Η παγκόσμια αγορά των μεταχειρισμένων ειδών πολυτελείας αυξάνεται ραγδαία και πλέον, το στοιχείο που ξεχωρίζει τις αξιόπιστες πλατφόρμες από τις υπόλοιπες είναι η γνησιότητα.

Σύμφωνα με έκθεση της Boston Consulting Group και της πλατφόρμας μεταπώλησης Vestiaire Collective, που δημοσιεύθηκε στις 9 Οκτωβρίου, η αγορά μεταπώλησης μόδας και ειδών πολυτελείας αναπτύσσεται με ετήσιο ρυθμό 10%, δηλαδή τριπλάσιο από αυτόν της αγοράς πρώτης πώλησης. Η ίδια έκθεση εκτιμά ότι η παγκόσμια αξία της δευτερογενούς αγοράς μπορεί να φτάσει έως τα 360 δισεκατομμύρια δολάρια έως το 2030, από περίπου 210 δισεκατομμύρια σήμερα.

Με ολοένα και περισσότερους αγοραστές να στρέφονται σε μεταχειρισμένα προϊόντα επώνυμων οίκων, η εμπιστοσύνη έχει αναδειχθεί σε καθοριστικό παράγοντα. «Καθώς η παραγωγή απομιμήσεων γίνεται όλο και πιο εξελιγμένη, ακόμη και οι ίδιες οι μάρκες πολυτελείας αποτυγχάνουν μερικές φορές να εντοπίσουν τα ψεύτικα προϊόντα, σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα, επισκευάζουν εν αγνοία τους απομιμήσεις», δήλωσε η Τζεουά Τσόι, CEO της νοτιοκορεατικής online πλατφόρμας Bunjang.

Στο διαδίκτυο δεν λείπουν οι ιστορίες απάτης. Καταναλωτές που πλήρωσαν χιλιάδες δολάρια για ψεύτικες τσάντες Hermès ή ρολόγια Rolex Oyster Perpetual με αλλοιωμένα εξαρτήματα. Ορισμένες απομιμήσεις είναι τόσο πιστές, που έχουν χαρακτηριστεί «superfakes», κατασκευασμένες, όπως λέγεται, με δέρματα από τους ίδιους προμηθευτές των αυθεντικών οίκων.

Η νέα εποχή της πιστοποίησης

Καθώς η αγορά μεταπώλησης διευρύνεται, η πιστοποίηση γνησιότητας έχει γίνει ζήτημα μείζονος σημασίας. Παραδοσιακά, η βιομηχανία λειτουργούσε με τον άγραφο κανόνα «ο αγοραστής ας προσέχει». Για να αντιμετωπίσουν τα όλο και πιο ρεαλιστικά «superfakes», οι πλατφόρμες μεταπώλησης επενδύουν πλέον τεράστιους πόρους στην επαλήθευση προϊόντων.

Η διαδικτυακή εταιρεία Carousell, με έδρα τη Σιγκαπούρη, εγκαινίασε, φέτος, το πρώτο της φυσικό κατάστημα στο κέντρο της πόλης, αποκλειστικά για είδη πολυτελείας. Εκεί, οι πωλητές μπορούν να προσκομίσουν τα αντικείμενά τους ώστε να αξιολογηθούν από τους εκτιμητές της εταιρείας πριν αναρτηθούν προς πώληση.

Η ομάδα πιστοποίησης εξετάζει, όχι μόνο το υλικό ενός προϊόντος, αλλά και λεπτομέρειες όπως οι ραφές, η στάμπα και η σφραγίδα, εξηγεί η Τρεζόρ Ταν, διευθύντρια πωλήσεων και σχέσεων πελατών της Carousell Luxury, μιλώντας στο CNBC. «Στο τέλος της ημέρας, διακυβεύεται και η δική μας φήμη», σημείωσε. «Και γι’ αυτό, προσφέρουμε στους αγοραστές μας εγγύηση επιστροφής χρημάτων για την γνησιότητα κάθε αντικειμένου».

Η Carousell έχει αναπτύξει ιδιόκτητη βάση δεδομένων, που καλύπτει σχεδόν 500 κατηγορίες προϊόντων, ενώ τα αντικείμενα μεγάλης αξίας περνούν από πολλαπλούς ελέγχους. Αν υπάρχουν αμφιβολίες για τη γνησιότητα, το προϊόν απλώς δεν αναρτάται προς πώληση, τονίζει η Ταν. Αντίστοιχα, η Bunjang στην Κορέα έχει δημιουργήσει δικό της σύστημα πιστοποίησης, που συνδυάζει οπτικούς ελέγχους με τεχνολογίες AI και επιστημονικά εργαλεία «εκπαιδευμένα σε εκατοντάδες χιλιάδες δείγματα», σύμφωνα με την Τσόι.

