Για τον ιδιοκτήτη του Binance, του μεγαλύτερου ανταλλακτηρίου κρυπτονομισμάτων του πλανήτη, Τσανγκπένγκ Ζάο, θα μπορούσε κανείς να πει ότι δεν είναι… ακριβώς η χρονιά του. Το 2022, μετά το «σκάσιμο» των stablecoins -στα οποία είχε επενδύσει- και τον κρυπτο-χειμώνα, ο Ζάο έγινε ο άνθρωπος που έχασε τα περισσότερα λεφτά σε ολόκληρη την ανθρώπινη ιστορία! Είδε την περιουσία του να μειώνεται κατά 87 δισεκατομμύρια δολάρια (από τα 97, στα 10 δισεκατ. δολάρια).

Το όνομα του Ζάο βέβαια, έχει «παίξει» πολύ από πέρυσι, όταν, υπερασπιζόμενος το Binance, αποκαλούσε «φτωχούς» όσους επέκριναν το ανταλλακτήριο, τις μεθόδους του, ή αμφισβητούσαν τη δυναμική του. Σήμερα, έχοντας απομείνει περίπου με το 10% της περιουσίας του, ο Ζάο λέει -προφανώς ειρωνικά- ότι «είμαι ξανά φτωχός». Όμως, όσο περίεργο και αν φαίνεται, αυτό ίσως να είναι το μικρότερο πρόβλημά του. Η καθημερινότητά του πλέον ούτε λίγο ούτε πολύ αναλώνεται στους δικηγόρους, με αγωγές, μηνύσεις και μια προσπάθεια να μη βγει σπιλωμένο το όνομά του από αυτή την κρίση που διέρχεται το οικοσύστημα των κρυπτονομισμάτων.

Στο τελευταίο «επεισόδιο», ο 44χρονος Κινεζο-καναδός επιχειρηματίας, προσφεύγει στα δικαστήρια εναντίον της κινεζικής έκδοσης του Bloomberg Businessweek, ισχυριζόμενος ότι το πρακτορείο τον δυσφήμησε, προσπάθησε να τον γελοιοποιήσει και να διασπείρει μίσος εναντίον του, εμφανίζοντάς τον ως τον οργανωτή μιας «πυραμίδας», ενώ, όπως αναφέρει, στο δημοσίευμα φιλοξενούταν η άποψη ενός ενός trader που αποκαλούσε το Binance «ένα τεράστιο καζίνο με shitcoins».

Περίεργη εξέλιξη, με δεδομένο ότι στο Bloomberg ο Ζάο έπιασε την πρώτη του «καλή» δουλειά, το 2001 (ως το 2005, οπότε και άνοιξε την πρώτη του εταιρεία, τη Fusion Systems) εξελίσσοντας συστήματα software για διαπραγμάτευση μετοχών. Μέχρι τότε, ο γιος Κινέζων προσφύγων στον Καναδά, αναγκαζόταν να δουλεύει part-time για να βοηθά την οικογένεια, απ’ όταν πήγαινε σχολείο. Μέχρι να αρχίσει να σπουδάζει, άλλωστε, δούλευε σε McDonald’s τα μεσημέρια και τα βράδια σε ένα βενζινάδικο.

Ανεξάρτητα με το πώς θα πάει αυτή η υπόθεση, για τον παγκοσμίως γνωστό και ως «CZ» επιχειρηματία, ο οποίος σχολιάζει στο Twitter ότι πρέπει «να είμαστε υπεύθυνοι για τις πράξεις» μας, δεν είναι το μόνο «μέτωπο» που έχει ανοιχτό. Ούτε το μόνο μέρος του πλανήτη στο οποίο έχει «πονοκεφάλους». Για παράδειγμα, αυτές τις ημέρες, στις Φιλιππίνες, το think tank Infrawatch προσέφυγε στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς της χώρας, καταγγέλλοντας ότι το Binance λειτουργεί χωρίς άδεια και ότι πρέπει να απαγορευτεί η δραστηριότητά του στη χώρα.

Κάτι παρεμφερές συνέβη πρόσφατα και στη Γηραιά Ήπειρο. Στην Ολλανδία, η Κεντρική Τράπεζα της χώρας επέβαλε πρόστιμο ύψους 3,35 εκατομμυρίων δολαρίων στο ανταλλακτήριο, επειδή λειτουργούσε χωρίς άδεια. Αυτό όμως, είναι «χάδι», μπροστά σε αυτό που συμβαίνει με τη SEC, την αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Κι αυτό γιατί φαίνεται πως το Coinbase σύρεται σε μια (δικαστική και δημόσια συνάμα) αντιδικία με τις αμερικανικές ρυθμιστικές Αρχές, παρόμοια με αυτή του Ripple η οποία δεν έχει λήξει ακόμα από το 2020.

Η SEC διερευνά, σύμφωνα με πληροφορίες του Bloomberg, εάν η Binance Holdings παραβίασε τους κανόνες που σχετίζονται με την πώληση κινητών αξιών. Η έρευνα, η οποία έρχεται σε συνέχεια της απαγγελίας κατηγοριών από κοινού από τη SEC και το αμερικανικό Υπουργείο Δικαιοσύνης πρώην συνεργάτη του Coinbase για insider trading (εσωτερική πληροφόρηση). Στο κείμενο που δόθηκε στο δικαστήριο, η SEC αναφέρει ότι η Coinbase εισήγαγε «τουλάχιστον εννέα» crypto assets τα οποία θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν μετοχικοί τίτλοι.

 

Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς συγκεκριμένα εξετάζει την αρχική δημόσια προσφορά του κρυπτονομίσματος Binance Coin (BNB) το 2017, ερευνώντας εάν αυτή ισοδυναμούσε με πώληση μετοχικών τίτλων, κάτι που θα σήμαινε παράβαση των κανόνων. Η διαδικασία αυτή «αγγίζει» τον ίδιο τον Ζάο, μιας και αυτός ήταν ο «εγγυητής» της όλης διαδικασίας, με την εταιρία πάντως να αρνείται ότι έχει κάνει κάτι έκνομο, προτρέποντας μάλιστα την Επιτροπή να ξανασκεφτεί πώς αποφασίζει αν ένα περιουσιακό στοιχείο είναι και μετοχικός τίτλος.

Η SEC έχει υπό… επιτήρηση το Coinbase απ’ όταν άρχισε να προσφέρει μια ευρύτερη γκάμα κρυπτονομισμάτων για trading, επιτήρηση η οποία εντάθηκε με την κατάρρευση των stablecoins και την πτώση των τιμών των cryptos που ακολούθησε, ιδιαίτερα μετά τη δημοσίευση έρευνας του Reuters στην οποία αναφέρεται ότι τουλάχιστον 2,35 δισεκατομμύρια δολάρια έχουν ξεπλυθεί από το Binance μεταξύ 2017 και 2021. Και το ερώτημα τώρα, είναι τι άλλο θα μπορούσε να συμβεί στον Ζάο.

Διαβάστε ακόμη:

Πλειστηριασμοί: Ποια «επώνυμα» ακίνητα άλλαξαν χέρια (pics)

Ο Πούτιν «καταδικάζει» την Ευρώπη σε ύφεση – Σκληρός χειμώνας με μπλακ-άουτ ( ; )

Ελληνο-σαουδαραβικό Forum: Έπεσαν οι υπογραφές για 16 επιχειρηματικές συμφωνίες