Η Ουάσιγκτον εξετάζει την λήψη επιθετικότερων οικονομικών μέτρων κατά της Κίνας εν μέσω της αυξανόμενης οργής για το χειρισμό της πανδημίας από το Πεκίνο, απειλώντας την εμπορική ανακωχή που επιτεύχθηκε πριν από λιγότερο από τέσσερις μήνες.

Ο Αμερικανός Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει κατηγορήσει την Κίνα ότι συγκάλυψε το ξέσπασμα της επιδημίας και απέτυχε να αποτρέψει την εξάπλωσή της σε όλο τον κόσμο.

Ο Λευκός Οίκος και το Καπιτώλιο διερευνούν πλέον τον τρόπο για να συμβαδίσουν με την ρητορική κατά του Πεκίνου μέσω της λήψης μέτρων για τον περιορισμό των αλυσίδων εφοδιασμού και των ροών επενδύσεων, όπως αναφέρουν οι Financial Times επικαλούμενοι σχόλια αξιωματούχων της διοίκησης και του Κογκρέσου.

Ωστόσο, δεν είναι σαφές το πόσο μακριά είναι πρόθυμοι να πάνε, δεδομένου του φόβου για την πρόκληση μεγαλύτερης ζημιάς στην οικονομία των ΗΠΑ. Σύμφωνα με πρώην αξιωματούχο του υπουργείου Οικονομικών «μπορεί η ένταση μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας να προϋπήρχε του Covid-19, αλλά σίγουρα ο ιός λειτούργησε ως επιταχυντής, διαψεύδοντας τις προσδοκίες ότι η πανδημία θα ωθούσε σε πολυμερή συνεργασία και συντονισμό. Αντ ‘αυτού οι δύο πλευρές κατηγορούν η μία την άλλη».

Η επιδείνωση των σχέσεων ΗΠΑ-Κίνας αποκτά μια ειρωνική διάσταση δεδομένης της εμπορικής ανακωχής που επιτεύχθηκε τον Ιανουάριο από τον Τραμπ και τον πρόεδρο της Κίνας Σι Τζίπινγκ,  η οποία τερμάτισε σχεδόν δύο χρόνια απειλών και επιβολής δασμών μεταξύ των μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου.

Παρότι με περιορισμένο πεδίο εφαρμογής, η συμφωνία ενίσχυσε τις ελπίδες ότι θα μπορούσε να παρέχει κάποια σταθερότητα στις οικονομικές σχέσεις μέχρι τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου στις ΗΠΑ. Αλλά ο Τραμπ προειδοποιεί τώρα την Κίνα ότι η Ουάσινγκτον θα μπορούσε να απορρίψει τη συμφωνία εάν το Πεκίνο δεν τηρήσει τις προγραμματισμένες αγορές αμερικανικών αγαθών, επαναφέροντας στο προσκήνιο την απειλή για επιβολή υψηλότερων δασμών στις κινεζικές εισαγωγές.

“Εάν δεν αγοράσουν, θα τερματίσουμε τη συμφωνία. Πολύ απλό», είπε ο πρόεδρος των ΗΠΑ την Κυριακή το βράδυ.

Για τον Τραμπ, το πολιτικό σκεπτικό για να επαναφέρει την σκληρή στάση απέναντι στην Κίνα είναι πιεστικό: οι εκλογές είναι σε λιγότερο από έξι μήνες και ο Τζο Μπάιντεν, ο δημοκρατικός αντίπαλός του, τον έχει κατηγορήσει ότι υποτίμησε την απειλή του ιού ενώ έχει επαινέσει την ηγεσία του Σι Τζίπινγκ στα τελικά στάδια των εμπορικών συνομιλιών.

Ο Λευκός Οίκος έχει ήδη λάβει κάποια οικονομικά βήματα που θα εκνευρίσουν το Πεκίνο. Έχει ενισχύσει τους ελέγχους των εξαγωγών, περιορίζοντας τις πωλήσεις ημιαγωγών στην Κίνα, άνοιξε την πόρτα για το κρατικό συνταξιοδοτικό ταμείο να σταματήσει να επενδύει σε ορισμένες κινεζικές εταιρείες και προχώρησε στον περιορισμό των εισαγωγών εξοπλισμού που χρησιμοποιείται στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας των ΗΠΑ.

Με το αντι-κινεζικό συναίσθημα να αυξάνεται, η ανησυχία ιδιαίτερα στην επιχειρηματική κοινότητα, είναι ότι η κατάσταση θα κλιμακωθεί, μειώνοντας τις εμπορικές και επενδυτικές ροές μεταξύ των δύο χωρών και εντείνοντας την αμερικανική αλλά και την παγκόσμια ύφεση.

Αμερικανοί αξιωματούχοι έχουν αποκλείσει ριζοσπαστικά μέτρα όπως η παύση πληρωμών που σχετίζονται με το χρέος του αμερικανικού Δημοσίου προς την Κίνα. Ωστόσο, οι δυνητικά ενοχλητικές προτάσεις για τη μείωση της εξάρτησης των ΗΠΑ από τις κινεζικές αλυσίδες εφοδιασμού, ιδίως στους τομείς της τεχνολογίας και της υγειονομικής περίθαλψης, επιστρέφουν στο τραπέζι μαζί με το ενδεχόμενο νέων δασμών.

“Σε αυτό το πολιτικά φορτισμένο περιβάλλον, είναι εύκολο να κατηγορούμε ο ένας τον άλλο, αλλά δεν θα πρέπει να να αναζητούμε λύσεις που θα υπονόμευαν τη δική μας οικονομική ανάκαμψη και μάλιστα σε μια εποχή που χρειαζόμαστε τις δύο κυβερνήσεις να έχουν μια λειτουργική και ρεαλιστική σχέση”, δήλωσε ο Myron Brilliant , επικεφαλής διεθνών υποθέσεων στο Εμπορικό Επιμελητήριο των ΗΠΑ. «Η πιο άμεση πρόκληση για τις δύο χώρες είναι να συνεργαστούν για την καταπολέμηση του ιού και την αποκατάσταση της παγκόσμιας ανάπτυξης», πρόσθεσε.

Στο Κογκρέσο, η επιθυμία να αντιμετωπιστεί η Κίνα συνοδεύεται από το άγχος ότι η χώρα θα μπορούσε να αναδειχθεί ως ένας ακόμη ισχυρότερος στρατηγικός και οικονομικός αντίπαλος μετά την πανδημία. Ορισμένοι νομοθέτες ελπίζουν ότι ορισμένα μέτρα θα μπορούσαν να εξεταστούν παράλληλα με έναν νέο γύρο δημοσιονομικών κινήτρων, ο οποίος αναμένεται να περάσει μέσα από το Σώμα αυτόν τον μήνα.

«Υπάρχει τεράστια ενδιαφέρον για τη λήψη μέτρων για την Κίνα», δήλωσε ένας Ρεπουμπλικανός αξιωματούχος του Κογκρέσου. «Η πανδημία έβαλε την Κίνα στον χάρτη, και πολλοί είναι εκείνοι που συζητούν για το πως θα μπορούσαμε να καταστήσουμε υπόλογη την Κίνα», δήλωσε ο βοηθός.

Ο Στίβεν Μνούτσιν, ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, δήλωσε τη Δευτέρα ότι ο Τραμπ «εξετάζει πολύ προσεκτικά όλα αυτά τα ζητήματα», όταν ρωτήθηκε για νέους τρόπους περιορισμού των επενδύσεων των αμερικανικών συνταξιοδοτικών ταμείων στην Κίνα που θα μπορούσαν να ωφελήσουν τις εταιρείες που είναι συνδεδεμένες με το στρατό. Στο Κογκρέσο, υπάρχει επίσης μια πίεση για να διασφαλιστεί ότι οι κινεζικές εταιρείες που είναι εισηγμένες σε αμερικανικά χρηματιστήρια τηρούν αυστηρότερα τα λογιστικά πρότυπα των ΗΠΑ.

Ο υπουργός Οικονομικών δήλωσε ότι αναμένει από την Κίνα να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της βάσει του εμπορικού συμφώνου, αλλά επίσης προειδοποίησε το Πεκίνο να μην παραιτηθεί. «Έχω κάθε λόγο να περιμένω ότι θα τιμήσουν αυτήν τη συμφωνία. Και αν δεν το κάνουν, θα υπάρξουν πολύ σημαντικές συνέπειες στη μεταξύ μας σχέση και στην παγκόσμια οικονομία ως προς το πώς οι άνθρωποι θα συνεργάζονται μαζί τους », είπε.