Ο υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας Μπρουνό Λε Μερ διαβεβαίωσε σήμερα, μετά τις συνομιλίες που είχε με τον Αμερικανό ομόλογό του Στίβεν Μνούτσιν, ότι Παρίσι και Ουάσινγκτον κατέληξαν σε ένα «κοινό πλαίσιο» αναφορικά με το γαλλικό σχέδιο επιβολής φόρου σε κολοσσούς του διαδικτύου, μια πρόταση που βρίσκει αντίθετες τις ΗΠΑ.

«Η Γαλλία είναι έτοιμη να αναβάλει την καταβολή του ψηφιακού φόρου για τον Δεκέμβριο του 2020» και «οι ΗΠΑ είναι έτοιμες να αναστείλουν τις κυρώσεις» που απειλούσαν ότι θα επιβάλουν στα γαλλικά προϊόντα, είπε ο Γάλλος υπουργός στο περιθώριο του Φόρουμ του Νταβός.

«Η Γαλλία δεν θα δεχτεί ούτε να ακυρώσει ούτε να αναστείλει τον φόρο αυτόν εφόσον δεν υπάρξει μια διεθνής λύση», πρόσθεσε ωστόσο ο Λε Μερ.

«Απομένει να συμφωνήσουμε σε μια κοινή βάση εργασίας» με τις ΗΠΑ ώστε να προχωρήσουν οι διαπραγματεύσεις στον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, τόσο για τον διεθνή φόρο στις ψηφιακές υπηρεσίες, όσο και για την επιβολή ενός ελάχιστου φόρου στις επιχειρήσεις.

Ο Λε Μερ είπε επίσης ότι θα ξανασυναντηθεί αύριο με τον Μνούτσιν για να συζητήσουν αυτό το «ουδόλως αμελητέο» θέμα.

Ο Γάλλος υπουργός είπε ότι η Ευρώπη είναι «ενωμένη όσο ποτέ» στο θέμα αυτό, απορρίπτοντας τις κατηγορίες ότι «παίζει μόνος του» την ώρα που οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες προωθούν δικά τους σχέδια για την επιβολή ψηφιακού φόρου.

Νωρίτερα, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ απείλησε για δασμούς 25 τοις εκατό στα ευρωπαϊκά αυτοκίνητα εκτός αν μπορεί να επιτευχθεί μια εμπορική συμφωνία.

Ο Λεμέρ αποκάλυψε τη Δευτέρα ότι στόχος της Γαλλίας συνεχίζει να είναι η επιβολή ελάχιστου φορολογικού συντελεστή σε εταιρείες που επί του παρόντος καταβάλλουν πολύ χαμηλούς ή μηδενικούς φόρους, σε συμφωνία με την πρόταση που κατατέθηκε πέρυσι από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ).

Καθώς οι συνομιλίες σε διεθνές επίπεδο δεν κατάφεραν να καταγράψουν πρόοδο, η Γαλλία αποφάσισε να επιβάλει φόρο 3% στα έσοδα από ψηφιακές υπηρεσίες που αντλούνται στη Γαλλία από εταιρείες με κύκλο εργασιών άνω των 25 εκατομμυρίων ευρώ στη γαλλική αγορά και 750 εκατομμυρίων ευρώ παγκοσμίως. Με δεδομένο ότι πολλές από αυτές τις εταιρείες είναι αμερικανικές, η Ουάσιγκτον απείλησε στη συνέχεια να επιβάλει ως αντίποινα δασμούς σε βασικά γαλλικά προϊόντα.

Ωστόσο, η κατάσταση φαίνεται ότι ηρέμησε λίγο μετά τη συνάντηση Ντοναλντ Τραμπ με τον Γάλλο Πρόεδρο, Εμμανουέλ Μακρόν την Δευτέρα, και την «εξαιρετική συζήτηση» μεταξύ τους.