Ο Άνταμ Νιούμαν φαίνεται σαν ένας πραγματικά απαίσιος ή τουλάχιστον αποκομμένος από την πραγματικότητα άνθρωπος. Είναι το νούμερο 1 παράδειγμα προς αποφυγή για όλους τους νεόπλουτους του 21ού αιώνα και παράλληλα, είναι μία καρικατούρα, που έκανε όλα τα λάθη που ένας νεαρός εκατομμυριούχους μπορούσε να κάνει. Με λίγα λόγια, ο Άνταμ Νιούμαν είναι ένας εξαιρετικά ενδιαφέρων άνθρωπος.

Γεννήθηκε το 1979 στο Ισραήλ και λόγω σοβαρής δυσλεξίας, αντιμετώπιζε δυσκολίες στην ομιλία και στην ανάγνωση μέχρι την Τρίτη δημοτικού. Πάντως, οι αρχικές μαθησιακές του δυσκολίες δεν τον εμπόδισαν να σπουδάσει business στην Νέα Υόρκη, μετά από την πενταετή θητεία του στο Ναυτικό του Ισραήλ.

Ο νεαρός Νιούμαν δεν είχε σκοπό να αφήσει το πτυχίο του να πάει στράφι. Θα γινόταν businessman με οποιονδήποτε τρόπο, ακόμη και αν η εταιρεία του λεγόταν Krawlers και κατασκεύαζε βρεφονηπιακά ρούχα με επικαλαμίδες.

Η ιδέα που θα τον έκανε πλούσιο του ήρθε το 2008, όταν μαζί με τον φίλο του και αρχιτέκτονα Μιγκέλ ΜακΚέλβι, νοίκιασαν ένα διαμέρισμα στο Brooklyn και το διαχώρισαν σε πολλά γραφεία. Έπειτα, ίδρυσαν την εταιρεία  Green Desk και άρχισαν να νοικιάζουν τα γραφεία σε μεμονωμένα άτομα ή εταιρείες.

Η Green Desk ήταν επιτυχημένη, με τους δύο άνδρες να πουλάνε το μερίδιο τους στην εταιρεία ώστε να δημιουργήσουν την φυσική της συνέχεια. Η WeWork, που ξεκίνησε σε ένα κτήριο στο Soho της Νέας Υόρκης, ακολουθούσε παρόμοιο επιχειρηματικό μοντέλο με το προηγούμενο εγχείρημα του Νιούμαν, αλλά απέδιδε πολύ περισσότερη έμφαση στην εταιρική κουλτούρα.

Ο Νιούμαν, όντας πλέον ένας ικανότατος, ακόμη και χαρισματικός ομιλητής, δήλωσε πως δημιούργησε την WeWork  για να φέρει στην Αμερική την «αίσθηση της κοινότητας» που υπάρχει στο Ισραήλ. Η WeWork παρουσίαζε τις εγκαταστάσεις της σαν μοντέρνους παραδείσους για τους Millenials, όπου οι νέοι επιχειρηματίες δουλεύουν, συναναστρέφονται και απολαμβάνουν τον εξαιρετικό καφέ και την μπύρα που υπάρχουν σε κάθε κουζίνα.

Η WeWork δεν ήταν η μόνη εταιρεία που προσέφερε αντίστοιχες υπηρεσίες, αλλά ήταν η μόνη που κατάφερε να διαφημίσει τον εαυτό της όχι σαν επιχείρηση, αλλά σαν ένα νέο κίνημα στον χώρο της εργασίας.

Η WeWork επεκτάθηκε γρήγορα. Υπερβολικά γρήγορα. Το 2015 είχε κατασκευάσει συνολικά εκατοντάδες τοποθεσίες «coworking» σε 51 διαφορετικές πόλεις. Πως τα κατάφερε; Απ‘ ότι φαίνεται, όταν έχεις την χρησμοδότηση της Goldman Sachs και της JPMorgan, όλα γίνονται.

Όμως, μακράν ο μεγαλύτερος επενδυτής και υπεύθυνος για την επιτυχία της εταιρείας ήταν ο Μασαγιόσι Σον, πρόεδρος της Softbank, ενός επενδυτικού ομίλου τηλεπικοινωνιών και τεχνολογίας, που έγινε ζάμπλουτος επενδύοντας νωρίς στον κινεζικό γίγαντα Alibaba. Οι φήμες λένε πως ο Νιούμαν έπεισε τον Σον να επενδύσει δισεκατομμύρια δολάρια στην WeWork μετά από ένα meeting που κράτησε 12 λεπτά και μία ξενάγηση στα γραφεία της εταιρείας.

Οι επενδύσεις από τους μεγάλους παίκτες της αγοράς ανέβαζαν συνεχώς την αξία της, όσο η WeWork συνέχιζε την εξάπλωση της, που φαινόταν να μην έχει τελειωμό. Με την εκτίμηση για την αξία της εταιρείας του να υπολογίζεται στα δεκάδες δισεκατομμύρια, ο Νιούμαν φαίνεται πως άρχισε να πιστεύει πως μπορεί να κάνει ό,τι θέλει.

Σύμφωνα με μαρτυρίες υπαλλήλων, το αφεντικό τους συχνά έπινε αλκοόλ η κάπνιζε μαριχουάνα στο γραφείο του. Δεν φορούσε κοστούμι, αλλά ένα απλό T-shirt και jeans και κάποιες φορές περπατούσε ξυπόλυτος. Απαιτούσε κανένα δωμάτιο να μην είναι πολύ μακριά από ένα ακριβό μπουκάλι τεκίλας και προσκαλούσε τους συνεργάτες του να πιούν μαζί του.

Το 2018, νοίκιασε ένα ιδιωτικό τζετ για να πετάξει στο Ισραήλ και εκείνος και οι φίλοι του κάπνιζαν μαριχουάνα κατά την διάρκεια της πτήσης. Όταν έφτασαν στο Ισραήλ, το προσωπικό του αεροσκάφους βρήκε ένα κουτί δημητριακών γεμάτο με ινδική κάνναβη και έτσι ο πιλότος αποφάσισε να γυρίσει πίσω στις ΗΠΑ, εγκαταλείποντας τον Νιούμαν και την παρέα του στο Ισραήλ.

Οι ιστορίες γύρω από τις ατασθαλίες του Νιούμαν και της γυναίκας του, της Ρεμπέκα Πάλτροου (ναι, είναι πρώτη ξαδέρφη της Γκούινεθ Πάλτροου), είναι ατελείωτες, μα δεν φαίνονταν να επηρεάζουν ιδιαίτερα το σκεπτικό των επενδυτών της WeWork.

To 2019, η αξία της WeWork είχε φτάσει το αστρονομικό ποσό των 47 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Την ίδια χρονιά, η εταιρεία αποφάσισε να μπει στο χρηματιστήριο και δημοσίευσε ένα έγγραφο που αποκάλυψε σημαντικές λεπτομέρειες για τα οικονομικά της επιχείρησης. Όπως αποκαλύφθηκε, η  WeWork όχι μόνο δεν έβγαζε κέρδος, αλλά αντιμετώπιζε σoβαρά οικονομικά προβλήματα.

Εδώ και χρόνια, ο Νιούμαν και η σύζυγος του χρησιμοποιούσαν τα έσοδα της εταιρείας για να υποστηρίξουν τις ιδιόρρυθμες ιδέες τους και  τον πλουσιοπάροχο τρόπο ζωής τους. Το 2017, η Ρεμπέκα Νιούμαν ίδρυσε το WeGrow, ένα ιδιωτικό σχολείο που έκλεισε δύο χρόνια αργότερα, ενώ ο άνδρας της επένδυσε εκατομμύρια δολάρια σε μία εταιρεία που έφτιαχνε τεχνητά κύματα για πισίνες. Αυτές οι επενδύσεις δεν ήταν οι μοναδικές, αλλά είναι απλά παραδείγματα για το πως το ζεύγος Νιούμαν χρησιμοποιούσε τον πλούτο του.

Το αποτελειωτικό χτύπημα στην αξία της WeWork ήρθε με την δημοσίευση ενός άρθρου από την Wall Street Journal, που έριξε φως στα «καμώματα» του Νιούμαν. Αυτές οι νέες πληροφορίες έκαναν την Wall Street να αναθεωρήσει την στάση της απέναντι στην WeWork, η οποία ανέβαλε την είσοδο της στο χρηματιστήριο. Μέσα σε μερικούς μήνες, η αξία της είχε πέσει από τα 47, στα 9 και έπειτα στα 7,3 δισεκατομμύρια.

Ως αποτέλεσμα, η SoftBank αγόρασε την WeWork και ο Νιούμαν έλαβε  μία αποζημίωση ύψους 1, 7 δισεκατομμυρίου για να αποχωρήσει. Σήμερα, η αξία της WeWork έχει πέσει ακόμη χαμηλότερα, στα 2,9 δισεκατομμύρια.

Από την άλλη, ο Νιούμαν περνάει μια χαρά, γυρνώντας τον κόσμο με την Ρεμπέκα και τα πέντε παιδιά τους.  Δεν είναι πλέον δισεκατομμυριούχους αλλά εντάξει, μάλλον θα τα βγάλει πέρα με το net worth του των 750 εκατομμυρίων.

Η πορεία του Νιούμαν και της WeWork ήταν σαν να έχει σχεδιαστεί από κάποιο ανώτερο ον, που ήθελε να διακωμωδήσει τις απίστευτες ιστορίες των start ups και τον ιδιοκτητών τους.

Η WeWork έφτασε να θεωρείται από τον ίδιο τον κόσμο των οικονομικών ως μία από τις πιο πολύτιμες εταιρείες που δεν ήταν ακόμη στο χρηματιστήριο, όταν η πραγματική της αξία δεν άγγιζε ούτε το 10% των 47 δισεκατομμυρίων. Ο ιδιοκτήτης της δεν ήταν απλά ο εκκεντρικός επιχειρηματίας του 21ού αιώνα, αλλά κάποιος που συμπεριφερόταν λες και είναι ο ηγέτης κάποιου σύγχρονου cult, ξεγελώντας τόσους επενδυτές με τις ιδέες του γύρω από την «κοινότητα». Και τελικά, παρά τα ανεκδιήγητα λάθη του, που κόστισαν εκατομμύρια δολάρια σε άλλους, ο Άνταμ Νιούμαν συνεχίζει την πλουσιοπάροχη ζωή του ατιμώρητος.

Διαβάστε περισσότερα

Cablegate: 10 χρόνια από τις διαρροές της Wikileaks

Κορωνοϊός: Ξεκίνησε η διανομή του εμβολίου – Ποια αεροπορική την ανέλαβε

Μπουρλά: Ο τρόπος που αντιμετώπισε η Ελλάδα την πανδημία με κάνει υπερήφανο