Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκονται οι διεργασίες για το «ξεκαθάρισμα» του χρηματιστηριακού ταμπλό από μετοχές που βρίσκονται για μεγάλο χρονικό διάστημα σε αναστολή διαπραγμάτευσης.

Μετά την οριστική διαγραφή των Μπάμπης Βωβός, Τηλέτυπος, Alpha Γκρίσιν, Πήγασος Εκδοτική και Υιοί Χατζηκρανιώτη, το επόμενο διάστημα ακολουθεί νέο «κύμα» διαγραφών ώστε να αποσυμφορηθεί η σχετική λίστα, κάτι που επιβεβαιώνει μιλώντας στο newmoney ο Σωκράτης Λαζαρίδης, Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου ΕΧΑΕ, αναφέροντας πως «θα υπάρξει και νέος κύκλος διαγραφών».

Με δεδομένο ότι η αναστολή διαπραγμάτευσης είναι ένα προσωρινό μέτρο που δεν μπορεί συνεχίζεται επ’ άπειρον, οι αρχές ήδη εξετάζουν προσεκτικά τις περιπτώσεις των εισηγμένων που οδηγούνται οριστικά εκτός Χ.Α. Πέραν των παραπάνω πέντε που θα αφαιρεθούν από τα συστήματα διαπραγμάτευσης του Χρηματιστηρίου Αθηνών στις 4 Δεκεμβρίου, υπάρχουν περιπτώσεις που είναι εκτός συναλλαγών επί μια οκταετία, όπως η Κεραμεία Αλλατίνη και η Νεώριον Σύρου που τελούν σε αναστολή διαπραγμάτευσης από το 2012.

Μεταξύ άλλων, η ΝΕΛ από τον Σεπτέμβριο του 2015, η Axon Συμμετοχών και η Euromedica σε αναστολή διαπραγμάτευσης από το Μάιο 2017, η ΕΛΒΙΕΜΕΚ από τον Οκτώβριο του 2019, η Ναυτεμπορική από τον Νοέμβριο του 2017, η Μπουτάρης από τον Οκτώβριο του 2018 και η Folli Follie από το Μάιο του 2018. Και εάν για ορισμένες υφίσταται έστω και κάποια πιθανότητα να επιστρέψουν στο ταμπλό, άλλες δεν διαθέτουν επιχειρηματική δραστηριότητα, κατά συνέπεια η οριστική αποχώρησή τους από το ταμπλό είναι θέμα χρόνου. Σύμφωνα με τον υφιστάμενο Κανονισμό, το Χρηματιστήριο Αθηνών προβαίνει σε διαγραφή «όταν η αβεβαιότητα  για  τη  συνέχιση  της  δραστηριότητας  του  εκδότη  καθίσταται  μη αναστρέψιμη ή δεν διασφαλίζεται ή απειλείται οριστικά η ομαλή διαπραγμάτευση, καθώς και μετά από αίτημα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς

Η στρατηγική ανάπτυξης της Κεφαλαιαγοράς

Σε ότι αφορά στο μείζον θέμα της Στρατηγικής Ανάπτυξης της εγχώριας Κεφαλαιαγοράς που προωθούνται στο πλαίσιο της ενοποίησης της ευρωπαϊκής Κεφαλαιαγοράς, αλλά και της ολοκλήρωσης της ενοποίησης του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος, ο κ. Λαζαρίδης αναφέρει πως οι ενέργειες που δρομολογούνται αποτυπώνουν μια ουσιαστική κινητοποίηση αντίστοιχη με το ευρύτερο κλίμα που διαμορφώνεται σε όλη την Ευρώπη.

«Μεταξύ άλλων, η υιοθέτηση φορολογικών κινήτρων για την προσέλκυση νέων εισαγωγών και τα κίνητρα που προβλέπει η μελέτη για την αξιοποίηση της αποταμίευσης των φυσικών προσώπων προς μακροπρόθεσμη επένδυση/αποταμίευση, στο πλαίσιο πολιτικών που έχει χαράξει ο ευρωπαϊκός Νότος το τελευταίο διάστημα, αποτελούν ιδιαίτερα σημαντικές παρεμβάσεις», τονίζει ο κ. Λαζαρίδης.

Σημειώνεται πως η προτεινόμενη στρατηγική ανάπτυξης της Κεφαλαιαγοράς ορίζεται από την επίτευξη στόχων οι οποίοι βασίζονται σε τέσσερις κεντρικούς άξονες:

* Η αύξηση της προσφοράς και της ζήτησης επενδύσεων, για την κάλυψη του επενδυτικού κενού της χώρας. Μεταξύ των άλλων προτείνονται και φορολογικά κίνητρα για επιχειρήσεις και επενδυτές.

* Οι θεσμικές παρεμβάσεις, για την ενίσχυση, κατά το μέγιστο δυνατό, της αξιοπιστίας και της διαφάνειας στην αγορά.

* Η δημιουργία ενός ειδικού πλαισίου, ιδιαίτερα σημαντικού, το οποίο θα ενθαρρύνει τις επιχειρήσεις και επενδύσεις στην “πράσινη ανάπτυξη“.

* Η ανάπτυξη χρηματοοικονομικής παιδείας, η οποία διευκολύνει την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς.

Οι άξονες αυτοί εντάσσονται στην προοπτική των δυναμικών εξελίξεων που διαγράφει η επιταχυνόμενη ενοποίηση των ευρωπαϊκών κεφαλαιαγορών, με αιχμή την «πράσινη οικονομία» και την ψηφιοποίηση που αποτελούν βασικές προτεραιότητες του Ταμείου Ανάκαμψης. Στο πλαίσιο της συνολικής αναμόρφωσης του ευρωπαϊκού πλαισίου ήδη με βάση τα στοιχεία της τελευταίας έκθεσης της AFME (Association for Financial Markets in Europe), το ελληνικό Χρηματιστήριο το τελευταίο διάστημα έχει βελτιώσει τη θέση του μεταξύ των ευρωπαϊκών κεφαλαιαγορών, με βάση τη συνολική βαθμολογία που προκύπτει από επτά σχετικά κριτήρια.

Διαβάστε ακόμη: 

Και επισήμως η παράταση του «απαγορευτικού»

Μορφή… επιδημίας λαμβάνουν οι διεκδικήσεις των funds για «πακέτα» που αγόρασαν

Λέιν (ΕΚΤ): Ο αντίκτυπος στην ευρωπαϊκή οικονομία θα είναι διαρκείας