Το πρόβλημα για την ιταλική κυβέρνηση έφτασε στο απροχώρητο, γι αυτό ο πρωθυπουργός Τζουζέπε Κόντε υποχρεώθηκε να αποστείλει επιστολή του στους υπουργούς του, με την οποία τους ζητάει να σταματήσουν τις μεταξύ τους φιλονικίες και να καταθέσουν «προτάσεις, σχέδια και λύσεις» για τη διάσωση ενός μεγάλου χαλυβουργείου στην περιοχή του Τάραντα στη νότια Ιταλία, που αντιμετωπίζει το φάσμα της χρεοκοπίας.

Η ασυνήθιστη -αν όχι απελπισμένη- αυτή κίνηση του Ιταλού πρωθυπουργού δείχνει καθαρά την πίεση που ασκείται στον εύθραυστο κυβερνητικό του συνασπισμό. Ο πρωθυπουργός της Ιταλίας προσπαθεί να βρει λύση στην κρίση η οποία κτυπά τη βιομηχανία της περιοχής και βρίσκεται επί καιρό στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και δίνει «πολιτική τροφή» στην αντιπολίτευση.

Και το χειρότερο: Ήταν οι ίδιοι οι σύμμαχοι του Κόντε, που επέσπευσαν την έλευση της κρίσης, αφού πέρασαν ένα νόμο που παρακίνησε την ArcelorMittal, μια εταιρεία- κολοσσό στον κλάδο του χάλυβα, που είχε συμφωνήσει να επενδύσει και να αναλάβει το management του εργοστασίου, να αλλάξει γνώμη και να αποσυρθεί από τη συμφωνία.

Παρά το ότι η ιταλική οικονομία επί δεκαετίες ήταν αρνητική στο ζήτημα της διάσωσης προβληματικών εταιρειών, ωστόσο η σημερινή κυβέρνηση έχει επανειλημμένως προσπαθήσει να διασώσει τέτοιες οικονομικές μονάδες. Το διαφορετικό στην περίπτωση του εργοστασίου του Τάραντα, είναι ότι η επιβίωσή του έχει εξελιχθεί σε ζήτημα ζωής ή θανάτου για την κυβέρνηση.

Το ιστορικό της υπόθεσης

Το 1995, το ιταλικό δημόσιο πούλησε στην οικογένεια Ρίβα το εργοστάσιο στον Τάραντα, που χτίστηκε με δημόσιους πόρους τη δεκαετία του 1960, αλλά ανέλαβε και πάλι τον έλεγχο του εργοστασίου το 2012, μετά από μια δικαστική απόφαση που έκρινε ότι οι ιδιοκτήτες ήταν υπεύθυνοι για περιβαλλοντικές ζημίες που προκαλούσε η λειτουργία του εργοστασίου.

Στη συνέχεια, και μετά από εξαντλητικές διαπραγματεύσεις, η ArcelorMittal συμφώνησε να ενοικιάσει και τελικά να αγοράσει το εργοστάσιο, επενδύοντας 2,4 δισεκατομμύρια ευρώ (2,6 δισεκατομμύρια δολάρια) για τον εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεων και τη μείωση των τοξικών εκπομπών.

Σύμφωνα με την αρχική συμφωνία, η οποία περιελάμβανε και κάποιες περικοπές θέσεων εργασίας, η ArcelorMittal καλύφθηκε από ένα νόμο που προστατεύει τους διαχειριστές από ποινικές κατηγορίες που βασίζονται σε παραβιάσεις περιβαλλοντικής ή σχετικής με την υγεία των ανθρώπων φύσεως.

Τι προκάλεσε την τωρινή κρίση;

Η κυβερνητική πλειοψηφία υπό τον πρωθυπουργό Κόντε, υπό την πίεση ορισμένων βουλευτών του Κινήματος των Πέντε Αστέρων, ψήφισε τον περασμένο μήνα την κατάργηση της ρήτρας ασυλίας, παρά το ότι η ArcelorMittal είχε ξεκαθαρίσει ότι μια τέτοια εξέλιξη θα οδηγούσε στην απόσυρσή της από την υπόθεση. Η μεγάλη χαλυβουργική εταιρεία παρέμεινε συνεπής στη θέση της αυτή, καθώς έστειλε αυτό το μήνα επιστολή, με την οποία αποσύρεται από τη συμφωνία αξιοποίησης του εργοστασίου στον Τάραντα.

Τώρα ο Κόντε προσπαθεί απελπισμένα να ξαναφέρει την ArcelorMittal στο τραπέζι των συζητήσεων, και γι αυτό -όπως καθημερινά γράφει η εφημερίδα Il Messaggero– είναι έτοιμος να κάνει παραχωρήσεις προς την εταιρεία, προκειμένου να την πείσει να παραμείνει στο Project για το εργοστάσιο στον Τάραντα.

Ωστόσο, δεν υπάρχει κανένα δείγμα ότι η εταιρεία μπορεί να μεταπειστεί. Άλλωστε, η ζήτηση χάλυβα στην Ευρώπη αναμένεται να μειωθεί όσο δεν έχει μειωθεί μετά το 2012, ενώ οι τιμές έχουν πέσει χαμηλά, μετά από συνεχείς μειώσεις επί πολλά χρόνια.

Τι κίνδυνο αντιμετωπίζει η κυβέρνηση

Τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο από μια συνολική κατάρρευση. Παρά το ότι ο Κόντε κτόρθωσε να εώσει σε ένα κυβερνητικό σχήμα το Κίνημα των Πέντε Αστέρων, τους κεντροαριστερούς του Δημοκρατικού Κόμματος και μερικές ακόμα μικρότερες πολιτικές δυνάμεις, η κυβέρνησή του αυτή δεν μπόρεσε να περιορίσει τις εσωτερικές της διαφωνίες περισσότερο από την προηγούμενη, όπου συμμετείχε και η Λέγκα του Σαλβίνι.

Η υπόθεση με το εργοστάσιο χάλυβα, επιδείνωσε την κατάσταση. Ο τρόπος που πρέπει να κινηθεί η κυβέρνηση στην υπόθεση έχει προξενήσει βαθιά ρήγματα στο εσωτερικό της. Το Κίνημα των Πέντε Αστέρων και το Δημοκρατικό Κόμμα πονοκεφαλιάζουν για το πώς μπορούν να επαναφέρουν την ασυλία, ενώ ο ηγέτης του πρώτου  Λουΐτζι ντι Μάιο, βρίσκεται ενώπιον μιας ανταρσίας μέσα στο κόμμα του από στελέχη που ζητούν η κυβέρνηση να επιδείξει πυγμή απέναντι στην ArcelorMittal.