμπουράρη από την πλευρά του Μαξίμου, που έχει βαλθεί να περάσει στον νόμο που θα διαδεχθεί αυτόν της Κατσέλη για την προστασία της πρώτης κατοικίας ένα δίχτυ ασφαλείας για τα σπίτια εμπορικής αξίας μέχρι 250.000 ευρώ. Αυτό το ύψος θεωρείται από τις τράπεζες υπερβολικό. Επισημαίνουν μάλιστα ότι ουσιαστικά, αν περάσει, θα μπει σε προστασία το 80% των σπιτιών που είναι βεβαρημένα με κόκκινα δάνεια και κάτι τέτοιο θα οδηγήσει μαθηματικά τις τράπεζες στην ανάγκη γενναίας ενίσχυσης των κεφαλαίων τους.

Αυτό το αντιλαμβάνεται ο κ. Δραγασάκης και γι’ αυτό κάνει αυτές τις επισημάνσεις θέλοντας να αποφύγει τα χειρότερα. Επιπλέον, δίνει και ένα ακόμα άλλοθι στις τράπεζες να προχωρήσουν με γρήγορο ρυθμό στους προγραμματισμένους πλειστηριασμούς και να μειώσουν τα κόκκινα δάνεια στο πλαίσιο των στόχων που έχουν τεθεί από τους δανειστές και την ΕΚΤ.

Για τον κ. Φλαμπουράρη, όμως, αυτά είναι ψιλά γράμματα και κάνει πως δεν τα καταλαβαίνει. Αλλωστε γι’ αυτόν και ενδεχομένως και για τον πρωθυπουργό αυτό που προέχει είναι οι εκλογές. Και στο προεκλογικό παιχνίδι ο ορθολογισμός δεν είναι απαραίτητος. Τώρα μάλιστα που είναι ακόμα στην κυβέρνηση δεν μπορούν να τη βγάλουν καθαρή με θολές και υπερφίαλες υποσχέσεις όπως το 2015, όταν ήταν ακόμα στην αντιπολίτευση.

Τώρα πρέπει να παρουσιάσουν έργο θετικό, να δείξουν έστω και όψιμα κοινωνική ευαισθησία. Και θα τους χαλάσει το αφήγημα της επιστροφής στην κανονικότητα όταν θα πετιούνται στον δρόμο οικογένειες που θα χάνουν τα σπίτια τους τώρα που έληξε η ισχύς του νόμου Κατσέλη.

Αυτή όμως η ενδοκυβερνητική διελκυστίνδα μπορεί να πάρει απρόβλεπτες διαστάσεις, κι αυτό δεν μπορεί να το καταλάβει τόσο ο κ. Φλαμπουράρης όσο ο κ. Δραγασάκης, που αν μη τι άλλο καταλαβαίνει καλύτερα πώς λειτουργούν η οικονομία και οι αγορές. Και παρ’ όλα αυτά ο αντιπρόεδρος μέσα στην αγωνία του να περάσουν οι δικές του απόψεις υπέπεσε σε ένα βαρύτατο λάθος.

Αυτά που είπε δεν λέγονται δημόσια ακόμα και αν είναι έτσι. Οταν ο αντιπρόεδρος μιας κυβέρνησης ομολογεί δημόσια τους φόβους του για νέα κεφαλαιοποίηση, ανεξάρτητα από τα υποθετικά «αν», στην ουσία παραδέχεται ότι οι τράπεζές μας είναι στα όρια της χρεοκοπίας.

Ουδείς εχέφρων βέβαια μπορεί να υποστηρίξει ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι πλήρως θωρακισμένες. Ωστόσο, όπως στην πολιτική, έτσι και στην οικονομία υπάρχουν πράγματα που γίνονται και δεν λέγονται και πράγματα που λέγονται και δεν γίνονται.

Αραγε ο κ. Δραγασάκης γνωρίζει ότι μετά τις δηλώσεις του υπάρχει κόσμος που αυτό που κατάλαβε είναι ότι οι τράπεζες έχουν πρόβλημα και ήδη ρωτάει αν πρέπει να πάει να σηκώσει τα λεφτά του;

Προφανώς ο κ. Δραγασάκης, που ακόμα διαθέτει το τεκμήριο της σοβαρότητας -τουλάχιστον έναντι της πλειονότητας των συντρόφων του-, δεν θα ήθελε κάτι τέτοιο, αλλά έπρεπε να ζυγίσει περισσότερες φορές αυτά που είπε πριν τα πει.