Παρά το γεγονός ότι έχει πληγεί από χρόνια εμπορικών περιορισμών από τις ΗΠΑ, ο κινεζικός τηλεπικοινωνιακός γίγαντας Huawei έχει αναδειχθεί σταδιακά ως ένας από τους πιο σκληρούς ανταγωνιστές της χώρας σε ολόκληρο το τοπίο της τεχνητής νοημοσύνης.

Η εταιρεία με έδρα στο Σενζέν αποτελεί βασικό ανταγωνιστή της αμερικανικής Nvidia, η οποία είναι η κορυφαία εταιρεία στον τομέα των τσιπ τεχνητής νοημοσύνης. Επιπλέον, έχει προχωρήσει από νωρίς στην εμπορική αξιοποίηση μοντέλων τεχνητής νοημοσύνης σε βιομηχανικές εφαρμογές, σύμφωνα με το CNBC.

«Η Huawei αναγκάστηκε να αλλάξει και να διευρύνει τις βασικές δραστηριότητές της την τελευταία δεκαετία, εξαιτίας πολλών εξωτερικών πιέσεων που δέχτηκε», σύμφωνα με τον Πολ Τριόλο, συνεργάτη και ανώτερο αντιπρόεδρο για την Κίνα στην εταιρεία συμβούλων DGA-Albright Stonebridge Group.

Αυτή η αλλαγή οδήγησε την εταιρεία να επεκτείνει τις δραστηριότητές της σε πολλούς τομείς, όπως τα έξυπνα αυτοκίνητα, τα λειτουργικά συστήματα, καθώς και τεχνολογίες που είναι απαραίτητες για την ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης, όπως προηγμένα τσιπ, κέντρα δεδομένων και μεγάλα γλωσσικά μοντέλα.

«Καμία άλλη εταιρεία τεχνολογίας δεν έχει καταφέρει να δραστηριοποιείται σε τόσους διαφορετικούς τομείς, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από υψηλή πολυπλοκότητα και σημαντικά εμπόδια εισόδου», δήλωσε ο Τριόλο.

Φέτος, ο διευθύνων σύμβουλος της Nvidia, Τζένσεν Χουάνγκ, έχει μιλήσει πιο ανοιχτά για την Huawei, λέγοντας ότι είναι «μια από τις πιο δυνατές εταιρείες τεχνολογίας στον κόσμο». Επίσης, προειδοποίησε πως αν οι ΗΠΑ συνεχίσουν να περιορίζουν τις εξαγωγές των αμερικανικών τσιπ στην Κίνα, η Huawei μπορεί να πάρει τη θέση της Nvidia στην κινεζική αγορά.

Την περασμένη εβδομάδα, η Nvidia ξεπέρασε τα 4 τρισεκατομμύρια δολάρια σε αξία και έγινε η πιο πολύτιμη εταιρεία στον κόσμο. Οι πρωτοποριακοί επεξεργαστές της και το σύστημα υπολογιστών «CUDA» συνεχίζουν να είναι το πρότυπο στη βιομηχανία για την εκπαίδευση γενετικών μοντέλων και εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης.

Όμως, αυτό το προβάδισμα μπορεί να μειωθεί, καθώς η Huawei δείχνει ότι όχι μόνο δραστηριοποιείται σε πολλούς τομείς, αλλά και ότι τα καταφέρνει πολύ καλά. Παρόλο που η πρόκληση για μεγάλες αμερικανικές εταιρείες τεχνητής νοημοσύνης, όπως η Nvidia, είναι μεγάλη, η πορεία της Huawei δείχνει γιατί δεν μπορεί να αγνοηθεί.

Από μικρός διανομέας τηλεφωνικών διακοπτών σε παγκόσμιο ηγέτη

Η Huawei, που σήμερα απασχολεί πάνω από 208.000 εργαζόμενους σε περισσότερες από 170 χώρες, ξεκίνησε από πολύ απλά βήματα. Ιδρύθηκε το 1987 από τον φιλόδοξο επιχειρηματία Ρεν Τζενγκφέι σε ένα μικρό διαμέρισμα στη Σενζέν και αρχικά λειτουργούσε ως μικρός διανομέας τηλεφωνικών διακοπτών.

Καθώς εξελίχθηκε σε παγκόσμιο ηγέτη στον τομέα των τηλεπικοινωνιών, η εταιρεία κατόρθωσε να εδραιωθεί σε αναπτυσσόμενες αγορές όπως η Αφρική, η Μέση Ανατολή, η Ρωσία και η Νότια Αμερική, προτού επεκτείνει τη δραστηριότητά της σε ώριμες αγορές όπως η Ευρώπη.

Μέχρι το 2019, η Huawei βρισκόταν σε ισχυρή θέση να επωφεληθεί από την παγκόσμια ανάπτυξη της τεχνολογίας «5G», καθιερώνοντάς την ως ηγέτη στην αγορά. Την ίδια περίοδο, είχε επίσης αναδειχθεί σε έναν από τους μεγαλύτερους κατασκευαστές smartphones παγκοσμίως και σχεδίαζε τσιπ για smartphones μέσω της θυγατρικής εταιρείας σχεδιασμού τσιπ, HiSilicon.

Ωστόσο, η επιτυχία της Huawei τράβηξε το ενδιαφέρον πολλών κυβερνήσεων εκτός Κίνας, ιδιαίτερα των Ηνωμένων Πολιτειών, οι οποίες εξέφρασαν επανειλημμένα ανησυχίες σχετικά με ενδεχόμενες απειλές στην εθνική ασφάλεια από την τεχνολογία της εταιρείας. Η Huawei έχει διαψεύσει κατηγορηματικά αυτούς τους ισχυρισμούς.

Το 2019, η Huawei αντιμετώπισε σημαντικούς περιορισμούς στις διεθνείς της συνεργασίες, καθώς τέθηκαν περιορισμοί που επηρέασαν τη δυνατότητα συνεργασίας με αμερικανικές εταιρείες. Αυτές οι εξελίξεις επηρέασαν σημαντικά τη λειτουργία και την παρουσία της εταιρείας στην παγκόσμια αγορά.

Καθώς οι επιπτώσεις των κυρώσεων έγιναν εμφανείς, ο τομέας καταναλωτικών προϊόντων της Huawei — που μέχρι τότε αποτελούσε την κύρια πηγή εσόδων της εταιρείας — μειώθηκε κατά 50%, φτάνοντας τα 34 δισεκατομμύρια δολάρια το 2021 σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος.

Παρά τις δυσκολίες, η εταιρεία πέτυχε σημαντικές καινοτομίες στον τομέα των τσιπ τεχνητής νοημοσύνης και συνέχισε να εξελίσσεται, παρά τους επιπλέον περιορισμούς που επέβαλαν οι ΗΠΑ το 2020. Οι περιορισμοί αυτοί περιόρισαν την πρόσβαση της Huawei στον κατασκευαστή τσιπ Taiwan Semiconductor Manufacturing Co.

Ένα χρόνο νωρίτερα, η Huawei παρουσίασε επίσημα το «Ascend 910», ένα προηγμένο τσιπ σχεδιασμένο ειδικά για εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης. Η κίνηση αυτή εντάσσεται στη στρατηγική της εταιρείας να αναπτύξει μια πλήρη γκάμα προϊόντων τεχνητής νοημοσύνης, που να καλύπτουν κάθε είδους χρήση. Με αυτόν τον τρόπο, η Huawei στοχεύει να γίνει βασικός πάροχος υπολογιστικής ισχύος για εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης.

Η στοχοποίηση της Huawei από τις Ηνωμένες Πολιτείες οδήγησε στην ενίσχυση της εικόνας της εταιρείας στην Κίνα, ιδιαίτερα μετά το 2018, όταν η Μενγκ Ουαντσόου, οικονομική διευθύντρια της Huawei και κόρη του Ρεν Τζενγκφέι, συνελήφθη στον Καναδά για φερόμενες παραβιάσεις κυρώσεων κατά του Ιράν.

Καθώς ο τεχνολογικός ανταγωνισμός μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας εντεινόταν, επιβλήθηκαν αυστηροί περιορισμοί στην Κίνα όσον αφορά τα προηγμένα τσιπ. Η Huawei βρέθηκε σε προνομιακή θέση να διαδραματίσει κεντρικό ρόλο στην προώθηση της εγχώριας τεχνολογικής ανάπτυξης. Η εξέλιξη αυτή υποστηρίχθηκε από στοχευμένες κρατικές πολιτικές και τη βιομηχανική κοινότητα, ειδικά στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης.

Οι περιορισμοί στις εξαγωγές ανάγκασαν τη Huawei να συνεργαστεί πιο στενά με την κινεζική κυβέρνηση, κάτι που αρχικά δεν ήθελε ο διευθύνων σύμβουλός της, Ρεν Τζενγκφέι. Παρόλα αυτά, αυτοί οι περιορισμοί βοήθησαν την εταιρεία να εξελίξει πιο γρήγορα το υλικό και το λογισμικό της τεχνητής νοημοσύνης.

Δυναμική επιστροφή

Μετά από μια ακόμη χρονιά πτώσης στις πωλήσεις των καταναλωτικών προϊόντων, η Huawei άρχισε να ανακάμπτει το 2023, με την κυκλοφορία ενός smartphone που περιείχε ένα προηγμένο τσιπ κατασκευασμένο στην Κίνα, σύμφωνα με τους αναλυτές.

Το τσιπ 5G προκάλεσε μεγάλη έκπληξη στις ΗΠΑ, καθώς κανείς δεν περίμενε ότι η Huawei θα μπορούσε να φτάσει τόσο γρήγορα σε αυτό το επίπεδο τεχνολογικής προόδου χωρίς να βασιστεί στην TSMC, την κορυφαία εταιρεία κατασκευής τσιπ με έδρα την Ταϊβάν. Αντί γι’ αυτό, η Huawei συνεργάζεται με την κινεζική εταιρεία κατασκευής τσιπ SMIC, η οποία έχει τεθεί υπό αυστηρούς περιορισμούς από τις αμερικανικές αρχές.

Παρά τους περιορισμούς στην παραγωγή, η Huawei κατάφερε να δείξει πως επιστρέφει δυναμικά στον χώρο των προηγμένων τσιπ.

Περίπου την ίδια περίοδο, άρχισαν να κυκλοφορούν πληροφορίες για το νέο επεξεργαστή τεχνητής νοημοσύνης της Huawei, το «Ascend 910B». Η εταιρεία φαινόταν πως ήθελε να καλύψει τα κενά που δημιουργήθηκαν από τους περιορισμούς στις εξαγωγές των πιο προηγμένων τσιπ της Nvidia. Σύμφωνα με πληροφορίες, η μαζική παραγωγή της επόμενης έκδοσης, του «Ascend 910C», βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη.

Για να αναπτυχθεί περεταίρω και να ανταγωνιστεί τη Nvidia, η Huawei παρουσίασε το «AI CloudMatrix 384», ένα σύστημα που συνδέει 384 τσιπ «Ascend 910C» σε ένα σύμπλεγμα εντός κέντρων δεδομένων. Αναλυτές έχουν δηλώσει ότι το CloudMatrix είναι σε θέση να ξεπεράσει το σύστημα της Nvidia, το «GB200 NVL72», σε ορισμένους τομείς.

«Η Huawei δεν ανταγωνίζεται απλώς τη Nvidia, αλλά επαναπροσδιορίζει τον τρόπο λειτουργίας της τεχνητής νοημοσύνης», ανέφεραν αναλυτές της Forrester σε έκθεση που δημοσίευσαν τον περασμένο μήνα σχετικά με το CloudMatrix.

Ταυτόχρονα, η Huawei αναπτύσσει επίσης το δικό της λογισμικό με όνομα «CANN», το οποίο λειτουργεί ως εναλλακτική λύση του «CUDA» της Nvidia.

«Το προβάδισμα στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης δεν έχει να κάνει μόνο με ταχύτερα τσιπ. Περιλαμβάνει επίσης την παροχή των εργαλείων που χρειάζονται οι προγραμματιστές για να δημιουργήσουν και να αναπτύξουν μοντέλα μεγάλης κλίμακας», ανέφερε η έκθεση της Forrester, αν και οι συγγραφείς σημείωσαν ότι τα προϊόντα της Huawei δεν είναι ακόμη επαρκώς ενσωματωμένα σε διάφορα προγράμματα, ώστε οι προγραμματιστές να μπορούν να την προτιμήσουν έναντι της Nvidia.

Η στρατηγική «Ascend Ecosystem»

Ενώ ο στόχος της Huawei να ξεπεράσει την Nvidia θεωρείται ως μια σημαντική εξέλιξη στον αγώνα της Κίνας και των ΗΠΑ για την τεχνητή νοημοσύνη, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι τα τσιπ αποτελούν μόνο ένα μικρό κομμάτι των ευρύτερων σχεδίων της Huawei για την τεχνολογία.

Καθώς η Huawei επένδυσε σημαντικά στην ανάπτυξη τσιπ, τεχνητής νοημοσύνης και υπολογιστικών συστημάτων, τα έσοδά της αυξήθηκαν κατά 22,4% το 2024, φτάνοντας τα 120,17 δισεκατομμύρια δολάρια. Ο τομέας υποδομών πληροφορικής και επικοινωνιών (ICT Infrastructure) — που περιλαμβάνει και την ανάπτυξη συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης για βιομηχανικές εφαρμογές — αποτέλεσε τη μεγαλύτερη πηγή εσόδων, με 51,6 δισεκατομμύρια δολάρια. Παράλληλα, ο τομέας του cloud computing έφτασε τα 9,6 δισεκατομμύρια δολάρια, σημειώνοντας αύξηση 24,5% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος.

Η Huawei έχει δημιουργήσει δικά της τσιπ τεχνητής νοημοσύνης, με την ονομασία «Ascend», καθώς και ένα σύστημα υπολογιστικής υποστήριξης που λέγεται «AI CloudMatrix 384». Αυτά αποτελούν μέρος της προσπάθειάς της να ενισχύσει τα δικά της κέντρα δεδομένων για τεχνητή νοημοσύνη. Τα κέντρα αυτά λειτουργούν μέσω της Huawei Cloud, της υπηρεσίας υπολογιστικού νέφους της εταιρείας που ξεκίνησε το 2017, για να ανταγωνιστεί εταιρείες όπως η Amazon και η Oracle. Μέσα από αυτές τις υποδομές, η Huawei διαθέτει την τεχνολογία που χρειάζεται για να αναπτύσσει τα δικά της συστήματα τεχνητής νοημοσύνης.

Σε αντίθεση με άλλα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης που έχουν σχεδιαστεί για πιο γενική χρήση, η τεχνολογία της Huawei εστιάζει σε πιο πρακτικές, επαγγελματικές εφαρμογές. Χρησιμοποιείται ήδη σε τομείς όπως η υγεία, οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, η δημόσια διοίκηση, η βιομηχανία και τα αυτοκίνητα. Σύμφωνα με την ίδια την εταιρεία, αυτή η τεχνολογία εφαρμόστηκε σε πάνω από 20 διαφορετικούς τομείς μέσα στο τελευταίο έτος.

Για την ανάπτυξη αυτών των εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης, το τεχνικό προσωπικό της Huawei εργάζεται συχνά για μήνες σε απομακρυσμένες και απαιτητικές τοποθεσίες, όπως ανθρακωρυχεία. Ο Τζακ Τσεν, αντιπρόεδρος του τμήματος μάρκετινγκ της μονάδας που ασχολείται με πετρέλαιο, φυσικό αέριο και εξόρυξη, ανέφερε στο CNBC ότι η εταιρεία «παρέχει προηγμένες ψηφιακές λύσεις για τη βελτίωση αυτών των κλάδων».

Ως αποτέλεσμα αυτής της έρευνας και ανάπτυξης, η Huawei τον Μάιο έθεσε σε λειτουργία περισσότερα από 100 ηλεκτρικά φορτηγά που κινούνται αυτόνομα και μεταφέρουν χώμα ή άνθρακα. Τα οχήματα αυτά χρησιμοποιούν το δίκτυο 5G, τεχνητή νοημοσύνη και υπηρεσίες cloud της εταιρείας.

Αυτή η τεχνολογία δεν περιορίζεται μόνο στην Κίνα. Ο Τσεν ανέφερε ότι μπορεί να εφαρμοστεί «σε μεγάλη κλίμακα» σε περιοχές όπως η Κεντρική Ασία, η Λατινική Αμερική, η Αφρική και η περιοχή Ασίας-Ειρηνικού.

Επιπλέον, η Huawei έχει διαθέσει τα μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης της ως ανοιχτό λογισμικό. Με αυτόν τον τρόπο, η εταιρεία θέλει να επεκταθεί στο εξωτερικό και να προωθήσει τη «στρατηγική Ascend Ecosystem», που αφορά τα προϊόντα τεχνητής νοημοσύνης που έχει αναπτύξει γύρω από τα δικά της τσιπ.

Μιλώντας στην εκπομπή «Squawk Box Asia» του CNBC την Πέμπτη, ο Πάτρικ Μούρχεντ της Moor Insights & Strategy δήλωσε ότι αναμένει η Huawei να προωθήσει το Ascend σε χώρες που συμμετέχουν στην πρωτοβουλία «Belt and Road» της Κίνας — ένα επενδυτικό και αναπτυξιακό πρόγραμμα που στοχεύει στις αναδυόμενες αγορές.

«Σε διάστημα πέντε έως δέκα ετών, η εταιρεία θα μπορούσε να αρχίσει να αποκτά σημαντικό μερίδιο αγοράς σε αυτές τις χώρες, όπως έκανε κάποτε με τις τηλεπικοινωνιακές της δραστηριότητες», πρόσθεσε.

Διαβάστε ακόμη

Αμερικανικοί δασμοί: Οι επιπτώσεις ανά κλάδο στην ΕΕ – Ποιος θα χάσει τα περισσότερα

Azora: Απέκτησε το 50,1% της Donkey Hotels, συμφερόντων της οικογένειας Ιωάννου (pics)

Ευχάριστη έκπληξη από το ΔΝΤ: Ανοδική αναθεώρηση των προβλέψεων για την παγκόσμια οικονομία – Ο ρόλος των δασμών (πίνακες)

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα