Δεν έχουν τέλος οι αποκαλύψεις γύρω από το πολυδαίδαλο κύκλωμα εκτελωνισμών, το οποίο φέρεται να εξαπατούσε συστηματικά το Ελληνικό Δημόσιο και την Ευρωπαϊκή Ένωση με παραποιημένα έγγραφα, ψεύτικους παραλήπτες και εικονικές εισαγωγές από την Ασία.

Νέα στοιχεία μέσα από τη δικογραφία αποκαλύπτουν την πλήρη ακτινογραφία του δικτύου, ενώ η Δικαιοσύνη προχωρά σε καθολική δέσμευση περιουσιακών στοιχείων, εντοπίζοντας τραπεζικούς λογαριασμούς, ακίνητα και επενδύσεις που ενδέχεται να κρύβουν το «μαύρο χρήμα» της απάτης εκατομμυρίων. Στο επίκεντρο της υπόθεσης βρίσκονται 13 εταιρείες που δημιουργήθηκαν με έδρα είτε στην Ελλάδα είτε στη Βουλγαρία -ή και στις δύο χώρες ταυτόχρονα. Οι περισσότερες από αυτές τις εταιρείες ιδρύθηκαν, λίγο προτού ξεκινήσουν την δραστηριότητά τους.

Είχαν ελάχιστο κεφάλαιο -σε κάποιες περιπτώσεις μόλις 5 ευρώ- χωρίς προσωπικό, χωρίς γραφεία, χωρίς καμία αποδεδειγμένη εμπορική δραστηριότητα στο παρελθόν. Παρ’ όλα αυτά, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα άρχισαν να φέρνουν στην Ελλάδα κοντέινερ με ηλεκτρικά ποδήλατα και πατίνια, προερχόμενα από εργοστάσια της Κίνας.

Το κόλπο που χρησιμοποίησαν ήταν απλό, αλλά πανέξυπνο: κατά την είσοδο των εμπορευμάτων στη χώρα, δήλωναν ότι τα προϊόντα δεν προορίζονται για την ελληνική αγορά, αλλά για άλλη ευρωπαϊκή χώρα -κυρίως την Ιταλία. Με αυτό το πρόσχημα απέφευγαν να πληρώσουν ΦΠΑ, καθώς η ευρωπαϊκή νομοθεσία επιτρέπει την απαλλαγή από τον φόρο όταν ένα προϊόν δεν προορίζεται για κατανάλωση στο κράτος εισαγωγής, αλλά θα «περάσει» σε άλλο κράτος-μέλος.

Μόνο που, στη συγκεκριμένη περίπτωση, τα προϊόντα ουδέποτε έφευγαν από την Ελλάδα. Ή έμεναν στη χώρα και πουλιούνταν μαύρα, ή έβγαιναν στο εξωτερικό χωρίς ποτέ να φορολογηθούν. Ετσι, το Δημόσιο έχανε χρήματα από όλους τους κρίκους της αλυσίδας: δεν πληρώνονταν δασμοί, δεν πληρωνόταν ΦΠΑ, ενώ και η αρχική αξία των προϊόντων ήταν εμφανώς υποτιμημένη. Τα τιμολόγια εμφάνιζαν τα ηλεκτρικά πατίνια να κοστίζουν πολύ λιγότερο από τις πραγματικές τιμές, με αποτέλεσμα η τελική ζημιά να είναι πολλαπλάσια.

Η συνολική ζημιά για το Ελληνικό Δημόσιο ξεπερνά τα 92 εκατ. ευρώ σε απώλεια ΦΠΑ, ενώ άλλες εκτιμήσεις μιλούν για τουλάχιστον δύο εκατομμύρια σε διαφυγόντες τελωνειακούς δασμούς. Και όλα αυτά, χωρίς να εντοπίζεται πουθενά ούτε μία πραγματική πληρωμή από τις εταιρείες αυτές προς τους δήθεν Κινέζους προμηθευτές τους.

Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο της δικογραφίας είναι ότι πίσω από όλες αυτές τις εισαγωγές βρίσκεται μια μικρή ομάδα προσώπων, που εμφανίζονται να «περνούν» από εταιρεία σε εταιρεία, να αλλάζουν τίτλους και να δημιουργούν αλλεπάλληλα νέα νομικά πρόσωπα. Οι νόμιμοι εκπρόσωποι είναι συνήθως άγνωστοι στο ευρύ κοινό, με κάποιους από αυτούς να διαθέτουν ποινικό παρελθόν ή μηδενική επαγγελματική εμπειρία. Ωστόσο, υπάρχει ένα πρόσωπο που εμφανίζεται σταθερά σε δεκάδες περιπτώσεις: ένας έμπειρος επαγγελματίας, που δραστηριοποιείται στον χώρο των εκτελωνισμών.

Είναι εκείνος που φρόντιζε για τη χαρτούρα, υπέβαλε τα έγγραφα, μεσολαβούσε για τις διαδικασίες και φέρεται να ήταν ο άνθρωπος που διευκόλυνε την είσοδο των φορτίων στη χώρα, χωρίς να χτυπήσει κανένα καμπανάκι στις Αρχές. Η ευρωπαϊκή υπηρεσία OLAF άρχισε να ξετυλίγει το κουβάρι το 2023. Από διασταυρώσεις τραπεζικών στοιχείων, παραστατικών και τελωνειακών δηλώσεων, διαπίστωσε ότι οι τελικοί αποδέκτες των εμπορευμάτων ήταν συχνά ανύπαρκτοι.

Εταιρείες-«φαντάσματα» σε Ιταλία, Ισπανία και αλλού, που είτε είχαν κλείσει είτε δεν είχαν ποτέ δραστηριότητα. Στην πράξη, δηλαδή, κανείς δεν πλήρωνε τίποτα σε κανένα στάδιο της διακίνησης των προϊόντων.

Ετσι, μέσα σε λιγότερο από έναν χρόνο, στήθηκε ένα πανίσχυρο κύκλωμα. Εφερνε προϊόντα από την Ασία, τα περνούσε από ελληνικά τελωνεία με ψευδή στοιχεία, δεν πλήρωνε φόρους, και τα εμπορεύματα διοχετεύονταν σε Ελλάδα και Ευρώπη, χωρίς κανένα ίχνος. Ηταν ένα «εργοστάσιο» απάτης που δούλευε σιωπηλά -μέχρι να εντοπιστούν οι πρώτες υποψίες και να ξεκινήσει η διεθνής έρευνα.

Πώς ξέπλεναν τα κέρδη

Πέρα όμως από την απάτη με τις εισαγωγές, οι Αρχές εστιάζουν πλέον και στη «δεύτερη πράξη» του κυκλώματος: πώς διακινήθηκαν και πού κατέληξαν τα τεράστια ποσά που αποκόμισαν από τις παράνομες συναλλαγές. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της δικογραφίας, ο βασικός εμπλεκόμενος στον τελωνειακό τομέα φέρεται να είχε αποφασιστικό ρόλο όχι μόνο στην υλοποίηση του σχεδίου, αλλά και στη μετατροπή των παράνομων κερδών σε νόμιμες επενδύσεις.

Διαβάστε περισσότερα στο Protothema.gr