Η εταιρεία υποστηρίζει ότι πετυχαίνει ακρίβεια 99,9% στον εντοπισμό αυθεντικών προϊόντων, με το σύστημα να «μαθαίνει» και να προσαρμόζεται διαρκώς στις νέες μεθόδους παραποίησης μέσω τεχνητής νοημοσύνης.

Η εμπιστοσύνη τροφοδοτεί πωλήσεις

Οι δύο πλατφόρμες υποστηρίζουν ότι η επένδυση στην πιστοποίηση αποδίδει. Η Bunjang αναφέρει, ότι τα είδη πολυτελείας αποτελούν, πλέον, πάνω από το ένα τέταρτο της συνολικής αξίας συναλλαγών της πλατφόρμας, ύψους 1,1 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως. Μόνο στο πρώτο εξάμηνο του 2025, οι συναλλαγές σε luxury προϊόντα αυξήθηκαν κατά 30% σε σχέση με πέρυσι.

Αντίστοιχα, η Ταν της Carousell δεν αποκάλυψε συγκεκριμένα νούμερα, αλλά έκανε λόγο για «πολύ ισχυρό ενδιαφέρον» και σημαντική ανάπτυξη του τομέα πολυτελείας. Η πορεία αυτή, που ξεκίνησε το 2012 με το λανσάρισμα της πλατφόρμας online, οδήγησε τελικά στο άνοιγμα του πρώτου φυσικού καταστήματος. «Όταν βλέπεις χρήστες να αγοράζουν ή να πουλάνε ρολόγια αξίας 100.000 δολαρίων, καταλαβαίνεις ότι χρειάζονται επίβλεψη και διασφάλιση», δήλωσε η Ταν.

Πέρα από την επαλήθευση, η Carousell προσφέρει εγγύηση επιστροφής χρημάτων, ενώ στοχεύει να διατηρεί «δίκαιες τιμές», ακόμη κι αν δεν είναι οι φθηνότερες στην αγορά. «Μπορεί να είμαστε κατά 200 δολάρια ακριβότεροι, αλλά οι αγοραστές τελικά σταθμίζουν τι αξίζει περισσότερο: μια μικρή εξοικονόμηση ή η σιγουριά ότι το προϊόν είναι αυθεντικό», τονίζει.

Οι νέοι καταναλωτές της πολυτέλειας

Η προσιτή τιμή παραμένει ο βασικός λόγος για την αγορά μεταχειρισμένων ειδών πολυτελείας, ανέφερε το 80% των συμμετεχόντων στην έρευνα της BCG. Ωστόσο, δεν πρόκειται μόνο για εξοικονόμηση. Οι καταναλωτές στρέφονται ολοένα και περισσότερο σε σπάνιες ή καταργημένες συλλογές που δεν κυκλοφορούν πια στα καταστήματα, εξηγεί η Σαμίνα Βιρκ, επικεφαλής μάρκετινγκ και CEO των ΗΠΑ της Vestiaire Collective.

«Αυτά τα κίνητρα γίνονται ολοένα ισχυρότερα σε σχέση με προηγούμενα έτη, δείχνοντας ότι η αγορά secondhand έχει γίνει βαθιά ενσωματωμένη στον τρόπο που οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται τη μόδα σήμερα», υπογραμμίζει. Οι νεότερες γενιές, με περιορισμένη αγοραστική δύναμη, προτιμούν να αγοράζουν, να απολαμβάνουν και γρήγορα να μεταπωλούν αντικείμενα, προσθέτει η Τσόι της Bunjang.

«Η εντυπωσιακή αυτή ανάπτυξη αντικατοπτρίζει μια θεμελιώδη αλλαγή στον τρόπο που οι Millennials και η Gen Z, η επόμενη γενιά καταναλωτών πολυτελείας, αντιλαμβάνονται και προσεγγίζουν τα luxury αγαθά».

Διαβάστε ακόμη 

Τζον Άρντιλ (Exxon Mobil): 5 έως 10 δισ. δολ η επένδυση για τις γεωτρήσεις στο Ιόνιο

Πλειστηριασμοί: «Μοσχοπουλήθηκε» το μεγάλο ακίνητο της Neoset στην Κηφισίας (pics)

Λετονία: Η χώρα που ξέμεινε από άνδρες

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα