Τα ρέστα της παίζει η κυβέρνηση στο θέμα του εκλογικού νόμου, καθώς είναι πλέον προφανές ότι κινείται με την ψυχολογία του… προσεχώς δεύτερου. Στο πλαίσιο αυτό, δεν διστάζει να ασκεί πιέσεις σε μεμονωμένους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ και του Ποταμιού, με στόχο να σπάσει τις επίσημες γραμμές των δύο κομμάτων της αντιπολίτευσης.

Σε ρόλο ελεύθερου σκοπευτή, χάρη και στην καλή «οπτική γωνία» που του εξασφαλίζει το αξίωμά του, ο πρωθυπουργός επιχειρεί με μία «βολή» -την απλή αναλογική- να κόψει τον δρόμο της Ν.Δ. προς την εξουσία, να διασπάσει το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι και να έρθει πιο κοντά με την Ενωση Κεντρώων, το ΚΚΕ και τη ΔΗΜ.ΑΡ.

Δυστυχώς, όμως, για το Μέγαρο Μαξίμου είναι πλέον πολύ δύσκολο να αποτυπωθούν οι σκοπιμότητες αυτές και στο ταμπλό της σχετικής ψηφοφορίας στη Βουλή. Το κυβερνών κόμμα εμφανίστηκε αρχικά να αποσπά μόνο την υποστήριξη των ΑΝ.ΕΛ. και να αποδέχεται τις ψήφους της Χρυσής Αυγής, δίνοντας ρόλο ρυθμιστή στο νεοναζιστικό μόρφωμα. Εν όψει αυτού του κινδύνου η κυβέρνηση υποχρεώθηκε σε… νομοτεχνικές βελτιώσεις για να προσθέσει τα «ντα» του Περισσού στα «ναι» του κόμματος του Βασίλη Λεβέντη.

Ο Παναγιώτης Κουρουμπλής διαχώρισε την κατάργηση του μπόνους από το όριο εισόδου στη Βουλή. Ετσι το ΚΚΕ θα πει «ναι» στο ένα και «όχι» στο άλλο. Ο Αλέξης Τσίπρας επιχείρησε να παίξει και με τα εσωκομματικά προβλήματα των αντιπάλων του. Κυρίως της Φώφης Γεννηματά, καθώς η «αντικατασκοπία» του Μεγάρου Μαξίμου τον είχε έγκαιρα ενημερώσει για το καθαρό «όχι» των συνταγματολόγων του ΠΑΣΟΚ, του Ευάγγελου Βενιζέλου και του Ανδρέα Λοβέρδου.

Αντίθετα, οι επιτελείς του πρωθυπουργού είχαν πειστεί από τις πληροφορίες τους ότι η νέα πρόεδρος θα πει «ναι» στην απλή αναλογική, με αποτέλεσμα η Χαριλάου Τρικούπη να γίνει Κούγκι. Το μόνο που πέτυχαν, όμως, ήταν η διαφοροποίηση του Θανάση Θεοχαρόπουλου – θέμα στο οποίο η Φώφη Γεννηματά έδειξε πολιτικά αντανακλαστικά, διατηρώντας την ψυχραιμία της. Οι χαμηλοί τόνοι που επέλεξε απέναντι στη διαφοροποίηση της ΔΗΜ.ΑΡ. τής επιτρέπει να κλείσει σύντομα το ρήγμα.

Διάσπαση έβλεπαν οι πληροφορίες του Αλέξη Τσίπρα και για το Ποτάμι, όπου πόνταρε στη διαφοροποίηση των βουλευτών που προέρχονται από τη ΔΗΜ.ΑΡ: του Γρηγόρη Ψαριανού, του Σπύρου Δανέλλη και της Κατερίνας Μάρκου. Φαίνεται, όμως, ότι ο Σταύρος Θεοδωράκης διείδε τον κίνδυνο και φρόντισε να κλείσει εγκαίρως τις πόρτες. Τουλάχιστον στις περισσότερες περιπτώσεις, κάτι που μένει να αποδειχθεί και στην επικείμενη ψηφοφορία στη Βουλή. Δανέλλης, Ψαριανός και Λυκούδης έχουν κάνει και σχετικές δηλώσεις ενώ στην ομόφωνη απόφαση του Ποταμιού για τον εκλογικό νόμο ήταν παρούσα και η κυρία Μάρκου.

