Μέσα σε λίγες λέξεις, αποτυπώνεται η οπτική αλλά και η κριτική της μείζονος αλλά και της ελάσσονος αντιπολίτευσης, για το νσ του υπουργείου Παιδείας που δόθηκε γα διαβούλευση. Ήτοι να ‘χαμε να λέγαμε! Ένα νομοσχέδιο που δεν φέρνει δα και την επανάσταση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση κι ούτε διεκδικεί δάφνες πρωτοποριακών μεταρρυθμίσεων που θα αναβαθμίσουν το ελληνικό πανεπιστήμιο και θα το καταστήσουν ανταγωνιστικό. Εκτός κι αν κάποιοι θεωρούν μεταρρύθμιση, καινοτομία ή κατ’ άλλους οπισθοδρόμηση, την επιβολή του… αυτονόητου! Διότι, ας μη γελιόμαστε, περί αυτού πρόκειται.

Κι έπρεπε να είχε γίνει από δεκαετιών, αν δεν υπήρχαν οι επαγγελματίες ινστρούχτορες της φοιτητικής νεολαίας είτε αυτοί είναι, οι ίδιοι οι καθηγητές τους, είτε τα κόμματα. Κι αν η κοινωνία, στη μεγάλη της πλειονότητα, αποστρέφει το βλέμμα απ’ όλα αυτά που βλέπουμε στα ελληνικά πανεπιστήμια με την ανομία και την επικράτηση μειοψηφικών απόψεων, των καταλήψεων για ψύλλου πήδημα μέχρι και βιαιοπραγιών κατά καθηγητών μέσα στα πανεπιστήμια, καμιά κυβέρνηση ίσα με τώρα, δεν αναλάμβανε το πολιτικό κόστος να αποδώσει τους πανεπιστημιακούς χώρους στους πραγματικούς δικαιούχους που είναι οι καθηγητές και φοιτητές για να επιτελέσουν το έργο τους. Αυτό το απλό, να επιτηρούνται και να ελέγχονται ποιοι μπαίνουν και ποιοι βγαίνουν μέσα στο χώρο των πανεπιστημίων, η αριστερά το κατακρίνει ως επιβολή του «νόμου και της τάξης». Κι είναι άραγε τόσο κακό αυτό;

Και δεν είναι κακό και επιλήψιμο, να φοβούνται να μπουν οι φοιτητές και το επιστημονικό- διοικητικό προσωπικό, στο φυσικό τους χώρο γιατί έτσι αποφάσισαν κάποιοι εξ ιδιοσυγκρασίας μπαχαλάκηδες, ακόμα και διακινητές ναρκωτικών ή πλανόδιοι του παρεμπορίου; Ή μήπως πρέπει να γίνεται ανεκτό χωρίς πειθαρχικές συνέπειες, φοιτητές να χειροδικούν εναντίον καθηγητών τους και να κτίζουν με τσιμεντόλιθους τις πόρτες των γραφείων τους ακόμα και των πρυτάνεων;

Αντιρρήσεις όμως έχει η “αντιπολίτευση για την αντιπολίτευση” και στην καθιέρωση μιας μίνιμουμ βαθμολογικής βάσης για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια, επισημαίνοντας πως πολλά παιδιά θα μείνουν εκτός της ανώτατης εκπαίδευσης. Ναι, να αντιδράσουμε γιατί κάποια παιδιά δεν θα εισαχθούν σε μια απίθανη σχολή από αυτές που μοιράζουν τα πλέον άχρηστα πτυχία, γιατί δεν θα εισαχθούν με λευκές κόλλες σε ΑΕΙ! Είναι βλέπετε μεγάλο εμπόδιο και “ρετσινιά των αρίστων” να πιάσει κανείς μια ελάχιστη βάση για να εισαχθεί σε πανεπιστημιακή σχολή. Και τι να πει κανείς για την κατάργηση των…αιώνιων φοιτητών που επιτέλους θα εφαρμοστεί και στην ελληνική εκπαίδευση. Και σ αυτό οι φρουροί της ακινησίας και του τέλματος εκφράζουν και πάλι το “όχι” τους.

Όμως, πέραν αυτών των ολίγων και αυτονόητων που περιλαμβάνει το νσ, η κοινωνία θα περίμενε και άλλες, πραγματικές μεταρρυθμίσεις, στην Ανώτατη παιδεία που δυστυχώς δεν τόλμησε επί του παρόντος η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας. Όπως για παράδειγμα το σπάσιμο αυγών με το καθηγητικό κατεστημένο που είναι μια μόνιμα χαίνουσα πληγή. Από τον τρόπο εκλογής των καθηγητών (με κομματικό αλισβερίσι και παζάρι με κόμματα και φοιτητές) μέχρι το κάθε πότε και για πόσες ώρες κάνουν διδασκαλία και ασχολούνται με τους φοιτητές τους. Κυρίως στις σχολές εκείνες όπου οι καθηγητές μπορούν παράλληλα να ασκούν και το επάγγελμα του γιατρού, του δικηγόρου του μηχανικού κλπ και εμφανίζονται στα ακαδημαϊκά τους καθήκοντα μόνο όταν δεν έχουν να κάνουν κάτι καλύτερο! Ειδικά δε στα περιφερειακά ιδρύματα καθώς οι καθηγητές συνήθως δεν κατοικούν στην πόλη όπου κατέχουν έδρα και δεν θέλουν να ξοδεύονται με τη μετάβαση τους για να διδάξουν!

Αλλαγές στον τρόπο αντικειμενικής, διαφανούς και αδιάβλητης εξέτασης των φοιτητών και όχι ομηρείας τους από το θυμικό και τις ιδιαιτερότητες του κάθε εξετάζοντος. Για να έχουν πραγματικό αντίκρυσμα και χρησιμότητα τα πτυχία στην κοινωνία και όχι διακοσμητικά στοιχεία φθηνού εντυπωσιασμού σε κάποια κορνίζα.
Αναβάθμιση των προσφερόμενων γνώσεων και εναρμόνιση με τις διεθνείς τάσεις και απαιτήσεις. Εξειδικεύσεις ουσιαστικές και ανταγωνιστικές με τον υπόλοιπο κόσμο και όχι βιομηχανοποιημένη παραγωγή πτυχίων χωρίς αντίκρυσμα.

Προσαρμογή, επιτέλους, στις ανάγκες της κοινωνίας και των απαιτήσεων της διαρκώς μεταβαλλόμενης αγοράς εργασίας. Ποιος ξέρει, μπορεί μετά την “επανάσταση του αυτονόητου” να έρθει και η σειρά για ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις. Χρόνος υπάρχει ακόμα. Όχι πολύς, αλλά υπάρχει. Αναμένουμε.