Εναν ιδιαίτερα ολισθηρό και επικίνδυνα διχαστικό δρόμο έχει επιλέξει η κυβέρνηση μέσα από τις καθημερινές της αποφάσεις, ενέργειες και τη δημόσια ρητορική της.

Εναν ταξικό διχασμό των Ελλήνων ανάμεσα στους πολύ φτωχούς και τους λιγότερο φτωχούς, έναν διαχωρισμό ανάμεσα σε ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ και τους άλλους!

Και αυτό σε μια περίοδο γενικής κατάπτωσης της ελληνικής κοινωνίας και μιας διαμορφωθείσας κατάστασης από την πολύχρονη οικονομική κρίση, όπου ελάχιστη έως καθόλου σημασία έχουν τα πολιτικά χρώματα, καθώς η λαίλαπα των μέτρων έχει αχρωματοψία.

Στο παρελθόν, ακόμα και σε περιόδους έντονων πολιτικών διαχωρισμών και αντιπαραθέσεων, όλοι οι πρωθυπουργοί πολιτεύονταν για λογαριασμό όλων των Ελλήνων και όχι μόνο για τους ψηφοφόρους τους. Σήμερα αυτό το δόγμα δεν τηρείται ούτε για προσχηματικούς λόγους. Η αποστροφή του λόγου ενός βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ ότι η επιβολή ΦΠΑ στην ιδιωτική παιδεία δεν αφορά το κοινό του ΣΥΡΙΖΑ και δεν θα έχει πολιτικό κόστος στην κυβέρνηση είναι σαφές ότι εκφράζει την κυρίαρχη αντίληψη της κυβέρνησης. Και αυτό άσχετα αν δεν βγαίνουν να το πουν επίσημα. Ολες οι πράξεις και οι ενέργειες το αποδεικνύουν καθημερινά. Οι επιλογές της είναι άκρως ταξικές και διχαστικές. Ενας επικίνδυνος διαχωρισμός «πλούσιων» και φτωχών (όπου πλούσιος νοείται αυτός που έχει εισόδημα πάνω από 1.000 ευρώ!), με την κυβέρνηση να εμφανίζεται να προστατεύει μόνο αυτούς που είναι κάτω από αυτά τα όρια, είτε είναι συνταξιούχος είτε εργαζόμενος.

Ο ίδιος διαχωρισμός σε σχέση με την περιουσιακή κατάσταση κάθε πολίτη. Αν δεν ανήκει κανείς στην κατηγορία των συμπολιτών μας που διαθέτουν το πολύ ένα δυάρι στην Κυψέλη ή στα Πατήσια και κατάφεραν να αποκτήσουν ένα μεγαλύτερο σπίτι σε ακριβότερη περιοχή, ενδεχομένως ένα εξοχικό και ένα αυτοκίνητο, τότε όχι απλώς δεν προστατεύονται, αλλά καλούνται ως έχοντες να πληρώσουν επιπλέον για τη στήριξη των άλλων. Ως τελικός στόχος φαίνεται η πολιτική αυτή να οδηγήσει στην απόλυτη εξίσωση προς τα κάτω. Ει δυνατόν, να γυρίσουμε όλοι στα δυάρια και σε εισόδημα κάτω από 1.000 ευρώ και μάλιστα υπό την κάλυψη ενός αριστερού ιδεολογήματος περί ισότητας και αταξικότητας της κοινωνίας. Αυτές όμως οι επιλογές και διακρίσεις είναι επικίνδυνες και επωάζουν εξελίξεις απρόβλεπτες, που εκτός από εθνικό διχασμό πολύ φοβούμαι ότι θα γεννήσουν και εμφυλιοπολεμικές καταστάσεις.

Τέτοια δείγματα έχουν κάνει την εμφάνισή τους εδώ και καιρό και τα αντιμετωπίζουμε καθημερινά τόσο στο Διαδίκτυο όσο και στους δρόμους. Οποιος τολμά να υπερασπιστεί τους γονείς που έκαναν την επιλογή να στείλουν τα παιδιά τους σε ιδιωτικό σχολείο και τώρα καλούνται να πληρώσουν και φόρο γι’ αυτό, υφίσταται ένα ιδιότυπο bullying από ανέργους ή φτωχούς συμπολίτες μας επειδή δεν έχουν τα στοιχειώδη. Οποιος κινείται στον δρόμο με ένα μεγάλου κυβισμού αυτοκίνητο, αντιμετωπίζει την επιθετικότητα από άγνωστους συμπολίτες. Τέτοιες καταγγελίες φθάνουν πάμπολλες καθημερινά στα μέσα ενημέρωσης και μέχρι τώρα τα αντιμετωπίζουμε ως μεμονωμένα περιστατικά. Πλην όμως όταν αυτά αυξάνονται με τέτοιο ρυθμό και μάλιστα εμμέσως υποδαυλίζονται από την κυβερνητική ρητορική και πρακτική, δεν θα αργήσει η στιγμή του κοινωνικού αυτοματισμού και να σημειώνονται επεισόδια μίσους ανάμεσα στα κοινωνικά στρατόπεδα των πενήτων και αυτών που είναι πάνω από τα όρια της φτώχειας.
Ουδείς φυσικά μπορεί και πρέπει να εναντιωθεί στην ανάγκη στήριξης με κάθε τρόπο των πλέον αδύνατων κομματιών της ελληνικής κοινωνίας και της ενίσχυσης του κοινωνικού ιστού με κάθε πρόσφορο μέσο. Η Πολιτεία πρέπει και οφείλει να το κάνει. Δεν χρειάζεται όμως να διατυμπανίζει ότι αυτό είναι το μόνο της χρέος, αφήνοντας να εννοηθεί πως όλοι οι άλλοι έχουν τον τρόπο τους.

Αλλωστε και το Σύνταγμα αναφέρει ρητά ότι όλοι οι πολίτες συνεισφέρουν στο κράτος ανάλογα με τις δυνατότητές τους. Ε, λοιπόν, η κυβέρνηση είναι ώρα να αντιληφθεί ότι αντικειμενικά αυτές οι δυνατότητες στις οποίες υπολογίζει φόρους και βάρη δεν υπάρχουν παρά μόνο μέσα σε ιδεοληπτικούς νομοθέτες.