Στην εξαμηνιαία έκθεση του ΔΝΤ για τις δημοσιονομικές εξελίξεις, περιλαμβάνεται και η παρότρυνση στις πλούσιες χώρες να δανειστούν για να πραγματοποιήσουν δημόσιες επενδύσεις, προκειμένου να ξεπεραστεί το σοκ του κορωνοϊού.

Η «γραμμή» των δημοσίων επενδύσεων είχε υιοθετηθεί από το ΔΝΤ και προ κορωνοϊού, ήδη από την εποχή που ακόμα ήταν επικεφαλής η Κριστίν Λαγκάρντ, που είναι πλέον πρόεδρος της ΕΚΤ.

Τώρα, όμως, η κατεύθυνση γίνεται πιο συγκεκριμένη καθώς προκρίνεται η έμφαση να δοθεί στις επενδύσεις σε ψηφιακές και «πράσινες» υποδομές, έτσι ώστε η μετάβαση σε ένα νέο παραγωγικό πρότυπο να φέρει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης και να κινητοποιήσει και τις ιδιωτικές επενδύσεις, οι οποίες υστερούν.

Ο υποδιευθυντής δημοσιονομικών υποθέσεων του ΔΝΤ Πάολο Μάουρο σε συνέντευξη που δημοσιεύεται στον ιστότοπο του ΔΝΤ εξηγεί ότι οι κυβερνήσεις διέθεσαν τεράστια ποσά για τη στήριξη εργαζομένων και επιχειρήσεων στην πρώτη φάση της πανδημίας, αλλά τώρα έρχεται η ώρα που τα κράτη πρέπει να διοχετεύσουν χρήματα σε δημόσιες επενδύσεις για να δημιουργήσουν οικονομική δραστηριότητα και θέσεις εργασίας. καθώς η ανεργία αυξάνεται παντού. Οι δημόσιες επενδύσεις μπορούν να το κάνουν αυτό γρήγορα και αποτελεσματικά.

Το ΔΝΤ υπολογίζει ότι εάν αυξηθούν οι δημόσιες επενδύσεις κατά 1% του ΑΕΠ, το ίδιο το ΑΕΠ θα αυξηθεί μέσα στα επόμενα δύο χρόνια κατά 2% και η απασχόληση κατά 1%.

Βρισκόμαστε, είπε ο κ. Μάουρο, σε μια περίοδο όπου τα επιτόκια είναι χαμηλά, ακόμα και αρνητικά, οι υποδομές καταρρέουν ή χρειάζονται αντικατάσταση με πράσινες και ψηφιακές, ενώ η ανεργία είναι υψηλή και οι ιδιωτικές επενδύσεις χαμηλές.

Στα παραδείγματα των επενδύσεων που πρέπει να γίνουν, περιλαμβάνεται κατ΄αρχή η συντήρηση των υποδομών, που είναι έντασης εργασίας και μπορεί να ξεκινήσει γρήγορα, όπως π.χ. η αντικατάσταση των δικτύων ύδρευσης, που σε πολλές χώρες είναι πεπαλαιωμένα, η αντικατάσταση γεφυρών (ο μέσος όρος ηλικίας στην Ευρώπη είναι 45 χρόνια, ενώ η μέση διάρκεια ζωής είναι 50).

Από εκεί και πέρα η έμφαση δίνεται σε «πράσινες» και ψηφιακές επενδύσεις για την οικονομία μετά την πανδημία, η οποία έδειξε πόσο αναγκαία είναι η πρόσβαση όλων στις ψηφιακές υπηρεσίες.

Οι δημόσιες επενδύσεις θεωρούνται ακόμα πιο απαραίτητες, δεδομένου ότι λόγω της αβεβαιότητας που έχει προκαλέσει η πανδημία, οι ιδιώτες παγώνουν τις επενδυτικές αποφάσεις και αναζητούν κάποια ασφάλεια αλλά και ευκαιρίες οι οποίες μπορούν να δημιουργηθούν από την κινητοποίηση δημόσιων πόρων.

Αυτός είναι και ο πυρήνας της κλασικής κεϊνσιανής σκέψης η οποία θεωρεί τις δημόσιες επενδύσεις ως αναγκαίο καταλύτη και βασικό εργαλείο για να ανοίξει ο δρόμος στις ιδιωτικές επενδύσεις οι οποίες θα φέρουν οικονομική ανάπτυξη.

Ωστόσο, ο κ. Μάουρο επισήμανε ότι η μελέτη του ΔΝΤ έδειξε ότι οι υπερχρεωμένες επιχειρήσεις δεν έχουν τη δυνατότητα να προχωρήσουν σε επενδύσεις και επομένως δεν θα ωφεληθούν από τις δημόσιες επενδύσεις. Επομένως η κατεύθυνση που προτείνει το ΔΝΤ είναι ο δανεισμός και οι επενδύσεις από το Δημόσιο να συνοδεύονται και από πολιτικές γρήγορης πτώχευσης και εκκαθάρισης των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων, ώστε να «καθαρίσει» το τοπίο.

Η ανάγκη δημόσιων «πράσινων» και ψηφιακών επενδύσεων επισημαίνεται τα τελευταία χρόνια από όλους τους διεθνείς φορείς, από το ΔΝΤ και τον ΟΟΣΑ μέχρι την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Η τελευταία, που «τυπώνει» χρήμα με ρυθμό περίπου 1 δισ. ευρώ κάθε εργάσιμη ημέρα για να στηρίξει τη ρευστότητα στην αγορά, με κάθε ευκαιρία τονίζει ότι θα πρέπει και οι κρατικοί προϋπολογισμοί να πάρουν τη σκυτάλη με αυξημένες δαπάνες για να στηρίξουν την οικονομία.

Το ενδιαφέρον είναι ότι το ΔΝΤ πλέον, όπως προκύπτει από την εξαμηνιαία έκθεσή του για τα δημοσιονομικά (Fiscal Monitor) υπογραμμίζει ότι οι δημόσιες επενδύσεις μπορούν να χρηματοδοτηθούν με δανεισμό, αφού η συγκυρία των χαμηλών -ακόμα και αρνητικών- επιτοκίων προσφέρεται για κάτι τέτοιο. Θέτει δηλαδή ως προτεραιότητα την οικονομική ανάπτυξη, σε σχέση με την διατήρηση χαμηλού δημόσιου χρέους.

Ωστόσο, δεν δίνει «πράσινο φως» και για χώρες που έχουν ήδη μεγάλο χρέος όπως η Ελλάδα ή η Ιταλία.

Ο Πάολο Μάουρο υπογραμμίζει ότι ο δανεισμός για τις δημόσιες επενδύσεις θα πρέπει να γίνεται με τρόπο που δεν θα δημιουργεί υπερβολική πίεση στη δυναμική του δημοσίου χρέους. Με άλλα λόγια, μόνο τα κράτη που έχουν «χώρο» για να φορτωθούν επιπλέον χρέος μπορούν να δανειστούν για να αλλάξουν την οικονομία τους με πράσινες και ψηφιακές επενδύσεις. Αντίθετα, χώρες υπερχρεωμένες δεν έχουν τα περιθώρια και δημιουργούνται πλέον οι προϋποθέσεις να «χάσουν το τρένο» για το νέο παραγωγικό μοντέλο και να δουν την απόσταση από άλλες χώρες να μεγαλώνει.