«Είμαστε σε μια δυναμική περίοδο όπου τα πάντα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις θα μπορούσαν να αλλάξουν από στιγμή σε στιγμή», επισημαίνει στο «ΘΕΜΑ» κυβερνητικό στέλεχος σχετικά με τις προοπτικές του διαλόγου και την πιθανότητα έναρξης απευθείας συνομιλιών μεταξύ της Αθήνας και της Αγκυρας με τη μορφή των διερευνητικών επαφών.

Από το Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου το τουρκικό ερευνητικό πλοίο «Oruc Reis» έχει σταματήσει τις σεισμικές έρευνες στην Ανατολική Μεσόγειο, σε μια περιοχή όπου η Αθήνα θεωρεί ότι λόγω της ύπαρξης του νησιωτικού συμπλέγματος της Μεγίστης έχει πλήρη δικαιώματα σε θαλάσσιες ζώνες.

Για την ακρίβεια, έπειτα από 34 ημέρες η Αγκυρα δεν ανανέωσε για τέταρτη φορά τη NAVTEX βάσει της οποίας κινούνταν το «Oruc Reis» συνοδευόμενο από τουρκικά πολεμικά πλοία και πραγματοποιώντας -σύμφωνα με την επιχειρηματολογία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν- προκαταρκτικές εργασίες για τον εντοπισμό υδρογονανθράκων.

«Ηταν μια νίκη της διπλωματίας», επισημαίνει διπλωματικός παράγοντας ξένης πρεσβείας στην Αθήνα. Η απόφαση του Ερντογάν να σταματήσει η περιπλάνηση του «Oruc Reis» αιτιολογήθηκε από την ανάγκη να πραγματοποιηθεί μια τυπική συντήρηση ρουτίνας στο τουρκικό ερευνητικό πλοίο στο λιμάνι της Αττάλειας όπου κατέπλευσε. Οι εργασίες αυτές αναμένεται να διαρκέσουν μερικές εβδομάδες και μετά «θα συνεχίσουμε τις δραστηριότητές μας με αποφασιστικότητα», προειδοποίησε ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου.

Την Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου, μία ημέρα προτού σταματήσουν οι έρευνες του «Oruc Reis», στην ελληνική κυβέρνηση θεωρούσαν ότι το πιθανότερο ενδεχόμενο ήταν ο Ερντογάν να επιλέξει τη συνέχιση των προκλητικών εργασιών. Οι προσπάθειες από το Βερολίνο και την Ουάσινγκτον, κυρίως όμως η προοπτική επιβολής οικονομικών κυρώσεων από την Ε.Ε. οδήγησαν την Αγκυρα στην απόφαση να αναδιπλωθεί διακόπτοντας τον πλου του «Oruc Reis» στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, όπου η Αθήνα έχει κυριαρχικά δικαιώματα σε θαλάσσιες ζώνες.

Μία εβδομάδα μετά τις απειλές ότι η Ελλάδα θα γίνει μεζές της Τουρκίας, που διατυπώθηκαν από τον Τούρκο υπουργό Αμυνας Χουλουσί Ακάρ, το καθεστώς της Αγκυρας και ο Ερντογάν έχουν σταματήσει τις πολεμικές δηλώσεις. Στο πρωθυπουργικό γραφείο επικρατεί η άποψη ότι προτού ξεκινήσουν οι διερευνητικές επαφές ανάμεσα στο ελληνικό και το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών χρειάζεται μια περίοδος ύφεσης και αποκλιμάκωσης.

«Η έναρξη των διερευνητικών επαφών, θεωρητικά, θα μπορούσε να ξαναρχίσει και πριν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 24 και 25 Σεπτεμβρίου», αναφέρει στο «ΘΕΜΑ» κυβερνητικό στέλεχος συμπληρώνοντας ότι διανύουμε «μια πολύ ρευστή περίοδο».

Επί του παρόντος, ο οδικός χάρτης για την επανεκκίνηση των διερευνητικών επαφών Αθήνας και Αγκυρας δεν έχει οριστικοποιηθεί. «Υποτίθεται ότι υπάρχει μια λογική ότι δεν θα ξαναβρεθούμε στην ίδια κατάσταση που ήμαστε τον προηγούμενο μήνα», όπου η Ελλάδα και η Τουρκία βρέθηκαν στα πρόθυρα της στρατιωτικής αντιπαράθεσης. Η ελληνική κυβέρνηση ζητούσε την απόσυρση του «Oruc Reis» εξηγώντας ότι σε αυτή την περίπτωση θα δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για να καθίσουν οι δύο χώρες στο τραπέζι των συζητήσεων.

Οι Τούρκοι από την πλευρά τους απαιτούσαν να ξεκινήσει ο διάλογος ενώ το «Oruc Reis» έπλεε σε θαλάσσια περιοχή πάνω από ελληνική υφαλοκρηπίδα και χωρίς να έχουν σταματήσει οι εργασίες. Τελικά, από την εξέλιξη των πραγμάτων, φαίνεται ότι πέρασε το αίτημα της Αθήνας.

Τον βασικό διαμεσολαβητικό ρόλο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας έχουν αναλάβει οι Γερμανοί, με την καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ να επιδίδεται σε συνεχή τηλεφωνήματα στον Ταγίπ Ερντογάν και τον κ. Κυριάκο Μητσοτάκη.

«Η Μέρκελ δεν έχει εγκαταλείψει την προσπάθεια», εξηγεί ενημερωμένη πηγή σχετικά με το ενδεχόμενο ενεργοποίησης των διερευνητικών επαφών μέσα στο επόμενο πενθήμερο, προτού οι ηγέτες των χωρών-μελών της Ε.Ε. συνεδριάσουν στο πλαίσιο της Συνόδου Κορυφής της 24ης και 25ης Σεπτεμβρίου. «Οι Αμερικανοί και οι υπόλοιποι, όλοι είναι υποβοηθητικοί της γερμανικής πρωτοβουλίας», επισημαίνει κυβερνητικός παράγοντας.

Αποστολίδης – Κουγιού

Στις 7 Αυγούστου, με μια γραπτή ανακοίνωση στην ελληνική και την τουρκική γλώσσα, η Αθήνα και η Τουρκία είχαν συμφωνήσει να ξαναρχίσουν τις διερευνητικές επαφές. Το μόνο που δεν είχε προσδιοριστεί ήταν ο τόπος διεξαγωγής του 61ου γύρου των συζητήσεων.

Η συνάντηση θα γινόταν είτε στην Κωνσταντινούπολη ή εναλλακτικά στην Αδριανούπολη, όπου η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα επρόκειτο να μεταβεί οδικώς. Η συνάντηση όμως ματαιώθηκε, αφού στις 6 Αυγούστου η Ελλάδα συμφώνησε με την Αίγυπτο για τη μερική οριοθέτηση Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης μεταξύ των δύο χωρών, γεγονός που εξαγρίωσε τον Ερντογάν, αφού η ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία πρακτικά ακύρωσε το τουρκολιβυκό μνημόνιο.

Επειτα από 40 ημέρες έντασης, ίσως της σοβαρότερης ελληνοτουρκικής κρίσης από το 1974, η ομίχλη του πολέμου μοιάζει να διαλύεται σιγά-σιγά και οι δύο χώρες συζητούν τις προϋποθέσεις επιστροφής στο τραπέζι των διερευνητικών επαφών. Η απόφαση του κ. Μητσοτάκη και του κ. Νίκου Δένδια είναι να τεθεί επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπίας ο πρέσβης Παύλος Αποστολίδης, ένας άνθρωπος που γνωρίζει τον τρόπο διαπραγματεύσεων με την Τουρκία στις διερευνητικές επαφές.

Δίπλα στον κ. Αποστολίδη, που θεωρείται ότι μεταφέρει τη θεσμική μνήμη της ελληνικής διπλωματίας στα Ελληνοτουρκικά, έχει αποφασιστεί να τοποθετηθεί ο πρέσβης Αλέξανδρος Κουγιού, επικεφαλής της Ε’ Γενικής Διεύθυνσης του υπουργείου Εξωτερικών. Στους πρέσβεις Αποστολίδη και Κουγιού θα προσφέρουν πολύτιμη αρωγή καθηγητές Διεθνούς Δικαίου, αναλόγως των θεματικών, και η Νομική Υπηρεσία του υπουργείου Εξωτερικών.

Η ατζέντα

Στην υποθετική περίπτωση που οι ελληνοτουρκικές συνομιλίες διεξάγονταν επίσημα, ο διάλογος θα ήταν καταδικασμένος σε ναυάγιο με την έναρξή του. Η Αθήνα θα ξεκινούσε τη διαπραγμάτευση από τη θέση ότι τα νησιά έχουν πλήρη επήρεια σε θαλάσσιες ζώνες και άρα η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας ή Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης θα έπρεπε να γίνει μεταξύ των ελληνικών νησιών του Αιγαίου και των τουρκικών ακτών, θέση που δεν δέχεται η τουρκική πλευρά.

Από τη δική της σκοπιά, η Αγκυρα, στο ενδεχόμενο επίσημων συνομιλιών, είναι δεδομένο ότι θα εκκινούσε τη διαπραγμάτευση με τον ισχυρισμό ότι τα ελληνικά νησιά στο Αιγαίο έχουν μηδενική επήρεια σε θαλάσσιες ζώνες εκτός των χωρικών υδάτων τους και θα επιχειρηματολογούσε ότι το Αιγαίο πρέπει να μοιραστεί στη μέση με άξονα τον 25ο μεσημβρινό, όπου θα έπρεπε να χαραχθεί η οριοθετική γραμμή.

«Δεν μπορεί να αποκοπεί η πρόσβαση της Τουρκίας στην ανοιχτή θάλασσα και στις δικές της θαλάσσιες ζώνες, διεκδικώντας 40.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα υφαλοκρηπίδας για ένα μικρό νησί όπως το Μέις ή Καστελόριζο, που είναι μόνο 2 χιλιόμετρα μακριά από την Τουρκία και 580 από την ελληνική ηπειρωτική χώρα», έγραψε ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών την περασμένη Τρίτη σε άρθρο του που δημοσιεύτηκε στην «Καθημερινή», επιβεβαιώνοντας ότι η Τουρκία προσέρχεται στον διάλογο με τη σκληρότερη δυνατή γραμμή. Οι συζητήσεις θα γίνουν με τη φόρμουλα των διερευνητικών επαφών, μια μέθοδο άτυπων συζητήσεων που επιτρέπει μεγαλύτερη ευελιξία, καθώς δεν δεσμεύει την Αθήνα ούτε την τουρκική κυβέρνηση.

Τα ακανθώδη θέματα

Οι πρώτοι 60 γύροι των διερευνητικών επαφών έγιναν υπό απόλυτη μυστικότητα και το περιεχόμενο των συζητήσεων ουδέποτε αναφερόταν δημοσίως με βάση τη λεγόμενη ρήτρα εμπιστευτικότητας. Θεωρείται, ωστόσο, δεδομένο ότι, εκτός των διαβουλεύσεων για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και τον προσδιορισμό της ΑΟΖ ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία, οι κορυφαίοι διπλωμάτες από το ελληνικό και το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών, που είχαν την ευθύνη των επαφών, άκουσαν τους συνομιλητές τους να αναφέρονται στα ακανθώδη θέματα της αιγιαλίτιδας ζώνης και της πιθανότητας επέκτασης της χωρικής θάλασσας μέχρι τα 12 ναυτικά μίλια, στο εύρος του εναέριου χώρου, ακόμη και στο νομικό πλαίσιο με βάση το οποίο θα μπορούσε να προχωρήσει μια συμφωνημένη προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.

Γι’ αυτό άλλωστε οι συζητήσεις αυτές αποκαλούνται «διερευνητικές επαφές», διότι όσα τίθενται δεν είναι επίσημα ούτε δεσμεύουν τις δύο κυβερνήσεις, εκτός κι αν εντοπιστούν πεδία όπου υπάρχει συναντίληψη και θα μπορούσε να επιτευχθεί συμφωνία.

Υφαλοκρηπίδα Ή ΑΟΖ;

«Οι βασικοί στόχοι μας στην Ανατολική Μεσόγειο είναι ξεκάθαροι: δίκαιη και ισότιμη οριοθέτηση των θαλάσσιων ορίων και προστασία των δικαιωμάτων στην υφαλοκρηπίδα μας έναντι μαξιμαλιστικών και υπερβολικών διεκδικήσεων θαλάσσιων ορίων», έγραψε ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου στο άρθρο του. Τι σημαίνει όμως για τους Τούρκους «δίκαιη» και «ισότιμη» οριοθέτηση εν όψει πιθανής προσφυγής στο Δικαστήριο της Χάγης;

Εμπειροι διπλωμάτες εξήγησαν στο «ΘΕΜΑ» ότι η εισαγωγή της αρχής της δίκαιας λύσης από τη UNCLOS (Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας) και η εξέλιξη της νομολογίας κινδυνεύουν να οδηγήσουν σε μια πρακτική του διεθνούς δικαστηρίου όπου στο Αιγαίο και -ακόμη περισσότερο- στην Ανατολική Μεσόγειο θα μπορούσε να εγκλωβίσει τα ανατολικά νησιά μας στην τουρκική υφαλοκρηπίδα ή ΑΟΖ, με το σκεπτικό ότι καμία άλλη λύση δεν θα ήταν δίκαιη για την Τουρκία. Σε αυτό το ακραίο ενδεχόμενο το ερώτημα είναι αν η Αθήνα θα μπορούσε να αποδεχτεί τον εγκλωβισμό ελληνικών νησιών σε μια περιοχή τουρκικών θαλάσσιων ζωνών.

Ενα άλλο σύνθετο ζήτημα είναι ποια θαλάσσια ζώνη θα ζητήσει η ελληνική κυβέρνηση να οριοθετηθεί με την τουρκική πλευρά. Εκτός κι αν συμβεί κάποιο θαύμα, η τουρκική πλευρά αναμένεται να επιμείνει στην υφαλοκρηπίδα για το Αιγαίο, δεχόμενη την ΑΟΖ για την Ανατολική Μεσόγειο, όπου υπολογίζει να πάρει τη μερίδα του λέοντος. Και η ελληνική διπλωματία όμως υποστηρίζει την επιλογή της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης, διότι αναμένει, βάσει των δικών μας θέσεων, ότι η Αθήνα θα λάβει το μεγαλύτερο κομμάτι.

Πόλεμος προπαγάνδας

Το άρθρο Τσαβούσογλου έδειξε τα όρια των υποχωρήσεων που είναι διατεθειμένη να κάνει η τουρκική πλευρά. Διότι συζήτηση, διαλόγος και διαπραγμάτευση εμπεριέχουν την έννοια του συμβιβασμού και των αμοιβαίων υποχωρήσεων ώστε να επιτευχθεί κάποιου είδους κοινώς αποδεκτή λύση.

«Η Τουρκία θα είναι φυσικά αμετακίνητη στο να μην επιτρέψει απόπειρες που θα βλάψουν τα βασικά της συμφέροντα», υποστήριξε ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών και πρόσθεσε: «Απόπειρες προς την κατεύθυνση του αποκλεισμού μιας χώρας όπως η Τουρκία -με τη μεγαλύτερη σχετική ακτογραμμή στην περιοχή, με αυξανόμενο πληθυσμό, παραγωγικές δυνατότητες και αυξανόμενες ενεργειακές ανάγκες- από τα πλούτη της ίδιας της της γειτονίας δεν είναι ρεαλιστικές. Οπως το τονίσαμε πολλές φορές, αυτό απλά δεν πρόκειται να συμβεί».

Για να μην υπάρχει καμία αμφιβολία για τις διαθέσεις του, ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου ολοκλήρωσε τον συλλογισμό του με μια απειλητική προειδοποίηση: «Ο,τι κάνουμε σήμερα θα καθορίσει όχι μόνο το παρόν, αλλά και το αύριο και γνωρίζετε πολύ καλά ότι η Τουρκία μπορεί να ακολουθήσει την Ελλάδα σε οποιαδήποτε ατραπό επιλέξει».

Στην ελληνική κυβέρνηση υπάρχει μια διακριτή άποψη ότι ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών ακολουθεί προσωπική στρατηγική για να εξυπηρετήσει τον δικό του σχεδιασμό αναφορικά με την επόμενη μέρα και τις πιθανότητές του να διαδεχτεί τον Ερντογάν. «Ο Τσαβούσογλου προφανώς παίζει προσωπικό παιχνίδι και θα ήθελε να τινάξει στον αέρα την προσπάθεια διαλόγου και αποκλιμάκωσης», επιχειρηματολογεί κυβερνητικό στέλεχος. Είναι, όμως, ο Τσαβούσογλου εκτός γραμμής Ερντογάν ή θα αποδειχθεί πως οι τροχιοδεικτικές βολές του είναι η επίσημη τουρκική στρατηγική; Η ελληνική πλευρά, πολύ σύντομα, θα διαπιστώσει αν πρόκειται για παραφωνία ή για την προφανή μέθοδο παζαριού των Τούρκων.