Η περιοχή μεταξύ Αμβούργου και Αννόβερου είναι γνωστή για τα πυκνά δάση, τα κεραμιδί σπίτια, αλλά και τη «βαριά» αμυντική βιομηχανία της Γερμανίας.

Ήχοι πολυβόλων, βλήματα πυροβολικού και εκρήξεις ποικίλης ισχύος, ύψους και διάρκειας αντηχούν σ΄ όλο το μήκος και το εύρος της περιοχής, έχοντας ως αφετηρία το πεδίο δοκιμών της Rheinmetall AG.

Γύρω απ’ αυτό, έχουν τοποθετηθεί συρματοπλέγματα, ενώ δεκάδες πινακίδες προειδοποιούν «Κίνδυνος θανάτου!», κρατώντας επιμελώς κρυμμένο από τους Γερμανούς ό,τι γίνεται στο εσωτερικού του δάσους.

Άλλωστε, η κοινωνία έχει μια μακρά καχυποψία έναντι των οπλικών συστημάτων και των στρατιωτικών εξοπλισμών, κάτι που εδράζεται στις άσχημες εμπειρίες των δύο Παγκοσμίων Πολέμων.

Όμως, ενόσω οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις επανεξοπλίζονται ως απόρροια της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, οι προμηθευτές όπλων της Γερμανίας ζουν «χρυσές εποχές». Ανεξαρτήτως των δημόσιων αισθημάτων.

Δεν είναι τυχαίο ότι η Rheinmetall, η οποία αποτελεί τη μεγαλύτερη αμυντική βιομηχανία της χώρας, μόλις προστέθηκε στον κύριο δείκτη του Χρηματιστηρίου της Φρανκφούρτης.

Η εκπαίδευση των Ουκρανών

Αυτό το τμήμα της Κάτω Σαξονίας συνιστά την πιο στρατιωτικοποιημένη περιοχή της Γερμανίας.

Περίπου 100 χιλιόμετρα νότια του Αμβούργου, το «Unterlüss» φιλοξενεί το τμήμα όπλων και πυρομαχικών της Rheinmetall, η οποία διαθέτει το μεγαλύτερο ιδιωτικό πεδίο βολής της Ευρώπης. Η αεροπορική βάση «Fassberg» βρίσκεται ακριβώς δίπλα, ενώ περίπου 13 χιλιόμετρα βορειοδυτικότερα το «Munster» φιλοξενεί το μεγαλύτερο στρατόπεδο της χώρας.

Εκεί εκπαιδεύτηκαν οι ουκρανικές δυνάμεις για να χειρίζονται τα «Leopard 2», τα πιο εμπορικά επιτυχημένα άρματα μάχης στον κόσμο (παράγεται από το 1979), τα οποία πλέον δοκιμάζονται στα πεδία μαχών της Ουκρανίας. Με οπλικά συστήματα που κατασκευάστηκαν από τη Rheinmetall, το Leopard είναι μια «ζωντανή» απόδειξη της μηχανικής ικανότητας της Γερμανίας.

Οι αποφάσεις του Σολτς

Σε μια έκτακτη συνεδρίαση του Κοινοβουλίου, τρεις ημέρες μετά την επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, ο Σολτς κήρυξε αυτό που αποκάλεσε «Zeitenwende» ή αλλιώς «ιστορική καμπή», αίροντας την απαγόρευση αποστολής όπλων σε εμπόλεμες ζώνες. Στη συνέχεια, ανακοίνωσε τη δημιουργία ενός ειδικού ταμείου, ύψους 100 δισεκατομμυρίων ευρώ, για την αναβάθμιση του εξοπλισμού της Bundeswehr, δηλαδή του γερμανικού εθνικού στρατού.

Έναν και πλέον χρόνο αργότερα, η αντιπολίτευση και οι διεθνείς σύμμαχοι παραπονιούνται ότι ο Σολτς έχει επιδείξει ελάχιστη πρόοδο προς την κατεύθυνση του επαν-εξοπλισμού της χώρας. Ένα μεγάλο εμπόδιο, βέβαια, συνίσταται στο αυστηρό σύστημα των αμυντικών προμηθειών της χώρας.

Παρόλα αυτά, η αργή μετεξέλιξη βοηθάει ψυχολογικά μια σημαντική μερίδα των ψηφοφόρων, πολλοί εκ των οποίων τρομοκρατήθηκαν από την απότομη ανάπτυξη του γερμανικού οπλισμού, λίγες δεκαετίες μετά τον όλεθρο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Ας μην ξεχνάμε, εξάλλου, ότι η γερμανική κυβέρνηση ήταν αρκετά διστακτική στο να προμηθεύσει με «Leopard 2» και στρατιωτικό υλικό την Ουκρανία. Αυτές οι επιφυλάξεις, μάλιστα, ακόμη δεν έχουν καμφθεί.

Αλλά η αμυντική βιομηχανία αισθάνεται δικαιωμένη. «Πολλοί άνθρωποι καταλαβαίνουν πλέον ότι η ασφάλεια δεν είναι δεδομένη – πρέπει να αγωνιστείς για την ασφάλεια και τη δημοκρατία» δηλώνει ο Armin Papperger, διευθύνων σύμβουλος της Rheinmetall, σε συνέντευξή του στις 10 Μαρτίου. «Καταλαβαίνουν επίσης ότι πρέπει να ξοδεύουμε χρήματα για τις ένοπλες δυνάμεις. Μια χώρα, όπως η Γερμανία, αυτή τη στιγμή είναι σχετικά ανίκανη να υπερασπιστεί τον εαυτό της, επειδή δεν διαθέτει αρκετό στρατιωτικό εξοπλισμό. Αυτό πρέπει να αλλάξει».

Για πολλούς, εξάλλου, ο ρωσο-ουκρανικός πόλεμος αφορά άμεσα και τη Γερμανία. Η Ουκρανία απέχει 10 ώρες με το αυτοκίνητο από το Βερολίνο, η Γερμανία φιλοξενεί ένα εκατομμύριο Ουκρανούς πρόσφυγες και η χώρα υφίσταται μια επώδυνη διαδικασία απεξάρτησης από το φθηνό ρωσικό φυσικό αέριο, κάτι που θέτει υπό αμφισβήτηση τη βιωσιμότητα μέρους της γερμανικής βιομηχανίας.

Εξαγωγές όπλων

Παραδόξως, η καθυστερημένη παράδοση εξοπλισμού στο Κίεβο, έχει συνδράμει στο να αναδειχθεί η ποιότητα των γερμανικών όπλων στο πεδίο των μαχών. Για παράδειγμα, το σύστημα αεράμυνας IRIS-T της Diehl Defence, εξοπλισμένο με πυραύλους υπέρυθρης σκόπευσης που κινούνται με τριπλάσια ταχύτητα σε σχέση με τον ήχο, έχει αποσπάσει πολλαπλούς επαίνους από την ουκρανική αεροπορία.

Τα ουκρανικά στρατεύματα έχουν επίσης χαιρετίσει το αντιαεροπορικό άρμα «Gepard» για την ικανότητά του να καταρρίπτει μη επανδρωμένα αεροσκάφη Shahed. Την ίδια στιγμή, το «Panzerhaubitze 2000» έχει αποκτήσει τη φήμη του ισχυρότερου και ταχύτερου αυτοκινούμενου οβιδοβόλου. Και τα δύο κατασκευάζονται από την Krauss-Maffei Wegmann.

«Οι Γερμανοί αμυντικοί εργολάβοι παράγουν μερικά από τα πιο ικανά τεθωρακισμένα οχήματα, και χαίρομαι που βλέπω τα περισσότερα από αυτά να πηγαίνουν στους Ουκρανούς» επισημαίνει ο Scott Boston, ανώτερος αμυντικός αναλυτής στη Rand Corp.

Δεν είναι τυχαίο ότι η Γερμανία κατέλαβε την έκτη θέση στις εξαγωγές όπλων το 2022, πίσω μόνο από τις ΗΠΑ, τη Γαλλία, τη Ρωσία, την Κίνα και την Ιταλία. Η μεγαλύτερη πώλησή της, δε, αφορούσε τρία υπερσύγχρονα υποβρύχια, τα οποία κατασκευάστηκαν από την Thyssenkrupp Marine Systems και αγοράστηκαν από το Ισραήλ έναντι 1 δισ. ευρώ το καθένα.

Οι μετοχές της Rheinmetall έχουν σχεδόν τριπλασιαστεί από την ημέρα έναρξης του πολέμου στην Ουκρανία, με τη χρηματιστηριακή αξία της εταιρείας να ξεπερνά τα 10 δισ. ευρώ. Στις 16 Μαρτίου, δε, ανακοίνωσε κέρδη – ρεκόρ, νέες παραγγελίες – ρεκόρ και ρεκόρ ανεκτέλεστων εργασιών, ύψους 26,6 δισ. ευρώ.

Διαβάστε ακόμα

Η περίπτωση Ραγκούση, ο γάμος Στασινόπουλου-Καντώνια, ο έφεδρος Τσαμάζ και οι νέοι στόχοι της Intrakat

Γιατί οι εφοπλιστές αγοράζουν… με πάθος Ελλάδα

Οικογένεια Νίκα: Κληρώνει ξανά για την «πινακοθήκη» και το ακίνητο στη Στησιχόρου (pics)