Η μέχρι στιγμής εύθραυστη επιτυχία στην αντιμετώπιση της πανδημίας μπορεί να μας εξοικείωσε (τρόπος του λέγειν) με τις ΜΕΘ και τις διασωληνώσεις, δεν ξέρω όμως αν θα μπορέσουμε να συνηθίσουμε την εικόνα μιας διασωληνωμένης οικονομίας που αφορά όλα τα νοικοκυριά.

Και μπορεί κάποια στιγμή (ελπίζουμε όχι αργά) να βρεθούν το φάρμακο και το εμβόλιο για τον COVID-19, όμως το φάρμακο για την αντιμετώπιση της ύφεσης παραμένει πάντα η φτώχεια και η λιτότητα.
Και με αυτό θα κληθούμε να πορευτούμε για τους επόμενους πολλούς μήνες.

Ναι, το κράτος για πρώτη φορά, απ’ όσο θυμόμαστε, τους τελευταίους δύο μήνες λειτούργησε υποδειγματικά και συνέδραμε οικονομικά, κατά το μέτρο των δυνατοτήτων του, τον πληθυσμό τον οποίο υποχρέωσε σε lockdown. Εφεξής, όμως, μπαίνοντας και στον σκληρό πυρήνα του προβλήματος, δεν ξέρουμε αν αντέχει και για πόσο.

Δεν ξέρουμε για πόσο θα αντέξει να μην εισπράττει φόρους, να αναβάλλει υποχρεώσεις πολιτών και επιχειρήσεων, να δίνει επιδόματα επιβίωσης, να δανείζεται πέρα από τις αντοχές και να αυξάνει τα ελλείμματα και το χρέος.
Δεν ξέρουμε πόσο θα αντέξει η κοινωνία στην απώλεια χιλιάδων θέσεων εργασίας που έρχονται να προστεθούν στα ήδη υψηλά ποσοστά ανεργίας.
Ούτε ξέρουμε τι επίδραση στην κοινωνική συνοχή θα έχουν τα χιλιάδες αναμενόμενα λουκέτα επιχειρήσεων.

Οπως δεν ξέρουμε μέχρι ποιου σημείου θα αντέξει η οικονομία μας στην αναβολή επενδυτικών σχεδίων, ιδιωτικοποιήσεων, μεταρρυθμίσεων.

Το μόνο βέβαιο είναι ότι όλα όσα είχε προγραμματίσει η παρούσα κυβέρνηση -και βάσει αυτών την εμπιστεύτηκε ο κόσμος- είναι υπό αναίρεση. Φορολογικές ελαφρύνσεις, επενδύσεις, νέες καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας, ανάπτυξη, ανασυγκρότηση της χώρας, εξάλειψη των αδικιών που είχαν φέρει τα μνημόνια και η δεκαετής χρεοκοπία τελούν πλέον υπό αναθεώρηση ή και ματαίωση.

Το επόμενο διάστημα δυστυχώς θα παρακολουθούμε και πάλι εικόνες γνώριμες από το πρόσφατο παρελθόν, με νέα γενιά προβληματικών επιχειρήσεων, με νέα γενιά κόκκινων δανείων, με νέα χτυπήματα στο ήδη παραπαίον τραπεζικό σύστημα και, πολύ φοβούμαι, νέα γενιά αγανακτισμένων έρμαιο στα χέρια των πάσης φύσεως λαϊκιστών.

Η σημερινή ευρεία εμπιστοσύνη που απολαμβάνει η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι εύθραυστη και με ημερομηνία λήξης, καθώς η καθημερινότητα θα είναι αδυσώπητη και το συμβόλαιο που είχε κάνει με τους πολίτες ακυρώθηκε πλέον από την αναπάντεχη πανδημία.

Ούτε ξέρω αν θα θέλει, από διαχειριστής της ανάπτυξης και της ανάταξης της χώρας, να μετατραπεί σε διαχειριστή της ύφεσης και της μιζέριας έχοντας απέναντί του μια αντιπολίτευση που από τώρα με την προσφιλή της λαϊκίστικη μέθοδο του κουνάει το δάχτυλο και ετοιμάζεται να του φορτώσει την επερχόμενη ύφεση, η οποία δεν θα είναι μόνο ελληνικό αλλά παγκόσμιο φαινόμενο. Να του αποδώσει δηλαδή ευθύνες γιατί δεν έχει ένα μαγικό ραβδί ώστε και τη δημόσια υγεία να εξασφαλίσει, αλλά και την οικονομική ύφεση να αποφύγει κόντρα σε ό,τι συμβαίνει σε όλες τις χώρες του κόσμου ακόμα και στις πλουσιότερες.

Υπό αυτά τα δεδομένα, φρονώ πως δεν αρκεί να εξηγήσει στον κόσμο τη νέα κατάσταση και τη δίνη στην οποία πρόκειται να στροβιλιστούμε. Από τη στιγμή που δεν μπορεί να εφαρμόσει το πρόγραμμα για το οποίο ψηφίστηκε, θα πρέπει ίσως να σκεφτεί να παρουσιάσει ένα νέο επικαιροποιημένο πρόγραμμα το οποίο θα εκκινεί και πάλι από το μείον και να το θέσει στην κρίση του εκλογικού σώματος για να αποφασίσει αυτό ποιος είναι ικανότερος να μας βγάλει από τη νέα οικονομική κρίση.

Εξετάσεις με απτά αποτελέσματα στη διαχείριση κρίσεων έχουν δώσει όλοι οι κομματικοί φορείς της χώρας και ο κόσμος έχει πλέον άποψη. Αρα το πρέπον είναι -και μόλις το επιτρέψει ο κορωνοϊός- η λογοδοσία και η κρίση να γίνει από τον λαό και όχι από τους κομματικούς αντιπάλους.