Του Στέλιου Μορφίδη

Η οικονομική ιστορία συνηθίζει να επαναλαμβάνεται και οι τελευταίοι μήνες θυμίζουν έντονα κάτι από τη δεκαετία του ’80. Τότε που ο Αμερικανός πρόεδρος Ρόναλντ Ρίγκαν και η σιδηρά κυρία της Βρετανίας Μάργκαρετ Θάτσερ καθιερώνονταν ως σύμβολα του καπιταλισμού υιοθετώντας μια άκρως φιλική προς το επιχειρείν φορολογική πολιτική, που στο τέλος πυροδότησε πτωτική τάση στη φορολογία των επιχειρήσεων παγκοσμίως. Σήμερα ίσως βρισκόμαστε μπροστά σε κάτι ανάλογο…

Ο Ντόναλντ Τραμπ και η Τερέζα Μέι, οι σημερινοί ηγέτες των ΗΠΑ και της Βρετανίας αντίστοιχα, έχουν ήδη εξαγγείλει τα σχέδιά τους για σημαντική μείωση της εταιρικής φορολογίας, σε μια προσπάθεια να συγκρατήσουν αλλά και να προσελκύσουν επενδύσεις δημιουργώντας παράλληλα θέσεις εργασίας στο νέο περιβάλλον που έχει δημιουργηθεί.

Είναι αυτό που οι αναλυτές χαρακτηρίζουν πρώτη μάχη στον ακήρυχτο εμπορικό πόλεμο μεταξύ των μεγάλων οικονομικών δυνάμεων. Προς το παρόν, η Ε.Ε., που θίγεται άμεσα, παρακολουθεί τις εξελίξεις εγκλωβισμένη στο γερμανικό δόγμα της δημοσιονομικής τάξης και της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας αμφισβητώντας δημοσίως τα αποτελέσματα που μπορεί να έχει η νέα φορολογική πολιτική σε ΗΠΑ και Βρετανία.

Το σχέδιο Τραμπ

Η κυβέρνηση Τραμπ διά του υπουργού Οικονομικών Στίβεν Μνούτσιν παρουσίασε την προηγούμενη εβδομάδα το πλαίσιο του φορολογικού νομοσχεδίου που ετοιμάζει να καταθέσει στο Κογκρέσο θέτοντάς το ουσιαστικά σε δημόσια διαβούλευση προκειμένου να κερδίσει και την απαραίτητη πλειοψηφία στα δύο νομοθετικά σώματα.

Οι κύριες προτάσεις του νέου Αμερικανού υπουργού και πρώην στελέχους της Goldman Sachs είναι:

■ Μείωση του φορολογικού συντελεστή για τα κέρδη των επιχειρήσεων στο 15% από 35% που είναι σήμερα. Σημειώνεται ότι υπάρχει σήμερα μια πρόσθετη επιβάρυνση 4% από την πολιτειακή φορολογία.

■ Εφάπαξ φόρος για τον επαναπατρισμό των περίπου 2,7 τρισ. δολαρίων που κρύβουν οι πολυεθνικές στο εξωτερικό (δεν έχει προσδιοριστεί ακόμα το ποσοστό, αν και ο κ. Μνούτσιν δηλώνει ότι θα είναι «ανταγωνιστικό»).

■ Στροφή του φορολογικού συστήματος στην αποκαλούμενη «εδαφική φορολογία» (territorial tax system). Εν ολίγοις, η φορολόγηση θα γίνεται μόνο στα εισοδήματα και κέρδη που αποκτήθηκαν εντός των συνόρων των ΗΠΑ και όχι διεθνώς. Κάτι που θα διευρύνει τη βάση των φορολογικών εσόδων αφού δεν θα χρησιμοποιούνται «παραθυράκια» από το εξωτερικό για τη μείωση ή την εκμηδένιση της φορολογίας. Εξάλλου υπενθυμίζεται ότι αν και σήμερα οι ΗΠΑ εμφανίζονται να έχουν πάνω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ φορολογική επιβάρυνση για τα κέρδη των επιχειρήσεων, τα έσοδα από την εταιρική φορολογία μετά βίας πιάνουν το 2,2% του ΑΕΠ (μ.ο. στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 2,8%).

■ Μείωση των επτά φορολογικών συντελεστών των εισοδημάτων σε μόλις τρεις: 10%, 25% και 35%. Αν και δεν προσδιορίζονται τα όρια των εισοδημάτων στα οποία θα τεθούν οι συντελεστές, το αφορολόγητο όριο θα προσδιορίζεται στα 25.000 δολάρια ετήσιο εισόδημα.

■ Κατάργηση του φόρου κληρονομιάς.

■ Κατάργηση των φορολογικών εκπτώσεων πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, συμπεριλαμβανομένων των τόκων στεγαστικών δανείων και των φιλανθρωπιών.

■ Κατάργηση του φόρου 3,8% για το Obamacare.

Στη Βρετανία πάλι η κυρία Μέι έχει ανακοινώσει σχέδιο για τη μείωση της εταιρικής φορολογίας στα χαμηλότερα επίπεδα των 20 μεγαλύτερων και βιομηχανικά ανεπτυγμένων οικονομιών του πλανήτη. Ο βασικός φόρος στα εταιρικά κέρδη θα μειωθεί στο 15%, κάτι στο οποίο, όπως φαίνεται, συμφωνούν απόλυτα με τον κ. Τραμπ.

Ανησυχούν οι Ευρωπαίοι

Η Ευρώπη ανησυχεί με όλες αυτές τις εξελίξεις. Η Βρετανία και οι ΗΠΑ μπορούν να υπονομεύσουν τις διεθνείς προσπάθειες που γίνονται για τη δίκαιη φορολόγηση των μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων. Επιπρόσθετα δημιουργούν έναν μεγάλο φορολογικό ανταγωνισμό μεταξύ των οικονομιών που θεωρούν ότι μπορεί να οδηγήσει σε καταστροφικά αποτελέσματα.

Σημειώνεται ότι οι υπουργοί Οικονομικών της Ε.Ε. και η Κομισιόν έχουν εντείνει τα τελευταία χρόνια τη μάχη για τη δημοσιονομική δικαιοσύνη προωθώντας μέτρα για την αντιμετώπιση της φοροαποφυγής και του άδικου φορολογικού ανταγωνισμού. Κάτι που μαζί με τα μέτρα για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής είχαν προωθήσει και μέσα στον ΟΟΣΑ και στο G20. Παράλληλα η Κομισιόν διεξάγει έρευνα για πολυεθνικές εταιρείες και τον τρόπο φορολόγησής τους.

Πρόσφατα ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε είχε επικρίνει σφόδρα τη Βρετανία για τα φορολογικά της σχέδια προειδοποιώντας ότι το Λονδίνο με τη μαζική μείωση των φορολογικών συντελεστών των επιχειρήσεων «μπορεί να πυροδοτήσει έναν άρρωστο», όπως τον χαρακτήρισε, «αγώνα».

«Η Βρετανία εξακολουθεί να είναι μέλος της Ε.Ε. Δεσμεύονται έναντι του Ευρωπαϊκού Δικαίου», πρόσθεσε. Τόνισε δε ότι ακόμα και με την έξοδο της Βρετανίας από την Ε.Ε., οι Βρετανοί θα συνεχίσουν να υπόκεινται σε περιορισμούς. «Δεσμεύονται με αυτά που υποσχέθηκαν στη Σύνοδο του G20 στην Τουρκία», είπε. «Δηλαδή, να μην κάνουν αυτό ακριβώς το πράγμα», πρόσθεσε.

Προβληματισμός και στις ΗΠΑ

Το εγχείρημα του κ. Τραμπ όμως αντιμετωπίζεται με διστακτικότητα ακόμα και μέσα στο στρατόπεδο των Ρεπουμπλικανών, αφού ο μεγαλύτερος φόβος αφορά τη δημιουργία νέων μεγάλων δημοσιονομικών ελλειμμάτων που θα φουσκώσουν κι άλλο το δημόσιο χρέος.

 

*Όπως δημοσιεύτηκε στο Business Stories της 30ης Απριλίου