Το πρόσφατο «ράλι» των μετοχών των ελληνικών τραπεζών σχολιάζει η HSBC, αποδίδοντας την άνοδο σε κινήσεις για μείωση των κόκκινων δανείων και αναδιάρθρωση από την πλευρά των τραπεζών.

Συγκεκριμένα, η HSBC αναφέρει ότι οι ελληνικές τράπεζες είχαν κέρδη μεταξύ 22-115% τον Φεβρουάριο. Η τράπεζα αποδίδει τα κέρδη αυτά στις ελπίδες που σχετίζονται με την καλύτερη μακροοικονομική εικόνα , το καλύτερο δημοσιονομικό outlook, τις περιορισμένες χρηματοδοτικές ανάγκες έως το 2032 και το μεγάλο μαξιλάρι ρευστότητας, καθώς και στα σχέδια για περαιτέρω επιτάχυνση της μείωσης των κόκκινων δανείων.

Η Εθνική Τράπεζα έτρεξε με την είδηση ότι η Bank Audi ξεκίνησε due diligence για να αποκτήσει τη μονάδα στην Αίγυπτο (η πώληση αποτελεί μέρος του πλάνου αναδιάρθρωσης) και η Πειραιώς με την προσδοκία ότι συγκεκριμένο hedge fund ενδιαφέρεται για να αγοράσει το πακέτο προβληματικών δανείων NEMO (δάνεια 500-600 εκατ., που σχετίζονται με ναυτιλιακά δάνεια), τονίζει η HSBC

Παράλληλα, η τράπεζα χαρακτηρίζει υπερβολικές τις ανησυχίες της αγοράς, ενώ «βλέπει» θετικό μακροοικονομικό outlook, εφικτούς στόχους στα κόκκινα δάνεια και βελτιωμένη τάση καθώς προχωρούν. Τα σενάρια του οίκου υπονοούν ότι η αγορά είναι αυτή τη στιγμή υπερβολικά απαισιόδοξη, σημειώνει και υπενθυμίζει ότι έχει σύσταση «αγορά» σε όλες τις ελληνικές τράπεζες που καλύπτει.

Όπως γράφει, η μακροοικονομική προοπτική παραμένει θετική: περιμένει ότι η χώρα θα βρεθεί σε στέρεα ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια, η οποία θα υποστηριχθεί από τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης. Η δημοσιονομική προοπτική είναι επίσης στέρεα, με το Δημόσιο πλήρως χρηματοδοτημένο για τουλάχιστον τέσσερα χρόνια και σε αυτή τη φάση δεν χρειάζεται νέα ελάφρυνση χρέους. Κίνδυνοι για τη μακροοικονομική προοπτική παραμένουν αλλά εμφανίζονται περιορισμένοι (το χρέος παραμένει υψηλό, στο 183% του ΑΕΠ, αλλά με χαμηλά επιτόκια).

Η σχεδιαζόμενη μείωση των NPEs είναι μακροοικονομικά ουδέτερη. Οι τάσεις σε ό,τι αφορά τη διαχείρισή τους βελτιώνονται και οι τράπεζες πιάνουν τους στόχους τους. Η HSBC πιστεύει ότι η σχεδιαζόμενη μείωση των κόκκινων ανοιγμάτων θα είναι μακροοικονομικά ουδέτερη καθώς η σταδιακά αυξανόμενη πίεση από τους επόπτες έχει αρνητικό αποτέλεσμα στην παροχή πίστωσης και στη ζήτηση.

Εκτιμά ότι οι συστημικές λύσεις (προτάσεις ΤΧΣ και ΤτΕ) για την αντιμετώπιση του προβληματικού ενεργητικού είναι απίθανο να βοηθήσουν, αλλά μπορεί να αποτελέσουν ένα δυνητικό επιταχυντή υπό καλύτερες οικονομικές συνθήκες. Τα υφιστάμενα σχέδια μείωσης των NPEs «δουλεύουν» και πιθανότατα θα παραμείνουν «ακριβά», αλλά σύμφωνα με τον οίκο, είναι επιτεύξιμα, παρότι η αγορά μοιάζει να είναι επιφυλακτική. Πιστεύει επίσης ότι αυξανόμενες απαιτήσεις από τους επόπτες είναι απίθανες, όσο οι τράπεζες πιάνουν τους στόχους τους.