Ο αγώνας για τον πολιτικό που θα διαδεχθεί την Άγκελα Μέρκελ στη γερμανική καγκελαρία είναι ορθάνοιχτος από τη Δευτέρα, αφού η Ανεγκρέτ Κραμπ- Κάρενμπάουερ ανακοίνωσε ότι θα παραιτηθεί από την ηγεσία του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος της χώρας και δεν θα είναι υποψήφια του κόμματος για τη θέση της καγκελαρίου στις επόμενες εκλογές.

Η Κραμπ- Καρενμπάουερ, γνωστή με τα αρχικά της «AKK», έδωσε αγώνα προκειμένου να σταθεροποιήσει την θέση της στο κόμμα από τότε που διαδέχθηκε την Άγκελα Μέρκελ τον Δεκέμβριο του 2018, καθώς ταπεινώθηκε την περασμένη εβδομάδα όταν τα κομματικά στελέχη ενός τοπικού κρατιδίου στην ανατολική Γερμανία, της Θουριγγίας αψήφησαν τις εντολές της και συνεργάστηκαν μαζί με το ακροδεξιό κόμμα AfD για τη στήριξη κοινού υποψηφίου. Η εκλογή ομοσπονδιακών ή περιφερειακών αρχόντων με την ψήφο φαστιστών αποτελεί ταμπού για τη Γερμανία και εξόργισε τη Μέρκελ.

Η παραίτησή της ΑΚΚ αφήνει ένα ερωτηματικό πάνω στο ποια πολιτική κατεύθυνση θα πάρει η Γερμανία από τη στιγμή που η Μέρκελ θα αποχωρήσει, το αργότερο μέσα στην επόμενη χρονιά. Η AKK υπήρξε επιλογή της καγκελαρίου προκειμένου να διαφυλάξει την κληρονομιά της και να αποκλείσει την ανάδειξη σε διάδοχό της, ενός κομματικού στελέχους από την πιο συντηρητική μερίδα του CDU, που ήθελε περισσότερη υποστήριξη προς τις επιχειρήσεις και λιγότερη έμφαση στο περιβάλλον και τα κοινωνικά ζητήματα. Αυτά τα αιτήματα είναι πιθανό να επιστρέψουν καθώς ο αγώνας για την ηγεσία, τώρα αναζωπυρώνεται.

Το πολιτικό δίλημμα για το CDU είναι το πώς θα πρέπει να χειριστεί την επιστροφή της ακροδεξιάς πολιτικής στο πρώην κομμουνιστικό ανατολικό τμήμα της Γερμανίας. Πολλοί ψηφοφόροι έχουν στραφεί στο ακραίο AfD επειδή αισθάνονται ότι έχουν μείνει πίσω κατά τη διάρκεια της πολυετούς οικονομικής ανάπτυξης και φέρουν βαρέως τις παραχωρήσεις του Βερολίνου προς τους πρόσφυγες.

Η επίσημη στάση του κόμματος είναι ότι δεν μπορεί να υπάρξει συνεργασία με την ακροδεξιά “Εναλλακτική για τη Γερμανία” (AfD) σε οποιοδήποτε επίπεδο, αλλά οι τοπικοί αξιωματούχοι το αμφισβητούν στην πράξη.

Η πτώση της AKK τελικά προκλήθηκε όταν το CDU στη Θουριγγία ψήφισε μαζί με την AfD για να εκλέξει τον πρόεδρο του κρατιδίου την περασμένη εβδομάδα. Ο τοπικός ηγέτης Μάικ Μόρινγκ αναγκάστηκε να κάνει πίσω, ωστόσο άλλοι αξιωματούχοι του CDU στα ανατολικά είδαν με θετικό μάτι την κίνησή του, καθώς προσπαθεί να διατηρήσει την υποστήριξη του κόμματος.

Η ΑΚΚ δήλωσε στους συναδέλφους της σε συνάντηση στο Βερολίνο ότι ένας λόγος για την απόφασή της είναι η «ασαφής σχέση» μεταξύ μιας μερίδας του CDU, του ακροδεξιού AfD και του αντικαπιταλιστικού Αριστερού κόμματος, δήλωσε ο εκπρόσωπος της. Φεύγει, ακριβώς διότι αντιτίθεται σε οποιαδήποτε συνεργασία με τα δύο αυτά κόμματα.

Μάχη για την ηγεσία

Η απερχόμενη ηγέτιδα των Γερμανών κεντροδεξιών είπε ότι πιστεύει πως ο επόμενος επικεφαλής του κόμματος θα πρέπει να είναι και υποψήφιος για την καγκελαρία το 2021. Σχεδιάζει να οργανώσει τη διαδικασία εκλογής μέχρι το καλοκαίρι και στη συνέχεια να αποχωρήσει από την ηγεσία, από τη στιγμή που έχει επιλεγεί ένας διάδοχος. Η AKK πρόκειται να δώσει συνέντευξη Τύπου το μεσημέρι.

Η αποχώρηση της ΑΚΚ γίνεται δεκτή με ικανοποίηση από τη δεξιά πτέρυγα του κόμματος. Ο Όλαφ Γκούτινγκ, ένας βουλευτής που επικρίνει το μετριοπαθή πορεία της Μέρκελ, δήλωσε ότι τα λάθη είχαν «συσσωρευτεί» στην προεδρία της AKK και η αποχώρησή της θα οδηγήσει το κόμμα σε ένα καθοριστικό τεστ.

“Ανεξάρτητα από την προσωπική συμπάθεια, πρέπει να δούμε ότι η βάση είχε αυξανόμενες αμφιβολίες σχετικά με τις ικανότητες της AKK για την καγκελαρία”, δήλωσε ο Γκούτινγκ στο Bloomberg News. Ταυτόχρονα, αρνήθηκε να κάνει εικασίες για τον διάδοχό της, τον οποίο αναμένεται τα στελέχη του κόμματος να εκλέξουν το δεύτερο εξάμηνο του έτους.

Η Μέρκελ ζήτησε από την ΑΚΚ, που είναι υπουργός Άμυνας, να παραμείνει στη θέση της στο υπουργικό συμβούλιο, δήλωσε αξιωματούχος. Η τωρινή πρόεδρος του CDU εισήλθε στο υπουργικό συμβούλιο τον Ιούλιο, όταν η θέση της υπουργού Άμυνας χήρεψε, λόγω της μετάβασης της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στην προεδρία της Κομισιόν.

Η αποχώρηση της Καρενμπάουερ, ανοίγει το δρόμο για άλλους αξιωματούχους να κινηθούν προς τα εμπρός για να ηγηθούν του ισχυρότερου κόμματος της Γερμανίας. Οι δυνητικοί υποψήφιοι είναι ο αντιπρόεδρος Αρμιν Λάσετ, ο ηγέτης του κρατιδίου της Βόρειας Ρηνανίας – Βεστφαλίας, ο υπουργός Υγείας Γενς Σπαν, ο Φρίντριχ Μες και ο Μάρκους Σέντερ, ηγέτης του αδελφού κόμματος, της βαυαρικής CSU.