Πιο βαθιές από ποτέ φαίνεται να είναι οι διαφορές μεταξύ των χρηματιστηρίων της Ευρώπης και της Βρετανίας. Μετά την επίτευξη της ιστορικής συμφωνίας της ΕΕ για τη διάσωση των πιο αδύναμων οικονομιών του μπλοκ οι επενδυτές εμφανίζονται να επιβραβεύουν την ευρωπαϊκή ενότητα και την ίοδια ώρα να τιμωρούν τα προβλήματα της Βρετανίας, καθώς οι συνομιλίες για το Brexit και τις διμερείς εμπορικές σχέσεις Βρετανίας – ΕΕ συνεχίζουν να μην προχωρούν.

Το ευρώ είναι κοντά στα υψηλά 1,5 έτους, ο γερμανικός DAX σχεδόν διέγραψε τις απώλειες του 2020 και ο Stoxx Europe 600 έχει προσθέσει στη χρηματιστηριακή του αξία 3,5 τρισ. δολάρια από τα χαμηλά του Μαρτίου.

Ερευνα της Bank of America δείχνει ότι οι επενδυτές αύξησαν τις θέσεις τους σε μετοχές ευρωζώνης κατά 9%.

Αντιθέτως, η Βρετανία παραμένει εξαιρετικά αντιδημοφιλής. Η στερλίνα έχει υποχωρήσει φέτος και οι μετοχές του FTSE 100 έχουν χάσει το 17% της αξίας τους το 2020.Στην έρευνα της BofA η Βρετανία είναι η πιο ανεπιθύμητη περιοχή για τους επενδυτές. Όπως αναφέρουν διαχειριστές κεφαλαίων, το Ηνωμένο Βασίλειο είναι επικίνδυνο για επενδύσεις, λόγω του πιθανού κινδύνου για Brexit χωρίς συμφωνία στα τέλη του έτους, οπότε και λήγει η μεταβατική περίοδος και ενδεχομένως να ξεκινήσει η εφαρμογή δασμών.

Διαβάστε ακόμη: Η Βρετανία δεν περιμένει πλέον εμπορική συμφωνία με την ΕΕ

Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Βρετανίας και ΕΕ δείχνουν ότι οι πιθανότητες μιας συμφωνίας μέχρι τα τέλη Αυγούστου εξανεμίζονται με γοργούς ρυθμούς.

Όπως αναφέρει ο Μάικ Ρίντελ, διαχειριστής κεφαλαίων της Allianz Global Investors, ο οποίος σορτάρει τη στερλίνα έναντι του ιαπωνικού γεν, υπάρχουν και πολλοί άλλοι παράγοντες που μπορεί να σπρώξουν χαμηλότερα τη στερλίνα. Αν υλοποιηθούν αυτά τα ρίσκα (γίνει, ας πούμε, ένα Brexit χωρίς συμφωνία) τότε η στερλίνα μπορεί να υποχωρήσει 10% ή και περισσότερο.

Η μεταβλητότητα της στερλίνας κρατά επίσης μακριά τους επενδυτές.

Oι εξάμηνες αντιστροφές κινδύνων στη λίρα έναντι του γεν και του δολαρίου, που αποτελούν δείκτη της τποθέτησης της αγοράς που καλύπτει και την προθεσμία του Brexit ως το τέλος του έτους, δείχνουν ότι οι επενδυτές αναμένουν μια υποτίμηση της λίρας.

Σύμφωνα πάλι με την JPMorgan Chase & Co όλος αυτός ο αρνητισμός προς τις βρετανικές μετοχές μπορεί να είναι υπερβολικός, δεδομένου ότι η ασθενέστερη στερλίνα μπορεί να στηρίξει τα κέρδη των εταρειών που διαπραγματεύονται στον FTSE 100, καθώς τα περισσότερα έσοδά τους προέρχονται από το εξωτερικό.

Από την Morgan Stanley Wealth Management, αναφέρουν πάλι ότι είναι υπερβολικά νωρίς να στοιχηματίσει κανείς σε μια ανάκαμψη. Όπως αναφέρει η επικεφαλής του τομέα επενδύσεων Λίζα Σάλετ, είναι εύκολο να απαντήσει αν θέλει να επενδύσει στη Βρετανία τα επόμενα 3-5 χρόνια, όχι όμως και τους επόμενους 6-12 μήνες, καθώς δεν γνωρίζει ποιοι θα είναι οι εμπορικοί όροι που θα υπάρχουν