Τα κρούσματα αυξάνονταν μέρα με τη μέρα και η κυβέρνηση προσπαθούσε να κερδίσει χρόνο και να αποφύγει το αναπόφευκτο. Και όταν πλέον αναγκάστηκε να κάνει αυτό που είχαν κάνει και οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, πίστεψε -και μαζί της κι εμείς- πως ένας μήνας θα ήταν αρκετός για να δαμαστεί και να ανακοπεί το δεύτερο κύμα και πως τα Χριστούγεννα θα ήταν μια καλή ευκαιρία για επανεκκίνηση της οικονομίας και επιστροφής σε μια επιτηρούμενη κανονικότητα.

Πλην όμως άλλαι αι βουλαί των ανθρώπων και άλλαι του κορωνοϊού!

Ετσι, ο ένας μήνας lockdown έγινε δύο και πολύ πιθανόν τρεις, καθώς ουδείς πλέον μπορεί να εγγυηθεί συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα.

Ολα βρίσκονται στον αέρα και τα μαθηματικά μοντέλα των ειδικών, για λόγους που δεν είναι της παρούσης, αποδεικνύονται αναξιόπιστα.

Και μπορεί εκ των υστέρων όλοι, από τον πρωθυπουργό μέχρι τους επιστήμονες, να παραδέχτηκαν πως αυτή τη φορά δεν τα εκτίμησαν σωστά και καθυστέρησαν να πάρουν δραστικά μέτρα γιατί δεν υπολόγισαν σωστά τη δύναμη του δεύτερου κύματος, το κακό όμως είχε ήδη γίνει.

Δεν ξέρω αν η κατάσταση θα ήταν διαφορετική αν έκλεινε η οικονομία 10 μέρες νωρίτερα, γιατί αν κρίνουμε από αυτά που βλέπουμε στην υπόλοιπη Ευρώπη ακόμα και στις χώρες που προηγήθηκαν ημών, όπως η Αγγλία, η Γερμανία, η Ιταλία και η Ισπανία κ.λπ., ούτε αυτές δεν απέφυγαν την επιδείνωση της κατάστασης.

Μάλιστα κάποιες χώρες που χαλάρωσαν τα μέτρα πριν από μερικές μέρες τώρα τρέχουν να τα επαναφέρουν. Μεσούσης της κρίσης άλλωστε οι συγκρίσεις μάλλον δεν έχουν κανένα νόημα. Ο τελικός λογαριασμός θα γίνει όταν περάσει η μπόρα και τότε θα κριθούν οι χώρες αν έπραξαν σωστά, όταν θα μετρηθούν συνολικά τα θύματα μιας εκάστης.

Παράλληλα, όμως, μόλις δαμαστεί και ελεγχθεί η πανδημία, θα γίνει και ο οικονομικός απολογισμός, ο οποίος θα έχει διαφορετική βαρύτητα στην κάθε οικονομία και η επανεκκίνηση δεν θα γίνει από την ίδια βάση.

Και δυστυχώς, η δική μας βάση εκκίνησης θα βρίσκεται πολύ χαμηλά τόσο από δημοσιονομικής όσο και από παραγωγικής άποψης. Επιπρόσθετα το άχθος του δημοσίου χρέους θα έχει επιβαρυνθεί υπέρμετρα και μπορεί να ξεπεράσει κατά πολύ το 200%, γεγονός που θα περιορίζει σημαντικά τις αναπτυξιακές προσπάθειες.

Μπορεί οι μεταμνημονιακές υποχρεώσεις για τα πλεονάσματα και τις δαπάνες να έχουν ανασταλεί και να υπάρχει ελαστική παρακολούθηση από τους δανειστές μας, αλλά αυτό όχι για πολύ.

Είναι σαν τις υποχρεώσεις των πολιτών προς την Εφορία, τις τράπεζες, τα ασφαλιστικά ταμεία ή τις επιταγές που ναι μεν αναβλήθηκαν για αργότερα, πλην όμως δεν διαγράφηκαν και αμέσως μετά τη λήξη του συναγερμού θα ενεργοποιηθούν οι απαιτήσεις. Μπορεί με ευκολίες δόσεων, αλλά πάντως απαιτήσεις ενεργές, καταχωρημένες στον ΑΦΜ του καθενός, είτε είναι επιχειρήσεις είτε φυσικά πρόσωπα.

Κατά συνέπεια, το σημερινό κουκούλωμα της πραγματικής οικονομικής κατάστασης επιχειρήσεων και πολιτών δεν μας επιτρέπει εφησυχασμό και υπέρμετρη αισιοδοξία για την επόμενη μέρα. Και μπορεί το ζητούμενο από όλη την ανθρωπότητα σήμερα να είναι η καταπολέμηση της πανδημίας -και είναι λογικό-, αλλά η επόμενη μέρα δεν θα είναι τελειολογικά η επιστροφή σε αυτά που ξέραμε. Ο κόσμος για άλλη μια φορά θα αλλάξει. Θα είναι διαφορετικός. Οπως και οι ζωές μας. Και σε αυτό τον κόσμο που αλλάζει με ιλιγγιώδεις ρυθμούς θύματα θα είναι αυτοί που θα καθυστερήσουν να δουν και να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα που εν πολλοίς είναι άγνωστα ακόμη, αλλά είναι βέβαιο πως θα συμβούν.