Παρ’ όλα αυτά, το διακύβευμα είναι μεγάλο και γι’ αυτό ακόμη και τώρα, που έχει σχεδόν ξεκαθαρίσει το τοπίο, η κυβέρνηση κάνει ό,τι μπορεί για να φτάσει στις 200 ψήφους. Συνομιλητές του πρωθυπουργού συνεχίζουν να κινούνται στο παρασκήνιο προκειμένου να προσεγγίσουν βουλευτές που προέρχονται κυρίως από την Αριστερά. Μάλιστα, για να δημιουργήσουν κλίμα αισιοδοξίας και να πείσουν ότι η μάχη δεν έχει χαθεί, μιλούν για «μια γυναίκα και έναν άντρα η στάση των οποίων μπορεί να αποτελέσει έκπληξη πρώτου μεγέθους». Αρνούνται, όμως, να δώσουν περισσότερα στοιχεία, οπότε είναι δύσκολο να φανεί αν πρόκειται για ευχή ή για συμφωνία.

Τις προηγούμενες ημέρες εξαντλήθηκαν και οι παρεμβάσεις στην πλευρά βουλευτών του ΠΑΣΟΚ, μέσω κυβερνητικών στελεχών που προέρχονται από τη Χαριλάου Τρικούπη, αλλά όλες οι προσπάθειες έπεσαν στο κενό. Σε μία περίπτωση επιχειρήθηκε παρέμβαση σε συνομιλητή της Φώφης Γεννηματά με στόχο να μεταπειστεί η πρόεδρος του κόμματος. Με το σκεπτικό ότι «αν πει ”ναι”, θα απαλλαγεί από τον Βενιζέλο και τον Λοβέρδο». Αντίθετα με τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα, όμως, η κοινή απειλή ενεργοποίησε και τους διαύλους επικοινωνίας τόσο στο εσωτερικό των κομμάτων-στόχων (ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι) όσο και μεταξύ των δύο αρχηγών (Φώφη Γεννηματά και Σταύρος Θεοδωράκης). Γεγονός που αναμένεται να έχει θετικές συνέπειες και στην προσπάθεια που γίνεται για τη δημιουργία νέου κόμματος της σοσιαλδημοκρατίας.

Με αυτά τα δεδομένα, η εξίσωση του εκλογικού νόμου για την κατάργηση του μπόνους (μέχρι στιγμής) έχει ως εξής:
■ ΣΥΡΙΖΑ 144 + ΑΝ.ΕΛ. 9 + Ενωση Κεντρώων 9 + Νικολόπουλος + Θεοχαρόπουλος = 164. Συν ΚΚΕ 15 (μετά την αλλαγή Κουρουμπλή) = 179 «Ναι».
■ Ν.Δ. 75 + ΠΑΣΟΚ 15 + Ποτάμι 10 + Θεοχάρης συν Γρηγοράκος = 102 «Οχι».
■ H Χρυσή Αυγή 18 (έχει αφήσει ανοιχτό και το «Ναι» και το «Οχι»). Οπότε το «Ναι» μπορεί να φτάσει στα 197 και το «Οχι» στο 120 αντίστοιχα.
■ «Παρών» Παναγούλης.

Η επικείμενη αλλαγή του εκλογικού νόμου ήταν μια καλά σχεδιασμένη κίνηση υψηλού συμβολισμού και υπολογισμένου ρίσκου, με στόχο ο ΣΥΡΙΖΑ να χαράξει τα νέα σύνορα του κομματικού χάρτη της χώρας, τις πολιτικές ισορροπίες και εξελίξεις των επόμενων ετών. Μπορεί η αντιπολίτευση να μίλησε για αντιπερισπασμό, αλλά στην πραγματικότητα στα κομματικά επιτελεία είχαν από την πρώτη στιγμή αντιληφθεί το πραγματικό βάθος, τον σχεδιασμό και τις σκοπιμότητες της πρωθυπουργικής επιλογής.

Με την απλή αναλογική ο Αλέξης Τσίπρας δεν ήθελε απλώς να ικανοποιήσει ένα πάγιο αίτημα της Αριστεράς, αλλά να εισαγάγει νέα δεδομένα στο πολιτικό παιχνίδι, δεδομένα που ελπίζει ακόμη και τώρα ότι θα καθορίσουν τις εξελίξεις, αφού όλοι οι άλλοι παίκτες είναι υποχρεωμένοι να τα λάβουν υπόψη στις αποφάσεις τους. Γιατί μπορεί η απλή αναλογική να μη συγκεντρώσει με τα μέχρι στιγμής δεδομένα τις 200 ψήφους για να εφαρμοστεί άμεσα, αλλά θα εγκριθεί ως εκλογικό σύστημα για τις μεθεπόμενες εκλογές. Γεγονός το οποίο θα πρέπει να συνυπολογίσει ο αυριανός νικητής στη διάρκεια της δικής του θητείας.

Στο ερώτημα «γιατί τώρα;» η απάντηση είναι ότι στο Μέγαρο Μαξίμου δεν αποκλείουν πολιτικές εξελίξεις το φθινόπωρο. Στην κυριολεξία, είναι ελάχιστοι οι συνεργάτες του πρωθυπουργού που πιστεύουν ακόμη ότι έχουν ελπίδες να φτάσουν στο 2019. Γνωρίζουν από πρώτο χέρι την κατάσταση στην οικονομία, η οποία δεν επιτρέπει μακροχρόνιους σχεδιασμούς. Ελπίζουν, βέβαια, ότι θα ξεπεράσουν τους σκοπέλους του δεύτερου εξαμήνου του 2016 με στόχο να αξιολογήσουν την κατάσταση ξανά την άνοιξη του 2017.

Στο ερώτημα «γιατί απλή αναλογική;» η απάντηση είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη αποδεχτεί την πρωτιά της Ν.Δ., σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις. Μπορεί η κυβέρνηση να τις αμφισβητεί, αλλά οι βουλευτές της μεταφέρουν στους συνεργάτες του Αλέξη Τσίπρα σε εβδομαδιαία βάση το κλίμα από τις εκλογικές τους περιφέρειες. Και δεν είναι καθόλου καλό. Με αυτό το δεδομένο αποφάσισαν να θυσιάσουν κάτι που δεν θα έχουν ποτέ ξανά, τουλάχιστον στο προβλεπτό μέλλον: το μπόνους των 50 εδρών.

Για το ερώτημα «γιατί ψήφος στα 17;» η απάντηση δεν βρίσκεται στις δημοσκοπήσεις, αλλά στα τελευταία εκλογικά αποτελέσματα που κατέγραψαν μεγάλη αποχή και υπεροχή του ΣΥΡΙΖΑ στους πιο νέους ψηφοφόρους. Σε αυτό το σημείο πρέπει να επισημανθεί και ο αντίλογος. Ο ΣΥΡΙΖΑ μέχρι το 2015 γοήτευε τους νέους ως αναθεωρητική δύναμη που ήταν. Τώρα, όμως, είναι δύναμη status quo. Στα μάτια των νέων παιδιών έχει πάρει τη θέση του ΠΑΣΟΚ στην παραδοσιακή σύγκρουση με τη Ν.Δ. Βουλευτές της πλειοψηφίας δεν κρύβουν μάλιστα τον φόβο τους «ο ΣΥΡΙΖΑ να πληρώσει βαρύ τίμημα στις νέες γενιές εξαιτίας της κατάστασης στην Παιδεία και της ανεργίας». Επίσης, επισημαίνουν, ότι «είναι σχεδόν αδύνατον να προβλεφθεί πόσοι και ποιοι (ποιας πολιτικής κατεύθυνσης) θα είναι οι νεολαίοι που θα φτάσουν στις κάλπες».

Δεν κόπηκε ο αέρας της Ν.Δ.

Σε κάθε περίπτωση, με βάση τις δημοσκοπήσεις και τις θέσεις των κομμάτων, στο επιτελείο του πρωθυπουργού εκτιμούν ότι η Ν.Δ. θα δυσκολευτεί να κάνει κυβέρνηση, ακόμη και με το μπόνους των 50 εδρών. «Αλλά και να το πετύχει, οι επόμενες εκλογές θα γίνουν με απλή αναλογική», επισημαίνουν κυβερνητικοί βουλευτές, εκφράζοντας την ελπίδα ο ΣΥΡΙΖΑ να κρατήσει την κεντρική του θέση στο πολιτικό σκηνικό. «Θα χάσουν τώρα με τον νόμο που κέρδισαν. Για μετά, έχει ο Θεός…» απαντούν στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Με την απλή αναλογική, λοιπόν, ο πρωθυπουργός ήθελε και θέλει να ανακατέψει την τράπουλα για αρκετά χρόνια. Επενδύοντας, ουσιαστικά, στη στρατηγική του μεγάλου δεύτερου και της δεύτερης ή τρίτης ευκαιρίας για την επιστροφή της Αριστεράς στην εξουσία.

Σε κάθε περίπτωση, ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝ.ΕΛ. θα ήθελαν να τους διαδεχθεί μια αδύναμη κυβέρνηση, γιατί μπορεί να μην το φωνάζουν, αλλά είναι προφανές ότι κάποιοι υπουργοί ανησυχούν για πιθανά πολιτικά και… δικαστικά αντίποινα. Επιπλέον, το Μέγαρο Μαξίμου που βρίσκεται σε διαρκή… απολογία για τις συντηρητικές του επιλογές στο πλαίσιο του τρίτου μνημονίου αποκτά με την απλή αναλογική ένα επιχείρημα ότι προώθησε μια πάγια θέση της Αριστεράς. «Μπορεί να μη μας κρατήσει ο εκλογικός νόμος στην κυβέρνηση, αλλά θα μας χρησιμέψει στην άμυνά μας στην Κουμουνδούρου», παραδέχονται κομματικά στελέχη. Σε ό,τι αφορά το πότε θα εφαρμοστεί ο νέος νόμος, αυτό το ρυθμίζει το τελευταίο άρθρο του σχετικού νομοσχεδίου το οποίο ορίζει ρητά ότι αν η διάταξη για την κατάργηση του μπόνους πιάσει τις 200 ψήφους θα εφαρμοστεί άμεσα. Θα πρέπει δηλαδή εκτός της ρύθμισης να ψηφιστεί και το τελευταίο άρθρο. Οσον αφορά τη μείωση του ορίου ηλικίας για την απόκτηση δικαιώματος ψήφου δεν υπάρχει θέμα, καθώς αρκεί απλή πλειοψηφία των 151 βουλευτών.

Οι έδρες αν είχαμε αναλογικό σύστημα

Πυξίδα για την πολιτική γεωγραφία που θα διαμορφώσει η εφαρμογή του αναλογικού συστήματος στη σημερινή ελληνική πραγματικότητα αποτελούν τα αποτελέσματα των εκλογών του Σεπτεμβρίου 2015. Ειδικότερα, από την αναλογική κατανομή των 279 εδρών που αντιστοιχούν στα κόμματα που ξεπέρασαν το 3% και των υπολοίπων 19 που αντιστοιχούν στα κόμματα που έμειναν εκτός Βουλής (συγκέντρωσαν αθροιστικά 6,4%):
■ Ο ΣΥΡΙΖΑ με 35,46% θα έπαιρνε 114 αντί 145 που πήρε.
■ Η Ν.Δ. με 28,09% θα έπαιρνε 15 έδρες. περισσότερες και θα αύξανε τη δύναμή της σε 90 έναντι 75.
■ Στη Χρυσή Αυγή με 6,99% θα αντιστοιχούσαν 22 έδρες αντί 18.
■ Η Δημοκρατική Συμπαράταξη με 6,29% 20 έδρες αντί 17.
■ Το ΚΚΕ με 5,55% 18 έδρες αντί 15.
■ Το Ποτάμι με 4,09% 13 έδρες αντί 11.
■ Οι ΑΝ.ΕΛ. με 3,69% 12 έδρες από 10.
■ Η Ενωση Κεντρώων με 3,44% 11 έδρες αντί 9.
Η συγκεκριμένη εικόνα περιγράφει σκηνικό ακυβερνησίας για τους εξής λόγους:
■ Ο ΣΥΡΙΖΑ ως πρώτο κόμμα δεν θα ξεπέρναγε ούτε καν το όριο των 120 βουλευτών που θα του επέτρεπε σχηματισμό κυβέρνησης με ψήφο ανοχής.
■ Ο συνασπισμός ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝ.ΕΛ., που με ενισχυμένη αναλογική είχε μετά τις εκλογές 155 βουλευτές, με την απλή αναλογική θα είχε 126, δηλαδή 25 λιγότερους για το όριο των 151.
■ Ανέφικτος θα ήταν και ο σχηματισμός τρικομματικής κυβέρνησης, εκτός κι αν συμμετείχε η Ν.Δ.
■ ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝ.ΕΛ. και Δημοκρατική Συμπαράταξη θα έφταναν τις 146 έδρες που σημαίνει ότι θα απαιτούνταν η συμμετοχή και του Ποταμιού ή της Ενωσης Κεντρώων.
■ Κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να σχηματίσει ούτε η Ν.Δ. ως δεύτερο κόμμα παρά την ενίσχυσή της. Μαζί με τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης που ανήκουν στο λεγόμενο «δημοκρατικό τόξο», Δημοκρατική Συμπαράταξη, Ποτάμι και Ενωση Κεντρώων, θα έφτανε τους 134 βουλευτές.

edress.jpg

πηγή: protothema.gr