Με την ανακοίνωση της επιβολής επιπλέον δασμών ύψους 25% στις εισαγωγές από την Ινδία, που ανεβάζουν έτσι την επιβάρυνση προς την ασιατική οικονομία στο ιλιγγιώδες 50%, ο Ντόναλντ Τραμπ υλοποίησε την απειλή του πως το Νέο Δελχί θα τιμωρηθεί, εφόσον δεν σταματήσει τις άμεσες ή και έμμεσες αγορές ρωσικού πετρελαίου. Όμως, οι Ινδοί έχουν επίσης λόγους να καταγγέλλουν τη Δύση για υποκρισία και κυρίως να τονίζουν πως, όταν τους ζητήθηκε, έβαλαν… πλάτη προκειμένου οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου να υποχωρήσουν σημαντικά.

Οι επιπλέον δασμοί θα τεθούν σε εφαρμογή σε 21 ημέρες, σύμφωνα με το προεδρικό διάταγμα Τραμπ, ενώ η αρχική επιβάρυνση του 25% θα τεθεί σε εφαρμογή στο πλαίσιο του πρώτου γύρου των ανταποδοτικών δασμών από αύριο, Πέμπτη.

Η αμερικανική εμπορική «επίθεση» αφήνει τον Ινδό πρωθυπουργό, Ναρέντρα Μόντι να προσπαθεί να ισορροπήσει σε τεντωμένο σχοινί, προσπαθώντας να διατηρήσει στενούς δεσμούς τόσο με τον Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ όσο και με τον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν κι ενώ δηλώνει ότι η χώρα του παραμένει ουδέτερη στον πόλεμο Ρωσίας–Ουκρανίας.

Με τη στάση αυτή έχει προκαλέσει έντονη δυσαρέσκεια στις δυτικές χώρες που έχουν επιβάλει κυρώσεις στη Μόσχα, ανάμεσα τους και η Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά το γεγονός ότι στις επικρίσεις αυτές το Νέο Δελχί απαντά πως και τα κράτη αυτά που του… κουνούν το δάχτυλο συνεχίζουν το εμπόριο με τη Ρωσία.

Ειδικά για τις ΗΠΑ, Ινδοί αξιωματούχοι έκαναν ανοιχτά λόγο για «υποκρισία», δεδομένου πως οι ΗΠΑ συνεχίζουν να εισάγουν κρίσιμες πρώτες ύλες και προϊόντα από τη Ρωσία, από ουράνιο για την πυρηνική βιομηχανία έως παλλάδιο για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, όπως και χημικά προϊόντα και λιπάσματα.

Ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ ρωτήθηκε σχετικά σήμερα και δήλωσε αόριστα πως δεν γνωρίζει κάτι σχετικό για τις αμερικανικές εισαγωγές από τη Ρωσία. Όμως, η Ινδία επιμένει ότι στοχοποιείται άδικα με μέτρα «αδικαιολόγητα» από μια συμμαχική χώρα, με την οποία είχαν αγαστές διπλωματικές και εμπορικές σχέσεις μέχρι τώρα.

Στους δε, διπλωματικούς κύκλους επισημαίνει και όχι άδικα, πως επί προεδρίας Τζο Μπάιντεν, ο τότε πλανητάρχης ζήτησε ευθέως από το Νέο Δελχί να αυξήσει τις προμήθειες ρωσικού πετρελαίου προκειμένου να μπει φρένο στο ράλι των διεθνών τιμών μετά την εισβολή στην Ουκρανία, εφόσον υπήρχε και τήρηση του διεθνούς πλαφόν. Υπό την έννοια αυτή το Νέο Δελχί εκτιμά πως, μάλλον, καταλήγει να προσφέρει «υπηρεσία» στην παγκόσμια οικονομία, καθώς συμβάλλει στη σταθεροποίηση των διεθνών τιμών.

Η πτώση των τιμών προφανώς βολεύει και τον Ντόναλντ Τραμπ, όμως είναι σαφές πως πλέον η υπομονή του απέναντι στη Μόσχα έχει εξαντληθεί και δεδομένου πως ο Βλαντιμίρ Πούτιν δεν φαίνεται να πτοείται από το τελεσίγραφο του για το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία, θέλει να στείλει σαφές μήνυμα στοχοποιώντας όσους βοηθούν τη ρωσική μηχανή αγοράζοντας ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο.

Η απειλή για τους δευτερογενείς δασμούς στο ρωσικό αργό είχε εξαρχής βασικούς αποδέκτες την Κίνα και την Ινδία. Όμως σε αντίθεση με το Πεκίνο, που θεωρείται λίαν απίθανο να ενδώσει στις αμερικανικές πιέσεις με τις διμερείς εμπορικές διαπραγματεύσεις να έχουν πολλαπλά θέματα στην ατζέντα, το Νέο Δελχί ήταν πιο ευάλωτο πολιτικά και άρα εύκολο να εγκλωβιστεί στις συμπληγάδες του ρωσο-αμερικανικού «μπρα-ντε φερ».

Σημειωτέον πως η Ινδία στηρίζεται πλέον ιδιαίτερα στο ρωσικό πετρέλαιο για να τροφοδοτεί την ταχέως αναπτυσσόμενη οικονομία της και τον πληθυσμό της, που ξεπερνά τα 1,4 δισεκατομμύρια. Ήδη κατατάσσεται ως η τρίτη μεγαλύτερη καταναλώτρια πετρελαίου παγκοσμίως και αναμένεται να ξεπεράσει την Κίνα μέχρι το 2030.

Το ρωσικό πετρέλαιο αντιστοιχεί στο 36% των συνολικών εισαγωγών της Ινδίας, καθιστώντας τη Μόσχα κορυφαίο προμηθευτή της και μάλιστα σε πολύ ελκυστικές τιμές, καθώς η Ρωσία της προσφέρει τεράστιες εκπτώσεις, αφότου έχασε τους Ευρωπαίους πελάτες της.

Παράλληλα, ωστόσο, ένα πολύ σημαντικό στοιχείο είναι ότι οι αμερικανικές κυρώσεις εμπόδισαν επίσης τη χώρα να αγοράζει πετρέλαιο από το Ιράν και τη Βενεζουέλα, περιορίζοντας έτσι τις επιλογές της.

Πριν τις αμερικανικές κυρώσεις κατά του Ιράν, η Ινδία αποτελούσε έναν από τους μεγαλύτερους πελάτες του ιρανικού αργού, με περίπου 480.000 βαρέλια την ημέρα.

Αυτό σημαίνει πρακτικά πως η διασφάλιση εναλλακτικών προμηθευτών δεν είναι πρακτικά εύκολη, ανεξαρτήτως των αμερικανικών τελεσιγράφων. Και σίγουρα δεν είναι μια διαδικασία που θα μπορούσε να γίνει γρήγορα.

Επιπρόσθετα, μέρος του ρωσικού αργού που φτάνει στην Ινδία, διυλίζεται και επανεξάγεται σε πολλές χώρες διεθνώς. Πρόκειται για ένα «παραθυράκι» που έχει εξαγριώσει τον Λευκό Οίκο, καθώς έχει ευνοήσει την ινδική οικονομία, όμως έχει ωφελήσει εξίσου και τις χώρες εισαγωγής περιπλέκοντας περαιτέρω την εξίσωση.

Ενδεικτικά, σύμφωνα με το National Bureau of Asian Research (NBR), η Ινδία εξήγαγε προϊόντα διυλισμένου πετρελαίου αξίας 86,28 δισ. δολαρίων το 2023, επίδοση που την κατέταξε στον δεύτερο μεγαλύτερο εξαγωγέα πετρελαϊκών προϊόντων παγκοσμίως.

Ωστόσο, ορισμένοι από τους μεγαλύτερους αγοραστές αυτών των διυλισμένων προϊόντων, που προέρχονται από ρωσικό αργό πετρέλαιο, είναι κράτη της ΕΕ, η Βρετανία, ακόμη και οι ίδιες οι ΗΠΑ. Μάλιστα, σε έκθεση του ο ανεξάρτητος οργανισμός Centre for Research on Energy and Clean Air (CREA) είχε καλέσει τις χώρες του G7 να κλείσουν αυτό το παραθυράκι, προκειμένου να σταματήσουν να διευκολύνουν τη Μόσχα. Όμως, το θέμα αν και είχε συζητηθεί, δεν είχε προχωρήσει ποτέ.

Πάντως, αναλυτές του κλάδου των commodities στέκονται και στις αρνητικές επιπτώσεις για τον κλάδο και τις τιμές. Σημειώνουν ότι η αναγκαστική αναζήτηση νέων προμηθευτών από μια τόσο σημαντική βιομηχανική οικονομία, όπως η Ινδία, θα μπορούσε να προκαλέσει τεράστια αναστάτωση στη διεθνή αγορά και βέβαια να εκτοξεύσει τις τιμές του μαύρου χρυσού, επιβαρύνοντας τις οικονομίες και τροφοδοτώντας τις πληθωριστικές πιέσεις.

Η Ινδία διαμηνύει ότι, εάν σταματήσει να αγοράζει ρωσικό πετρέλαιο, θα πρέπει να υπάρξει ένα οργανωμένο σχέδιο για τη σταθεροποίηση της ενεργειακής αγοράς, καθώς και πρόβλεψη για την κάλυψη του ελλείμματος στην προσφορά σε περίπτωση που οι ρωσικοί όγκοι εξαφανιστούν από την αγορά. Ο Ντόναλντ Τραμπ για την ώρα έκλεισε τα… αυτιά του στις προειδοποιήσεις αυτές, εστιάζοντας ουσιαστικά στην πολιτική πίεση προς τη Μόσχα. Όμως, το ρίσκο που παίρνει είναι σαφές και δεν είναι καθόλου βέβαιο αν θα του… βγει.

Διαβάστε ακόμη 

J.P. Morgan: Ελκυστική επενδυτική ευκαιρία η Ελλάδα – H Πειραιώς στο μικροσκόπιο των επενδυτών (πίνακας)

Apple: Νέα μέγα επένδυση $100 δισ. για παραγωγή στις ΗΠΑ – Η ανακοίνωση θα γίνει από τον Τραμπ 

Restart για την οικοδομή μετά τη νέα νομοθετική ρύθμιση και τις τροποποιήσεις στον ΝΟΚ 

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα