Η Κίνα εξακολουθεί να θεωρεί τον εαυτό της αναπτυσσόμενη χώρα στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, ωστόσο δεν θα επιδιώξει τα πλεονεκτήματα που σχετίζονται με αυτή την κατηγορία.

Σύμφωνα με τον πρωθυπουργό Λι Τσιάνγκ, παρά το μέγεθος της κινεζικής οικονομίας, που φτάνει τα 19 τρισεκατομμύρια δολάρια, η χώρα δεν θα επιδιώξει ειδικούς όρους σε τωρινές ή μελλοντικές εμπορικές συμφωνίες του ΠΟΕ.

Η τοποθέτηση αυτή σηματοδοτεί μια σημαντική μεταστροφή στη στάση του Πεκίνου απέναντι στο διεθνές εμπορικό σύστημα και τους εταίρους του. Για περισσότερα από είκοσι χρόνια, η Κίνα στηριζόταν στο καθεστώς της «αναπτυσσόμενης χώρας» για να απολαμβάνει ευνοϊκότερους όρους πρόσβασης στις αγορές και καθυστερήσεις στην υιοθέτηση συγκεκριμένων υποχρεώσεων. Σήμερα, όμως, φαίνεται να επιδιώκει κάτι διαφορετικό: την αναγνώριση της ως υπεύθυνης παγκόσμιας δύναμης, ικανής να σταθεί στο ίδιο επίπεδο με τις ανεπτυγμένες οικονομίες.

Η νέα φάση της κινεζικής πολιτικής ωρίμανσης

Η απόφαση του Πεκίνου να μην αποποιηθεί τα πλεονεκτήματα που συνεπάγεται η ιδιότητα της «αναπτυσσόμενης χώρας» δεν είναι απλώς μια διπλωματική χειρονομία. Είναι μια πράξη αυτοτοποθέτησης σε έναν κόσμο που αλλάζει ταχύτατα και στον οποίο οι εμπορικές σχέσεις έχουν γίνει όπλο ισχύος. Η Κίνα, πλέον, δεν έχει την πολυτέλεια να αντιμετωπίζεται μόνο ως «εκκολαπτόμενη δύναμη». Θέλει να θεωρείται θεμελιώδης πυλώνας της παγκόσμιας οικονομίας — και αυτό συνεπάγεται μεγαλύτερη διαφάνεια, ανάληψη ευθυνών και συμμετοχή στη διαμόρφωση των κανόνων.

Η δήλωση Λι Τσιάνγκ ερμηνεύεται επίσης ως προσπάθεια να μετριαστούν οι πιέσεις της Δύσης, ιδίως των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες τα τελευταία χρόνια κατηγορούν την Κίνα ότι εκμεταλλεύεται το status της αναπτυσσόμενης χώρας για να αποκτά άδικα πλεονεκτήματα. Το ζήτημα έχει αποτελέσει επανειλημμένα αντικείμενο αντιπαράθεσης στον ΠΟΕ, με την Ουάσινγκτον να ζητά την πλήρη αναθεώρηση των προνομίων του Πεκίνου, υποστηρίζοντας ότι η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου δεν μπορεί να διεκδικεί τα ίδια προνόμια με κράτη της υποσαχάριας Αφρικής.

Το στοίχημα της αξιοπιστίας

Η μετατόπιση αυτή εντάσσεται σε μια ευρύτερη στρατηγική επανατοποθέτησης της Κίνας ως δύναμης «υπεύθυνης στο παγκόσμιο στερέωμα». Μετά από μια περίοδο εντάσεων και εμπορικών συγκρούσεων, το Πεκίνο φαίνεται να αντιλαμβάνεται ότι η συνέχιση της αντιπαράθεσης με τη Δύση περιορίζει τη δυνατότητά του να προσελκύσει ξένα κεφάλαια, να προωθήσει τις εξαγωγές του και να συμμετέχει στην αναδιάρθρωση της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας.

Η επιλογή του Λι Τσιάνγκ να δηλώσει δημοσίως πως η Κίνα δεν θα επιδιώξει «ειδικούς όρους» αποτελεί μια απόπειρα ενίσχυσης της αξιοπιστίας της χώρας ως ισότιμου εταίρου στο διεθνές εμπόριο. Πρόκειται για μια έμμεση παραδοχή ότι η εποχή του «αναπτυξιακού προστατευτισμού» έχει παρέλθει και ότι η Κίνα οφείλει πλέον να σταθεί στο ίδιο τραπέζι με τους μεγαλύτερους εμπορικούς παίκτες, στη βάση των ίδιων κανόνων.

Οι εσωτερικές και εξωτερικές ισορροπίες

Πίσω, ωστόσο, από την εικόνα της «ώριμης δύναμης», υπάρχουν και εσωτερικά κίνητρα. Η κινεζική οικονομία αντιμετωπίζει τις μεγαλύτερες προκλήσεις των τελευταίων δεκαετιών: πτώση της κατανάλωσης, υπερχρέωση νοικοκυριών και τοπικών κυβερνήσεων, κρίση στην αγορά ακινήτων και πίεση στις εξαγωγές. Το Πεκίνο γνωρίζει ότι η αποκατάσταση εμπιστοσύνης από τις διεθνείς αγορές είναι απαραίτητη για να διατηρήσει ρυθμούς ανάπτυξης κοντά στο 5 %, όπως στοχεύει ο προϋπολογισμός του 2025.

Η αναθεώρηση της στάσης στον ΠΟΕ λειτουργεί λοιπόν και ως εργαλείο «οικονομικής διπλωματίας». Με τη συγκεκριμένη πρωτοβουλία, η Κίνα επιχειρεί να αποδείξει ότι είναι πρόθυμη να συνεργαστεί και να μειώσει τις εντάσεις με τη Δύση, χωρίς όμως να απεμπολήσει την ταυτότητά της ως χώρας που εκπροσωπεί τον αναπτυσσόμενο κόσμο.

Η ισορροπία μεταξύ ρόλου και εικόνας

Το στοίχημα για το Πεκίνο είναι διπλό: από τη μία να εδραιώσει τη θέση του ως υπεύθυνη δύναμη που σέβεται τους κανόνες, και από την άλλη να διατηρήσει τον ηγετικό του ρόλο στις αναδυόμενες οικονομίες. Η Κίνα επιδιώκει να εμφανιστεί ως «γέφυρα» ανάμεσα στον Βορρά και τον Νότο, ως ο παράγοντας που μπορεί να συνδυάσει ανάπτυξη, καινοτομία και κοινωνική σταθερότητα, χωρίς να υποκύπτει σε πιέσεις.

Στην πραγματικότητα, αυτή η δήλωση αποτελεί και μήνυμα προς το εσωτερικό: η Κίνα δεν είναι πλέον μια χώρα που «μαθαίνει» την παγκόσμια οικονομία, αλλά μια δύναμη που την επαναπροσδιορίζει. Και αυτή η μετάβαση —από αναπτυσσόμενη σε διαμορφωτική δύναμη— θα καθορίσει το πώς θα κινηθεί τα επόμενα χρόνια όχι μόνο στις εμπορικές διαπραγματεύσεις, αλλά και στο συνολικό γεωοικονομικό τοπίο.

Η Κίνα δείχνει ότι γνωρίζει πλέον πως η πραγματική ισχύς δεν μετριέται με τους δασμούς, αλλά με την ικανότητα να επιβάλεις κανόνες χωρίς να χρειάζεται να τους διεκδικείς.

Διαβάστε ακόμη

Ρεκόρ για τη χρυσή λίρα: Πόσες κατέχουν οι Έλληνες, τι γίνεται στην «παράλληλη» αγορά

Γνωστός επενδυτής προειδοποιεί για επανάληψη της φούσκας των dot-com

Χαρούκι Μουρακάμι: Γιατί ο συγγραφέας των best-seller έγινε δρομέας μεγάλων αποστάσεων

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα