Ενώ κατάφεραν να κρατήσουν ενιαία στάση απέναντι στη Βρετανία όσον αφορά στο brexit, τώρα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης οφείλουν να διευθετήσουν τις μεταξύ τους διαφορές και ειδικότερα το έλλειμμα που δημιουργεί στον κοινοτικό προϋπολογισμό η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ο προϋπολογισμός της περιόδου 2021- 2027, ύψους 1 τρισεκατομμυρίου ευρώ (1,1 τρισ. δολάρια) αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής, η οποία δίνει τη δυνατότητα στους αγρότες να είναι ανταγωνιστικοί απέναντι στις εισαγωγές αγροτικών προϊόντων από τις αναπτυσσόμενες χώρες, βοηθά τα φτωχότερα κράτη- μέλη να συγκλίνουν με τους πιο πλούσιους εταίρους τους και στηρίζει πολιτικές που ενθαρρύνουν την ενιαία ευρωπαϊκή δράση.

Ωστόσο, η τελική συμφωνία για το ύψος του ποσού, αλλά και του τρόπου που αυτό θα διατεθεί, αποτελεί τακτική πηγή εντάσεων στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κυρίως μεταξύ των χωρών που συνεισφέρουν στον προϋπολογισμό και εκείνων που αποκομίζουν περισσότερα από όσα συνεισφέρουν.

Η Βρετανία, φυσικά, ήταν μεταξύ των χωρών που συνεισέφεραν στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό. Μετά τη συμφωνία για το brexit, τα πλουσιότερα κράτη- μέλη της ΕΕ ζητούν η “τρύπα” που δημιουργείται στον προϋπολογισμό, να καλυφθεί από περικοπές για την περίοδο 2021-2027. Αντίθετα, τα κράτη μέλη που είναι οικονομικά ασθενέστερα, προτείνουν την αύξηση της συνεισφοράς των πλουσιότερων.

Κανείς δεν είναι ευτυχισμένος

Η βασική αυτή διαφωνία, αναμένεται να διατηρηθεί ανάμεσα τους Ευρωπαίους ηγέτες για αρκετούς μήνες, αλλά η καρδιά του προβλήματος αφορά εάν μικρό, σχετικά, χρηματικό ποσό: Για την ακρίβεια, μόλις το 0,1% του κοινοτικού προϋπολογισμού. Οι Βρυξέλλες πρότειναν τα κράτη μέλη να συνεισφέρουν περίπου το 1,1% στο κοινό ταμείο, ενώ τα πιο εύπορα κράτη- μέλη αντιτείνουν ότι είναι αρκετό το 1%. Είτε η μια λύση επικρατήσει, είτε η άλλη, τα χρήματα που θα συνεισφέρουν οι πλούσιες χώρες της Ευρώπης θα είναι πολύ περισσότερα από όσα έδιναν ως τώρα.

Η Φινλανδία, η οποία κατέχει αυτό το εξάμηνο την εκ περιτροπής προεδρία της ΕΕ, πρότεινε το σχετικό ποσοστό να κυμανθεί από 1,03% έως 1,08%, σύμφωνα με ένα εσωτερικό σημείωμα που έγινε γνωστό. Το περιθώριο μεταξύ των δυο ποσοστών ανέρχεται σε περίπου 50 δισεκατομμύρια ευρώ σε διάστημα επτά ετών. Ωστόσο, σχεδόν κανείς δεν είναι ευτυχισμένος, σύμφωνα με πολλούς διπλωμάτες που παρακολουθούν το θέμα.

Οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα προσπαθήσουν να σημειώσουν πρόοδο και να πλησιάσουν προς ένα συμβιβασμό την Παρασκευή. Πρέπει πρώτα να συμφωνήσουν σχετικά με το ανώτατο όριο των χρημάτων που τα κράτη θα συνεισφέρουν στον προϋπολογισμό και μετά να συζητήσουν για το τι πρέπει να δαπανήσουν, όπως και για τους όρους που συνδέονται με την εκταμίευση των μετρητών.

Η ΕΕ, βέβαια, έχει μακρά εμπειρία στη διευθέτηση τέτοιων, σχετικά μικρών αλλαγών.

Οι 19 υπουργοί οικονομικών που εκπροσωπούν την Ευρωζώνη των 19 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, μόλις ολοκλήρωσαν μια διετή διαπραγμάτευση με ξεχωριστό προϋπολογισμό αξίας κάτω των 20 δισεκατομμυρίων ευρώ.